Πληθαίνουν τα ερωτήματα αναφορικά με την υπόθεση της 20ετούς παράτασης της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών Ελευθέριος Βενιζέλος, η οποία είχε κλείσει πανηγυρικά από την κυβέρνηση το 2017 με τίμημα 483,87 εκατ. ευρώ, το οποίο όμως έπειτα από παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπερδιπλασιάστηκε στα 1,115 δισ. ευρώ, όπως ανακοινώθηκε από το ΤΑΙΠΕΔ τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Ειδικότερα, στην πολύκροτη υπόθεση πηγές του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) επιδίωξαν να παρουσιάσουν τις δικές τους θέσεις επί του θέματος καθώς τρεις διαδοχικές διοικήσεις (Στ. Πιτσιόρλας, Λ. Τσιτσογιαννοπούλου και Α. Ξενόφος) ήταν εκείνες που ανέλαβαν τις διαπραγματεύσεις με τους μετόχους του Διεθνούς Αεροδρομίου. Αυτοί υπενθυμίζεται ότι είναι η ΕΕΣΥΠ (Δημόσιο) με 25%, το ΤΑΙΠΕΔ με 30%, οι καναδικών συμφερόντων εταιρείες AviAlliance με 26,7% και AviAlliance GmbH με 13,3% και η οικογένεια Κοπελούζου με 5%. Η αλήθεια είναι όμως ότι όσο περισσότερο δίνονται εξηγήσεις τόσο μεγαλώνουν τα αναπάντητα ερωτήματα για μια υπόθεση που θα κόστιζε στο ελληνικό Δημόσιο εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, αν δεν είχε παρέμβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με κύκλους του ΤΑΙΠΕΔ, η επέκταση της σύμβασης προβλεπόταν ρητά με τον νόμο του 1995 όπως και ότι θα έπρεπε να αρχίσει η διαπραγμάτευση 10 χρόνια πριν από τη λήξη, δηλαδή το 2016. Οι συζητήσεις του Ταμείου με το Διεθνές Αεροδρόμιο ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2016 με βάση αναφορές (δηλαδή τα οικονομικά δεδομένα) του 2015. Σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων για ποιον λόγο ελήφθη αυτό το έτος ως βάση, η απάντηση που δόθηκε από τις πηγές ήταν πως «σε όλες τις συναλλαγές ακολουθείται αυτή η πρακτική και ως τέτοιο έτος αναφοράς είναι το προηγούμενο». Οι ίδιοι κύκλοι του ΤΑΙΠΕΔ σημειώνουν πως συνομιλίες για τις ρυθμίσεις τις παράτασης γίνονται και με το ελληνικό Δημόσιο, προκειμένου να εξασφαλίζεται η συναίνεσή του. Εναν χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 2017, ολοκληρώνονται οι διαπραγματεύσεις, το κείμενο της τελικής συμφωνίας εγκρίνεται και από το Δημόσιο, τον Απρίλιο δίνεται και η ομόφωνη έγκριση και από το διεθνές αεροδρόμιο, ενώ στις 30 Μαΐου το ΤΑΙΠΕΔ ανακοινώνει πως το τίμημα ήταν στα 483,87 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία εγκρίθηκε και από τη Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων.
Και όμως παρά τη μεγάλη καθυστέρηση των διαπραγματεύσεων δεν αλλάζει το έτος αναφοράς που ήταν το 2015, βάσει του οποίου υποεκτιμήθηκαν τα δεδομένα για την κίνηση και την κερδοφορία του διεθνούς αερολιμένα, αφού τα απόμενα χρόνια τα οικονομικά του απογειώθηκαν. Οι αρμόδιες πηγές του Ταμείου δεν έδωσαν σαφή απάντηση για ποιον λόγο δεν άλλαξαν τα οικονομικά δεδομένα, που είχαν λάβει υπόψη τους οι σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ παρά την ενός έτους καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις.
ΕΞΕΤΑΣΗ. Στο τέλος του Ιουνίου του 2017 το ΤΑΙΠΕΔ απέστειλε τη σύμβαση στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για προκαταρκτική εξέταση.
Οι ίδιες πηγές του Ταμείου απέφυγαν να πουν αν η αρμόδια Διεύθυνση απέρριψε τη συμφωνία, καθώς παραβίαζε τη νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων και επέμεναν πως ακολούθησε επί έναν χρόνο νέος γύρος διαβουλεύσεων μεταξύ του Ταμείου και των συμβούλων του με την Κομισιόν, αλλά και με τους μετόχους του αεροδρομίου. Στις αρχές του 2018 και ύστερα από την παρέμβαση της Επιτροπής Επιτροπής Ανταγωνισμού ελήφθη τελικά υπόψη ως έτος αναφοράς το 2017 και με δεδομένη τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών πέτυχαν το τίμημα να ανέβει στα 1,115 δισ. ευρώ (χωρίς ΦΠΑ).