Mπαίνετε σε ένα εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο στο κέντρο της Αθήνας. Μόνο που στην είσοδο αντί για τη ρεσεψιόν υπάρχει μια φέτα από την άτρακτο ενός αεροπλάνου. Στο εστιατόριο αντί για μοριακή ή έστω φούζιον κουζίνα θα βρείτε πιάτα υψηλής βαρβαρικής γαστρονομίας από ψαροκόκαλα και απόσταγμα φυκιών. Οι ένοικοι αντί για τουρίστες θα είναι μια άγρια φυλή ιθαγενών που θα μοιάζουν σαν να έχουν επιβιώσει σε μια Ελλάδα που έχει χτυπηθεί από πυρηνικό όλεθρο, ντυμένοι με κουρέλια και έχοντας μαζί τους σταυρούς και σημαίες. Και στην αίθουσα ψυχαγωγίας αντί για ποπ κορν και νάτσος όσοι παρακολουθούν μια ταινία τρόμου θα μυρίζουν τις εκκρίσεις εκείνων που βλέπουν στη διπλανή αίθουσα κωμωδία και το αντίστροφο, χάρη στον ειδικό αμφίδρομο εξαερισμό.
Το πιθανότερο είναι ότι έχετε υποθέσει πως η παραπάνω περιγραφή δεν είναι παρά το σκηνικό μιας σουρεαλιστικής ταινίας αντί να σκεφτείτε ότι μπορεί όντως όλα αυτά από σήμερα να σας περιμένουν λίγα μόλις μέτρα μακριά από την Πλατεία Συντάγματος. Κι αυτό διότι δεν παρατηρήσατε πως μέσα στις προηγούμενες αράδες κρυβόταν η απάντηση. Δεν υπήρχε ούτε μία πρόταση που να μην περιλαμβάνει την πρόθεση αντί. Τη λέξη που αποτελεί και τον τίτλο της 6ης Μπιενάλε της Αθήνας η οποία επέστρεψε στην πόλη ως «το τελευταίο πάρτι πριν συμβεί κάτι σκοτεινό, πριν την έλευση ενός νέου ψηφιακού Μεσαίωνα», όπως λένε οι τρεις επιμελητές της: ο εικαστικός και αναπληρωτής καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Poka Yio – ο μοναδικός από τα τρία ιδρυτικά μέλη της αθηναϊκής μπιενάλε που εξακολουθεί να είναι ενεργά παρών -, ο θεωρητικός τέχνης και εικαστικός Κώστας Σταφυλάκης και η γερμανίδα επιμελήτρια Στέφανι Χέσλερ.
Εκατό καλλιτέχνες – εκ των οποίων οι 25 Ελληνες -, 25 νέες παραγωγές, τέσσερα κτίρια απρόσιτα κατά κύριο λόγο στο ευρύ κοινό – το βαριά βανδαλισμένο ξενοδοχείο Εσπέρια Παλάς επί της οδού Σταδίου, το πρώην κτίριο του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, έργο του Αναστασίου Μεταξά της δεκαετίας του ’30 διαγωνίως απέναντι, η κλειστή από το 2004 Μπενάκειος Βιβλιοθήκη της Βουλής επί της Ανθίμου Γαζή και το κτίριο του Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Εργων (ΤΣΜΕΔΕ) επί της Κολοκοτρώνη – και μια επιφάνεια 7.000 τ.μ. συνολικά αποτελούν τον εκθεσιακό πυρήνα της 6ης Μπιενάλε, η οποία φέτος «ανεβαίνει» από την Ομόνοια όπου είχε εδραιωθεί στις τελευταίες της εκδόσεις προς την Πλατεία Συντάγματος. Και εξακολουθεί να δίνει ζωή σε «νεκρά» κτίρια όπως έχει κάνει και στο παρελθόν με τη Διπλάρειο, το παλιό Χρηματιστήριο και το Μπάγκειο, ένα από τα στοιχεία που της επιτρέπουν να ισχυρίζεται ότι συνεχίζει το νήμα των προηγούμενων διοργανώσεων, γεγονός που τη διαφοροποιεί κι από άλλες Μπιενάλε παγκοσμίως.
Φέτος ο θεματικός της άξονας είναι το «Αντί», όρος άμεσα αναγνωρίσιμος, αλλά και αρκετός από μόνος του για να προκαλέσει αντιδράσεις. «Αντιμετωπίζουμε το “Aντί” με τρόπο διαδραστικό, ζωντανό, σαρκαστικό, πολιτικό αλλά όχι με διάθεση άμεσης αντιπαράθεσης. Μέσω του “Aντί” ανακρίνεται η κανονικότητα της εναντίωσης. Μέρος της κριτικής του είναι ο τρόπος που η πολιτική ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στοχεύουν στα συναισθήματά μας είτε αυτά είναι ο φόβος, είτε η απόλαυση. Και στο πλαίσιο της διαφοροποιημένης προσέγγισης συνειδητά μιμούμαστε χώρους καθημερινής χρήσης και τους ξανασερβίρουμε στο κοινό», επισημαίνει η επιμελητική ομάδα.
Η πρώτη γεύση από την Μπιενάλε που σας δώσαμε παραπάνω μπορεί να είναι από το πρώην ξενοδοχείο Εσπέρια, όπου μεταξύ άλλων φιλοξενεί και ένα υβρίδιο ελληνικής ταβέρνας και της γιορτής μπίρας του Μονάχου Οκτόμπερφεστ (GiGi), ένα ρινγκ για όποιον επιθυμεί να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στο chess boxing – ένα άθλημα όπου εναλλάσσονται παρτίδες σκακιού με αγώνες πυγμαχίας (Γέπε Ρούμπι) -, μια πίστα χορού που τον ρυθμό δίνουν εικαστικά video clips, αλλά και τα γραφεία της αντιφασιστικής οργάνωσης Μέτωπο Γερμανικού Μήλου που σατιρίζει τους νεοναζί.
H ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΠΟΧΗ. Η καρδιά της φετινής Μπιενάλε όμως θα χτυπά στο κτίριο που σήμανε το πέρασμα από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή και στέγαζε τις υπηρεσίας Ταχυδρομείου, Τηλεφωνίας και Τηλεγραφίας. Στόχος των διοργανωτών είναι κάθε όροφος να προσφέρει και μια διαφορετική αίσθηση στον επισκέπτη. Και πιθανόν να λειτουργήσει αν αναλογιστεί κάποιος ότι στην είσοδο έχει μεταφερθεί ένα τμήμα του αεροδρομίου Χίθροου (Γιούρι Πάτισον), την ώρα που στον πρώτο όροφο μια επικίνδυνη μορφή ενός έξυπνου μύκητα θα επιλέγει τη γρηγορότερη διαδρομή για να κινηθεί μέσα στον λαβύρινθο από πλεξιγκλάς όπου ζει (Τζένα Σουτέλα). Ενας τεράστιος αρουραίος με κίτρινα βαμμένα νύχια θα κρατά αγκαλιά έναν άνθρωπο με τζιν μπουφάν (Κορακρίτ Αρουντατσάι) ενώ ο εξωγήινος «Ποιμένας» θα έχει εκεί τη βάση του πριν αρχίσει τις εξορμήσεις του με το ποίμνιό του, «Το πλάσμα – σμήνος», σε εμβληματικούς χώρους όπως η Ακρόπολη (Γιοχάνες Πάουλ Ρέτερ).
Από το φουτουριστικό εργαστήριο πειραμάτων του πρώτου ορόφου, ανεβαίνουμε στον δεύτερο, όπου τα γραφεία έχουν παραμείνει στη θέση τους και η ατμόσφαιρα μιας καφκικής δημόσιας υπηρεσίας είναι διάχυτη στον αέρα. Κι αν στην αρχή έχει ενδιαφέρον να περιεργαστεί κάποιος το αποθετήριο των εμπορικών προϊόντων που έχουν αποτύχει (Mάριαμ Τζάφρι), το επόμενο έργο μπορεί να σας λύσει απορίες οικονομικής φύσεως καθώς θα λειτουργεί ένα τηλεφωνικό κέντρο με επτά νέους έλληνες οικονομολόγους οι οποίοι θα δέχονται τις ερωτήσεις του κοινού και θα καλούν από τον κατώτατο υπάλληλο των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ώς τον κεντρικό τραπεζίτη για να πάρουν απαντήσεις σε φιλοσοφικά ζητήματα του τύπου «τι νόημα έχει η ύπαρξη των τραπεζών» ώς πρακτικά ζητήματα περί οικονομίας (κολεκτίβα Δε Πενγκ). Μη φύγετε χωρίς να παρατηρήσετε το κεφάλι της (ταριχευμένης) γάτας που παρακολουθεί τα πάντα από το ταβάνι (Εύα και Φράνκο Μάτες). Κι αφού είμαστε στο κεφάλαιο χρήμα, η Μπιενάλε θα κυκλοφορήσει το δικό της κρυπτονόμισμα για όσους ενδιαφέρονται να επενδύσουν (Εντ Φορνιέλες).
Στον τρίτο όροφο έχει δημιουργηθεί ένα τεχνητό σπα με κορμούς από κούκλες βιτρίνας (Tζουμ Γιουν Γκέουνγκ) πλάι σε μια ροζ καρέκλα γυναικολογικής εξέτασης (Ταμπίτα Ρεζέρ), ενώ στον τέταρτο μπορείτε να δείτε από ποπ είδωλα έως πολιτικούς σε φιγούρες του θεάτρου σκιών (Σπύρος Αγγελόπουλος), ζωγραφική πάνω σε διαφημιστικά φυλλάδια (Τζόρτζια Φαμπρίζ), αλλά και να «χτυπήσετε» ένα τατουάζ (Λινέα Σιόμπεργκ). Στον πέμπτο δε η έκθεση φτάνει στο απόγειό της με την περσόνα – μια ιδιόμορφη εκδοχή της Μαρίνας Αμπράμοβιτς – που χτίζει ο Ευριπίδης Λασκαρίδης και τις επιθετικές οδηγίες της Σίνι Πιρς όταν επιχειρείτε να βγάλετε μία σέλφι. Σε αυτά που δεν πρέπει να χάσετε είναι οι αγιογραφίες του Γιάννη Γίγα, η μοδική εγκατάσταση του Αγγελου Φρέντζου, το βίντεο με τις φωτισμένες αραβικές πινακίδες της διωκόμενης στην Τουρκία Πινάρ Ογκρεντσί, το ρομπότ που καθαρίζει τα ερείπια μιας από τις διασημότερες κινέζες καλλιτέχνιδες παγκοσμίως, της Φέι Κάου, και το ύψους 5 μ. γουρούνι από λάτεξ της Σάεμποργκ (τα δύο τελευταία στην Μπενάκειο Βιβλιοθήκη), όπως και τις σέξι φωτογραφίες (Ετζι Σιν) που θα καλύπτουν τις τζαμαρίες του κτιρίου του ΤΣΜΕΔΕ το οποίο φιλοξενεί πλήθος εκδηλώσεων της Μπιενάλε. Αν θέλαμε να φτιάξουμε ένα γρήγορο προφίλ της διοργάνωσης, που όπως όλα δείχνουν επιδιώκει μια δυναμική επαναφορά στην εικαστική σκηνή μετά τη σχεδόν αφανή προηγούμενη Μπιενάλε, θα λέγαμε ότι κυριαρχεί το βίντεο και ότι το μείγμα των καλλιτεχνών περιλαμβάνει από νέους και αγνώστους στο ευρύ κοινό μέχρι ονόματα με σημαντική διαδρομή στη διεθνή σκηνή, ενώ αξιοσημείωτο είναι το άνοιγμα στους δημιουργούς από την Ασία.
«Πρόκειται για έργα που θα δυσκολέψουν κάποιους, όπως είναι προφανές και από το διαφημιστικό μας βίντεο. Το βέβαιο είναι ότι χρειάζεται κάποιος πολλές ώρες για να δει την έκθεση», καταλήγει ο Poka Yio.
info
6η Μπιενάλε της Αθήνας, έως 9 Δεκεμβρίου, στα κτίρια ΤΤΤ, Σταδίου 15, Ξενοδοχείο Εσπέρια Παλάς, Σταδίου 22, Μπενάκειος Βιβλιοθήκη, Ανθίμου Γαζή 2 και ΤΣΜΕΔΕ, Κολοκοτρώνη 4. Δευτέρα – Παρασκευή 14.00-22.00. Σαββατοκύριακα: 12.00-22.00. Είσοδος: 10 ευρώ (μειωμένο 5), τριήμερο 18 ευρώ (μειωμένο 10) και διαρκείας 25 ευρώ (μειωμένο 18).