«Η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν δημιουργήσει εδώ και καιρό διπλωματικά κανάλια για την αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων»: αυτή ήταν η φράση της εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όταν ρωτήθηκε σχετικά με την αμερικανική θέση για τις εξαγγελίες Κοτζιά – Τσίπρα σχετικά με το… «μεγάλωμα» της Ελλάδας όπως περιέγραψε ο απελθών υπουργός Εξωτερικών την κυβερνητική απόφαση για τη μερική, πλην Αιγαίου, επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης. Μετάφραση; Η Ελλάδα μόλις απώλεσε σημαντικό τμήμα από το «πλεονέκτημα» που, ελέω Ερντογάν, είχε διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα στο τρίγωνο Ουάσιγκτον, Αγκυρα, Αθήνα. Το απώλεσε άνευ λόγου και με πρωτοβουλία της. Επιχείρησε έναν σε μεγάλο βαθμό ανούσιο και σίγουρα χωρίς διπλωματική προετοιμασία εξυπνακίστικο μαξιμαλισμό που αμέσως της γύρισε μπούμερανγκ: ουσιαστικά, ήδη έμεινε μόνη και εμφανώς απροετοίμαστη μπροστά στην ουσιώδη βλάβη που διαφαίνεται.
Από τη στιγμή και από τον τρόπο που έγινε η αναγγελία της σχετικής απόφασης «μύριζε» πυροτέχνημα. Πρώτον, γνωστοποιήθηκε στα πλαίσια της τελετής παράδοσης από τον Κοτζιά στον Τσίπρα. Δηλαδή, τη στιγμή και τον τρόπο επέβαλε ξεκάθαρα η πολιτική συγκυρία και όχι η όποια εθνική στρατηγική. Αν δεν είχε γίνει αυτή η ξαφνική αλλαγή ακόμα δεν θα είχε γνωστοποιηθεί τίποτα. Μία μείζονος εθνικής σημασίας απόφαση γίνεται εργαλείο εσωτερικού πολιτικού θεάτρου – προσωπικού δε!
Δεύτερον, γίνεται, ακριβώς γι’ αυτό, πρόχειρα και χωρίς να μετρηθούν δεδομένα και επιπτώσεις: χαρακτηριστικό είναι ότι λίγα 24ωρα αργότερα, με το που εμφανίστηκε ο νέος υπουργός Εξωτερικών, η πρώτη του ενέργεια ήταν να ακυρώσει την έννοια «προεδρικά διατάγματα» και να περάσει στην έννοια «νομοσχέδιο». Τώρα το πόση εμπιστοσύνη αποπνέουν όλα αυτά για την ουσία της εξαιρετικά σημαντικής αυτής υπόθεσης, είναι προφανές: μηδενική. Δεν είναι δυνατόν να γίνονται τέτοιας τάξεως εξαγγελίες και να μην έχει καν βρεθεί το νομικό τους σχήμα, κάτι που δεν είναι τύπος αλλά ουσία. Το μέγεθος της προχειρότητας καθίσταται εξόφθαλμο. Εκτός κι αν αυτός είναι ο τρόπος του Τσίπρα να την πάρει στην πραγματικότητα πίσω.
Τρίτον, το γεγονός ότι περίσσεψαν οι μεγαλοστομίες δεν μπορεί παρά να δημιουργεί επιπλέον ανησυχία: δεν «μεγαλώνουν» οι χώρες με ένα προεδρικό διάταγμα ή ένα νομοσχέδιο και μάλιστα σε συνθήκες όπως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και μόνον το να το λέει κανείς αυτό προδίδει επικίνδυνη άγνοια της πραγματικότητας. Πλην των αποστάσεων των Αμερικανών, το μόνο που πέτυχε η κυβέρνηση είναι η επί τα χείρω επαναδιατύπωση του [πάντοτε ισχύοντος] casus belli της Τουρκίας ενώ έχουμε αυτοεξαιρέσει το Αιγαίο!
Ομως υπάρχει κάτι ακόμα: όλα αυτά θυμίζουν έντονα, πλην σε ακόμα δυσμενέστερη εκδοχή, την υπόθεση των Σκοπίων ως προς το εξής: θέτουν ουσιαστικά το θεμέλιο της διαπραγμάτευσης για το Αιγαίο το οποίο εμμέσως πια ήδη αναγνωρίζεται από την ίδια την Ελλάδα να έχει ειδικό καθεστώς. Αποτελούν σαφώς το πρώτο βήμα. Και αυτή η διάσταση είναι αναμφισβήτητα πολύ πιο σημαντική από τα οφέλη που υποτίθεται ότι θα φέρει μια τέτοια απόφαση. Η Ελλάδα αυτοπαγιδεύτηκε διπλά, έβαλε αυτογκόλ. Γιατί; Από εξόφθαλμη προχειρότητα; Μοιάζει δύσκολο. Μήπως είναι κάτι άλλο; Μήπως απλώς η κυβέρνηση της «Αριστεράς» προετοιμάζει άλλο ένα «παράσημο» στο πέτο της σαν εκείνο της Μακεδονίας; Μήπως ήδη στήνει κάτι «αντίστοιχο» για το Αιγαίο;