Έντυπη Έκδοση - Γνώμες
Μπορούν οι «κακοί» να κάνουν και «καλά» πράγματα; Η απάντηση έχει δοθεί. Ναι, μπορούν. Γι’ αυτό Το Ποτάμι ψηφίζει στη Βουλή όσα αλλάζουν προς το καλύτερο – έστω και στο ελάχιστο – τη ζωή μας χωρίς να νοιάζεται αν κυβερνούν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ή οι ΑΝΕΛΣΥΡΙΖΑ.
Πάμε λοιπόν στο επόμενο ερώτημα που φαντάζει δυσκολότερο: Μπορούν οι «καλοί» να κάνουν και «κακά» πράγματα;
Το ερώτημα ενέσκηψε ξαφνικά επειδή καλέσαμε (άκουσον άκουσον) τους πάλαι ποτέ συντρόφους του κ. Παπαντωνίου να πάρουν θέση για τα όσα αποκαλύπτονται για τα χρόνια που ήταν υπουργός. Εμείς βέβαια δεν ξαφνιαστήκαμε γι’ αυτά που σήμερα βγαίνουν στο φως. Είχα μιλήσει στη Βουλή, τον Μάρτιο του ’17, για τις μίζες, τη διαφθορά και τους λογαριασμούς στην Ελβετία. Είχα μιλήσει σε μια σχεδόν άδεια αίθουσα με κάποιους στους διαδρόμους να ψιθυρίζουν «τι τα σκαλίζει τώρα αυτά».
Και τώρα που οι δικαστές φαίνεται να βρίσκουν, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, την άκρη του νήματος, οι πολιτικοί που συγκυβέρνησαν με τον κ. Παπαντωνίου συνεχίζουν να μην τολμούν να μιλήσουν. Το Ποτάμι δεν είπε ότι όλοι οι παλιοί είναι συνένοχοι. Αλλά κανένας δεν είχε καταλάβει τίποτα; Κανείς δεν είχε μάθει; Δεν είχε προβληματιστεί;
Η διαφθορά είναι η μεγάλη πληγή του πολιτικού μας συστήματος. Αντί να κάνουμε θεωρητικές κουβέντες, πρέπει να βρίσκουμε τους ενόχους και να τους κλείνουμε στη φυλακή. Ή ορθότερα να αφήνουμε τη Δικαιοσύνη ανεπηρέαστη να τους βρίσκει. Κανείς δεν έχει ασυλία. Και προπαντός κανείς δεν είναι αθώος επειδή έχει μια ωραία πολιτική ιστορία να διηγηθεί. Και ούτε είναι τεκμήριο αθωότητας η σύγκρουση με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
«Πώς είναι δυνατόν ο Θεοδωράκης που είναι εκσυγχρονιστής να καλεί τον Σημίτη να πάρει θέση για τον Παπαντωνίου», έγραψε ένας φίλος. Μα επειδή ακριβώς είμαστε εκσυγχρονιστές λέμε ότι η ανάληψη των πολιτικών ευθυνών είναι αναγκαία. Οι περιπτώσεις Τσοχατζόπουλου – Παπαντωνίου, όπως και όλα τα μικρότερα – αλλά όχι μικρά – που έχουν αποκαλυφθεί (Μαντέλης, κομματικά ταμεία κ.ά.) αποδεικνύουν ότι υπήρχαν και σάπιες πτέρυγες στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας. Και δεν το λέω σήμερα. Το φώναζα και ως δημοσιογράφος. «Από το 1996 έως το 2010 οι πολεμικές δαπάνες έφτασαν στα 25 δισεκατομμύρια. Πολλά από αυτά έγιναν βίλες και καταθέσεις. Και μετά είναι οι υγειονομικές δαπάνες, οι κάθε λογής προμήθειες του Δημοσίου και οι κατασκευαστικές δαπάνες. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις μίζες των πρωτοκλασάτων αλλά και στις “αμοιβές” των οικογενειακών και κομματικών κουμπάρων που έκαναν την Ελλάδα μπανανία». (19.11.12 στο protagon). Αυτά έγραφα τότε, γι’ αυτά αγωνιζόμαστε και σήμερα. Μόλις χθες αποκαλύψαμε στοιχεία για το «φαγοπότι» στο Προσφυγικό. Με απευθείας διαδοχικές αναθέσεις έργων πολλών εκατομμυρίων ευρώ στα ίδια και τα ίδια πρόσωπα χωρίς δημόσιες προκηρύξεις.
Το Ποτάμι λοιπόν συγκρούεται με όλες τις μελανές στιγμές. Και του χθες και του σήμερα. Γιατί αυτό έχει αξία. Να μιλάς θαρρετά όχι μόνο για τους «εχθρούς» σου αλλά και για τους «φίλους» σου. Το ότι ο Σημίτης κατόρθωσε να ισορροπήσει τη χώρα το ’96, το ότι συγκρούσθηκε με τον λαϊκισμό και ακολούθησε μια συνεπή ευρωπαϊκή πορεία (και έβαλε και την Κύπρο στην ΕΕ), δεν σημαίνει ότι όλα όσα έγιναν στα χρόνια του ήταν καλά καμωμένα. Και όσο πιο σύντομα αποφασίσει να μιλήσει για τα λάθη και τις παραλείψεις της δικής του περιόδου, τόσο πιο πειστικές θα είναι οι συμβουλές που δίνει για το μέλλον.
Κάποιοι θέλουν την Ελλάδα χώρα στρατοπέδων. Μνημονιακοί – αντιμνημονιακοί. Εθνικόφρονες – προδότες. Πλούσιοι – φτωχοί. Και όλοι μας καλούμαστε να επιλέξουμε στρατόπεδο. «Ή με εμάς ή με τους άλλους». Αυτό μας ζητούσε ο κ. Τσίπρας το ’14, αυτό μας ζητάνε σήμερα κάποιοι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ! Ε δεν θα το κάνουμε. Το Ποτάμι δεν θα το κάνει. Η Ελλάδα δεν έχει μέλλον αν συνεχίσει και στα μικρά και τα μεγάλα να κινείται στη λογική του άσπρου μαύρου.
Η αυτογνωσία που έχει ανάγκη η χώρα απαιτεί όλη την αλήθεια και σκληρές παραδοχές.