Η νίκη στο Λουξεμβούργο επί της Ντουντελάνζ το βράδυ της Πέμπτης (0-2) έβαλε τον Ολυμπιακό για τα καλά στο μονοπάτι του ανταγωνισμού για την πρόκριση στους 32 του Γιουρόπα Λιγκ. Εβαλε και δύσκολα όμως στον Πέδρο Μαρτίνς, αναφορικά με τις λύσεις που έχει στα χέρια του για τη θέση του σέντερ φορ.
Μετά τον Αχμέντ Χασάν, βλέπετε, προέκυψε ο τραυματισμός του Μιγκέλ Ανχελ Γκερέρο (ρήξη στον έσω πλάγιο σύνδεσμο). Και αν για τον Αιγύπτιο υπάρχει η εντύπωση πως χρειάζεται δύο-τρεις εβδομάδες ώς την επιστροφή του, για τον Ισπανό ο χρόνος αποθεραπείας εκτιμάται στο διπλάσιο. Κάπως έτσι, εκεί που ο Ολυμπιακός είχε δύο βασικότατους σέντερ φορ, πλέον αναγκάζεται να ψάξει στο βάθος του ρόστερ του για λύσεις. Στο πρόσωπο του Λάζαρου Χριστοδουλόπουλου, που «9άρι» δεν τον λες, αλλά που – όπως έδειξε και στο Λουξεμβούργο – δεν έχει πρόβλημα να ανταποκριθεί και σε αυτόν τον ρόλο, και βέβαια σε εκείνο του Δημήτρη Μάνου. Του 24χρονου στράικερ, που έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα θα πρέπει να αναλάβει ένα σημαντικό μέρος της ευθύνης μέχρι να επιστρέψουν οι δύο συμπαίκτες του.
Από νωρίς
Το πώς θα πάει αυτή η «αντικατάσταση»; Θα έχουμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε από σήμερα κιόλας. Από την επιστροφή στη δράση της Σούπερ Λίγκας, με τον Ολυμπιακό να υποδέχεται τον ουραγό Απόλλωνα (19.30) ψάχνοντας την πρώτη του νίκη έπειτα από τρεις αγωνιστικές (ήττες με ΠΑΟΚ – ΟΦΗ, ισοπαλία με την ΑΕΚ) που τον απομάκρυναν από την κορυφή του βαθμολογικού πίνακα. Θα είναι ο Λάζαρος ή ο Μάνος στην κορυφή της επίθεσης; Την απάντηση την κρατά για τον εαυτό του προς το παρόν ο Μαρτίνς. Το μόνο σίγουρο είναι πως η λύση θα είναι «ελληνική». Και αυτή η διαπίστωση αν μη τι άλλο προσφέρει την ευκαιρία να παρατηρήσει κανείς τον τρόπο με τον οποίο ο πορτογάλος τεχνικός αξιοποιεί το ελληνικό κομμάτι του ρόστερ του. Ενα από τα προαπαιτούμενα το καλοκαίρι όταν ο Ολυμπιακός χτιζόταν από την αρχή. Ηθελε βάση ελληνική και τη δημιούργησε. Με τους Ελληνες να μη συμπληρώνουν το ρόστερ, αλλά να είναι πρωταγωνιστές. Ισως δεν το έχουν παρατηρήσει πολλοί, αλλά ουσιαστικά ο 48χρονος τεχνικός έχει επιλέξει να σχηματίσει τον μισό κορμό του πάνω στους έλληνες ποδοσφαιριστές. Δεν υπάρχει ματς στη Σούπερ Λίγκα στις 7 αγωνιστικές που προηγήθηκαν όπου να μην αγωνίστηκαν τουλάχιστον πέντε Ελληνες.
Εντός των συνόρων με τον Δημήτρη Μάνο (δεν είναι δηλωμένος στην ευρωπαϊκή λίστα), εκτός με τον Λάζαρο Χριστοδουλόπουλο (που ούτως ή άλλως επιβεβαίωσε στο Λουξεμβούργο ότι μπορεί να κάνει τη δουλειά, καθώς αντικατέστησε τον Γκερέρο μόλις στο 16′). Και δεν υπάρχει συνολικά ματς στα πρώτα 15 επίσημα και στις τρεις διοργανώσεις που να μην αγωνίστηκαν τουλάχιστον τέσσερις Ελληνες. Το τελευταίο (αυτό με το καρέ) προέκυψε στο Σαν Σίρο και την ήττα από τη Μίλαν, όταν ο Μαρτίνς θέλησε να ξεκουράσει μια σειρά από βασικούς, αφήνοντας στην Αθήνα τον Χριστοδουλόπουλο, τον Μπουχαλάκη κ.λπ.
Η εμπειρία με Λουκέρνη
Το ματς με τη μεγαλύτερη ελληνική εκπροσώπηση ήταν το πρώτο της σεζόν. Το 4-0 με τη Λουκέρνη, όταν ξεκίνησαν στην αρχική εντεκάδα οι Γιαννιώτης, Τσιμίκας, Μπουχαλάκης, Λάζαρος και Φορτούνης και ήρθαν από τον πάγκο οι Φετφατζίδης, Τοροσίδης και Βρουσάι. Ναι, καλά μετρήσατε. Ολυμπιακός με οκτώ Ελληνες! Συνολικά στο ρόστερ της ομάδας υπάρχουν δεκατέσσερις. Από αυτούς ώς εδώ δεν έχουν ακόμη χρόνο συμμετοχής ο Λευτέρης Χουτεσιώτης (3ος τερματοφύλακας) και ο Δημήτρης Νικολάου που είναι ο 5ος στόπερ. Ο Φορτούνης και ο Χριστοδουλόπουλος έχουν αγωνιστεί σε 13 από τις 15 επίσημες αναμετρήσεις. Ο Τσιμίκας και ο Γιαννιώτης σε 12. Ο Φετφατζίδης και ο Μπουχαλάκης σε 11. Απαντες βασικοί στο πλάνο του προπονητή. Ακολουθεί ο Τοροσίδης (που την Πέμπτη με δικό του γκολ άνοιξε τον δρόμο για το «διπλό» στο Λουξεμβούργο) με 7 και η νουβέλ βαγκ (Κούτρης 3, Μάνος 2, Βρουσάι, Μασούρας, Ανδρούτσος) που όσο ο καιρός περνά τόσο και θα ανεβάζει τον χρόνο συμμετοχής της. Πιο ελληνική αγωνιστική εκδοχή ο Ολυμπιακός δεν είχε εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Το καταφέρνει φέτος δημιουργώντας μια βάση για τα επόμενα χρόνια. Και το κάνει δίνοντας στους Ελληνες ρόλο πρωταγωνιστικό. Για να δούμε αν ο Δημήτρης Μάνος θα είναι ο επόμενος στον δρόμο που χάραξαν ο Γιαννιώτης, ο Τσιμίκας, ο Μπουχαλάκης.