Ο φετινός πανηγυρικός εορτασμός της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου στους όμορφους Βουλιαράτες θα μπορούσε, υπό άλλες συνθήκες, να είχε μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των ελληνικών μέσων ενημέρωσης λόγω της μοναδικότητάς του: πρόκειται για την πρώτη επίσημη εκδήλωση που διοργανώθηκε εκεί μετά την έναρξη εφαρμογής της ελληνοαλβανικής συμφωνίας, από τον Ιανουάριο του 2018, για την αναζήτηση των οστών των ελλήνων πεσόντων του 1940-41, την εκταφή και την ταυτοποίησή τους, διαδικασία που μετατρέπει το στρατιωτικό κοιμητήριο στους Βουλιαράτες σε σημαντικό τόπο μνήμης και απότισης φόρου τιμής σε όσους θυσιάστηκαν κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Ταυτόχρονα, όμως, και σε έναν τόπο που μπορεί να εξελιχθεί σε σύμβολο των αγαθών αποτελεσμάτων που προκύπτουν μέσα από τη συνεργασία και την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο γειτόνων λαών όταν αποφασίσουν να ξεπεράσουν τις αγκυλώσεις του παρελθόντος και να σεβαστούν τις ιστορικές και πολιτισμικές ευαισθησίες αμφοτέρων.
Δυστυχώς, τα λυπηρά γεγονότα που εκτυλίχθηκαν κατά τη διάρκεια της ημέρας ανέτρεψαν τις προτεραιότητες. Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Κατσίφα, υπό ασαφείς ακόμη συνθήκες και αδιευκρίνιστα αίτια, τάραξε την προσεκτικά οργανωμένη τελετή. Τάραξε δε πολύ περισσότερο την ηρεμία στις ελληνοαλβανικές σχέσεις, η οποία χτίζεται με τόσες δυσκολίες αλλά αποδομείται πολύ εύκολα. Οι εμπρηστικές δηλώσεις του αλβανού πρωθυπουργού με τους οξείς και ανοίκειους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποίησε για έναν άνδρα ήδη νεκρό, η απάντηση του ελληνικού υπουργείου που με σκληρό ύφος απαιτεί τα αυτονόητα, όλα δείχνουν μια σπουδή εκατέρωθεν που δεν ταιριάζει στην κρισιμότητα της περίστασης.
Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις έχουν πολύ ταλαιπωρηθεί κατά το παρελθόν από μεγάλα και σημαντικά ζητήματα, αλλά και από ήσσονος σημασίας συμβάντα που όμως έλαβαν μεγάλες διαστάσεις λόγω της έλλειψης ψυχραιμίας και αυτοσυγκράτησης με την οποία αντιμετωπίστηκαν. Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Κατσίφα αποτελεί ιδανική περίπτωση την οποία μπορούν να εκμεταλλευτούν ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι, και στις δύο πλευρές των συνόρων, που επιθυμούν να δυναμιτίσουν την ειρηνική συνύπαρξη των δύο λαών, κύκλοι και οργανώσεις που οραματίζονται ακόμη μεγαλοϊδεατικούς προορισμούς και απελευθερωτικές πρωτοβουλίες.
Η μόνη συζήτηση που μπορεί να γίνει για τους Ελληνες της Αλβανίας αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων τους από το αλβανικό κράτος στη βάση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και της ευρωπαϊκής προοπτικής της Αλβανίας και τη δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέπουν την ευημερία τους και την ελεύθερη έκφραση του πολιτισμού και της ταυτότητάς τους. Και αυτή η συζήτηση απαιτεί κλίμα εμπιστοσύνης για να διεξαχθεί και να καρποφορήσει. Καθετί άλλο προσφέρει κακές υπηρεσίες στον Ελληνισμό.
Η Ελευθερία Κ. Μαντά είναι επίκουρη καθηγήτρια Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ