Ενας ακροδεξιός λαϊκιστής, που τάσσεται υπέρ της οπλοχρησίας των πολιτών, υπέρ των βασανιστηρίων και αδιαφορεί για τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλοφίλων είναι ο επόμενος πρόεδρος της Βραζιλίας, έπειτα από μια βαθιά διχαστική προεκλογική εκστρατεία που φαίνεται ότι θα επηρεάσει το μέλλον της τέταρτης μεγαλύτερης δημοκρατίας στον κόσμο.

Ο Ζαΐρ Μπολσονάρο, ο 63χρονος πρώην αλεξιπτωτιστής που ζήτησε τις ψήφους των συμπατριωτών του υποσχόμενος να αντιμετωπίσει τη διαφθορά, την εγκληματικότητα και μια υποτιθέμενη κομμουνιστική απειλή, εξασφάλισε το 55,1% των ψήφων έναντι 44,8% του Φερνάντο Χαντάν, υποψηφίου του κόμματος που βρισκόταν τις τελευταίες δεκαετίες στην εξουσία, του Εργατικού Κόμματος. Μιλώντας από το σπίτι του στο Ρίο ντε Ζανέιρο, ο Μπολσονάρο που εκλεγόταν στη Βουλή επί 27 χρόνια με την Ακροδεξιά και δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985) ευχαρίστησε τον Θεό και δήλωσε πως «δεν μπορούμε να συνεχίσουμε άλλο αυτό το φλερτ με τον κομμουνισμό. Μαζί θα αλλάξουμε το πεπρωμένο της Βραζιλίας».

Ο Χαντάν προέτρεψε τα 45 εκατομμύρια ψηφοφόρους που τον στήριξαν να μη χάσουν την ελπίδα τους. «Θα συνεχίσουμε με το κεφάλι ψηλά, με αποφασιστικότητα και κουράγιο», είπε. «Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στη χώρα να κινηθεί προς τα πίσω». Υπάρχουν όμως και αυτοί που χάρηκαν με την εκλογή του Μπολσονάρο, που αποκαλείται και «Τραμπ των τροπικών», για τις ακραίες απόψεις του. Ο ακροδεξιός υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας Ματέο Σαλβίνι τον συνεχάρη μέσα από το Twitter, ενώ η ηγέτις της Ακροδεξιάς στη Γαλλία Μαρίν Λεπέν έστειλε συγχαρητήριο μήνυμα.

«Η εξτρεμιστική Δεξιά κατέκτησε τη Βραζιλία», σχολίασε ο Τσέλσο Ρόσα ντε Μπάρος, πολιτικός αναλυτής. «Η Βραζιλία τώρα έχει τον πιο ακραίο πρόεδρο από οποιαδήποτε άλλη δημοκρατική χώρα… δεν ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί». Το 2017, ο Μπολσονάρο επέδειξε τον μισογυνισμό του δηλώνοντας ότι αφού έκανε τέσσερις γιους, έγινε «αδύναμος» κι έτσι απέκτησε μια κόρη. Το 2014 προκάλεσε σκάνδαλο όταν καταφέρθηκε με σκαιό τρόπο εναντίον της βουλευτού Μαρίας ντο Χοζάριου, λέγοντάς της ότι «δεν της άξιζε να τη βιάσει διότι ήταν πολύ άσχημη». Ενώ σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο περιοδικό «Playboy» το 2011 είχε δηλώσει πως θα προτιμούσε ένας γιος του «να σκοτωθεί σε δυστύχημα» παρά να του πει πως είναι ομοφυλόφιλος.

Το πολιτικό πρόγραμμα του Μπολσονάρο είναι μάλλον ρευστό και ασαφές, όπως δείχνουν οι πολλές αλλαγές της πολιτικής του ετικέτας στην πορεία των ετών. Αν και ομολογεί ότι δεν καταλαβαίνει τα οικονομικά, εξασφάλισε την εμπιστοσύνη των αγορών χάρη στον γκουρού του Πάουλου Γκέτζις, «Chicago boy», νεοφιλελεύθερο πολιτικό τον οποίο σκοπεύει να κάνει «υπερυπουργό». Ο Γκέτζις δήλωσε ότι έχει σκοπό να «αλλάξει το οικονομικό μοντέλο της χώρας», προωθώντας ένα ιδιαίτερα ευρύ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και προχωρώντας στην περιστολή των δημοσίων δαπανών. «Η Βραζιλία γνώρισε 30 χρόνια ανεξέλεγκτων δημοσίων δαπανών (…) ακολούθησε ένα μοντέλο το οποίο διέφθειρε την πολιτική και προκάλεσε την αύξηση των φόρων, των επιτοκίων και του χρέους, όπως μια χιονοστιβάδα», τόνισε.

Η Βραζιλία βγήκε με πολύ κόπο από μια από τις χειρότερες υφέσεις στην ιστορία της, αφού είδε το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται κατά 3,5% το 2015 και το 2016, ενώ καταμετρά σχεδόν 13 εκατομμύρια ανέργους. Ο Γκέτζις υπογράμμισε ακόμη ότι η κυβέρνηση υπό τον Μπολσονάρο θα μελετήσει και θα θέσει σε εφαρμογή αφού αναλάβει την εξουσία, τον Ιανουάριο, μεταρρυθμίσεις στο Ασφαλιστικό και στις συντάξεις, μέτρα εξαιρετικά αντιδημοφιλή που όμως επιχειρηματίες και οι αγορές χαρακτηρίζουν απαραίτητα για να μειωθεί το χρέος.