Οι άνθρωποι είναι οι αντιφάσεις τους. Αλλά ισχύει και στην πολιτική ό,τι ισχύει στη ζωή; Συνάδει, ας πούμε, το επίμονο αίτημα για πρόωρες εκλογές με την πρόταση για συνταγματική πρόβλεψη που θα διασφαλίζει τον σταθερό εκλογικό κύκλο της Βουλής; Το ερώτημα γίνεται πιο πιεστικό για κάποιον που ευαγγελίζεται ένα διαφορετικό πολιτικό υπόδειγμα από εκείνο των αντιπάλων του. Ο Μητσοτάκης, λέει ο Μητσοτάκης, δεν είναι Τσίπρας. Η δική του υποτίθεται πως είναι μια πολιτική αρχών. Δεν γίνεται με σημαίες ευκαιρίες αλλά με θέσεις. Δεν έχει αντιπολιτευτική εξαλλοσύνη αλλά θεσμική υπευθυνότητα. Αν λοιπόν ο αρχηγός της ΝΔ αντιλαμβάνεται ως μείζον ζητούμενο την πολιτική σταθερότητα, γιατί ζήτησε σχεδόν από την αρχή της αρχηγίας του να στηθούν κάλπες;
Ο ένας λόγος είναι πιθανότατα ενδοκομματικός – ο αρχηγός της αντιπολίτευσης δεν αντιπολιτεύεται μόνο, δίνει και εξετάσεις αντιπολιτευτικής επάρκειας στο κόμμα του και ακόμη περισσότερο σε εκείνους που δεν θα έχαναν την ευκαιρία για να τον αμφισβητήσουν να πάει χαμένη. Το αίτημα για πρόωρες εκλογές είναι από αυτή την άποψη μια by the book υποχρέωση για κάθε αντιπολίτευση – πριν από τον Μητσοτάκη ζητούσε εκλογές ο Τσίπρας και πριν από τον Τσίπρα ο Σαμαράς και πριν ο Παπανδρέου και πιο πριν ο Καραμανλής και κάθε αρχηγός της αντιπολίτευσης. Το αίτημα κάτω αυτό το πρίσμα δεν είναι παρά μια αντιπολιτευτική έξη, κάτι που διατυπώνεται τυπικά, σχεδόν γραφειοκρατικά, επειδή απλώς πρέπει να διατυπωθεί.
Ακόμη κι έτσι όμως ο Μητσοτάκης πέφτει θύμα μιας αντίφασης. Ακόμη χειρότερα, εμφανίζεται δέσμιος μιας σειράς από αντιπολιτευτικές «δουλείες» που είτε επέβαλε ο ίδιος στον εαυτό του είτε του επιβλήθηκαν στο όνομα των εσωκομματικών ισορροπιών. Ο Μητσοτάκης ξέρει πόσο ακριβά πλήρωσε ο Τσίπρας τις δικές του αντιφάσεις και τις δικές του δουλείες – είναι κάτι που εξηγεί τη φειδώ με την οποία μοιράζει υποσχέσεις. Ο κανόνας πάντως παραμένει: Αν στη ζωή οι αντιφάσεις δίνουν μέτρο της ανθρώπινης φύσης, στον δημόσιο βίο δίνουν εκείνο της πολιτικής αξιοπιστίας.