Αντί για συναίνεση, ως είθισται σε μια διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης, το πολιτικό σύστημα οδηγείται σε μετωπική σύγκρουση με φόντο μια κορυφαία διαδικασία, όπως είναι οι αλλαγές στο Σύνταγμα. Το κλίμα δυναμιτίζεται και από την κυβερνητική πρόταση για τις αλλαγές στη διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως προκύπτει και από τις αντιδράσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης που χαρακτηρίζει ουσιαστικά «φαρσοκωμωδία» την επιλογή του Πρωθυπουργού.
Η πρόταση της κυβερνητικής πλειοψηφίας για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, που οριστικοποιήθηκε χθες στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, πυροδοτεί πολιτικές εκρήξεις, καθώς προτείνεται μια διαδικασία με επαναλαμβανόμενες ψηφοφορίες, μία ανά μήνα, επί ένα εξάμηνο, για να εξευρεθούν οι 180 ψήφοι, αφού προηγηθούν οι τρεις ψηφοφορίες στη Βουλή για τη συγκέντρωση 200 και 180 ψήφων. Αν δεν υπάρξει αποτέλεσμα ύστερα από τις εννέα, συνολικά, ψηφοφορίες, τότε η εκλογή θα γίνει απευθείας από τον λαό.
Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη πρόταση θα μπορούσε να οδηγήσει την πολιτική σκηνή και τη χώρα σε μια παρατεταμένη κρίση που θα έχει άμεσες επιπτώσεις σε πολλά επίπεδα. Ουσιαστικά, όπως τονίζεται από κορυφαία στελέχη της αντιπολίτευσης, η χώρα θα είναι σε ομηρεία με απρόβλεπτες συνέπειες, λόγω των πολιτικών παιγνίων του ΣΥΡΙΖΑ.
Από το Μέγαρο Μαξίμου εμμένουν ότι ο στόχος είναι με τη διαδικασία που προτείνεται αυτό το εξάμηνο, κατά το οποίο θα παρατείνεται η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας, να υπάρξει η ανάλογη πολιτική πίεση προς τις πολιτικές δυνάμεις, ώστε να υπάρξει η μέγιστη δυνατή συναίνεση και να εκλεγεί ο ανώτατος πολιτειακός παράγοντας.
Αν και δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα το ζήτημα, καθώς έμεινε ανοικτό, αλλά αυτή η πρόταση φαίνεται ότι προκρίνεται, κυβερνητικοί παράγοντες υποστήριζαν ότι η κεντρική πολιτική επιδίωξη δεν είναι η ενίσχυση του θεσμού του Προέδρου, αλλά της Βουλής με τη μη διάλυσή της και την προκήρυξη εκλογών, ενώ δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν τίθεται θέμα αλλαγής του πολιτεύματος, από Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία σε Προεδρική Δημοκρατία.
Προβληματικός σχεδιασμός. Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που αναμένεται να κατατεθούν τις επόμενες ημέρες μαζί με τις 50 υπογραφές για να συγκροτηθεί η Επιτροπή Συνταγματικής Αναθεώρησης, χαρακτηρίζονται θολές σε πολλά σημεία, ανεδαφικές και προβληματικές. Και αυτό διότι εντάσσονται στο πλαίσιο, για το οποίο εγκαλείται ο Πρωθυπουργός, απλά της δημιουργίας πολιτικού κλίματος και της αίσθησης πως προχωρά στην πιο προοδευτική και εκσυγχρονιστική μεταρρύθμιση στον καταστατικό χάρτη της χώρας.
Οι σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη χθεσινή ΚΟ, στην οποία δεν συμμετείχε ο πρώην υπουργός Νίκος Κοτζιάς, στις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν απαλείφει – παρά τις διαφωνίες του Νίκου Φίλη και άλλων βουλευτών – το άρθρο 3 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού», σε μια προσπάθεια να μην υπάρξει σύγκρουση με την Ιεραρχία. Μάλιστα ο Φίλης επεσήμανε ότι η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία θα ακυρώσει τη θρησκευτική ουδετερότητα, ενώ ο υπουργός Επικρατείας Δημήτρης Τζανακόπουλος υποστήριξε ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα.
Αντίθετα, θα προστεθεί η «ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους», ενώ θα θεσπιστεί η υποχρεωτικότητα του πολιτικού όρκου για όλους τους αιρετούς και τους δημοσίους υπαλλήλους, ενώ θα προστεθεί και ερμηνευτική δήλωση ότι η «αναγνώριση της επικρατούσας θρησκείας δεν θα επιφέρει δυσμενείς συνέπειες έναντι άλλων θρησκειών».
Μείζον για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η αλλαγή του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών (σχετικά με τη μειωμένη παραγραφή), αλλά και η θέσπιση τριών θητειών για τους βουλευτές, πλην των πολιτικών αρχηγών και των πρώην πρωθυπουργών.