Κάποιοι μιλούν για ένα φεμινιστικό και οικολογικό μανιφέστο και άλλοι για ένα εκδικητικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Το νέο βιβλίο της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, που κυκλοφόρησε χθες στη Γαλλία με τίτλο «Αυτά που μπορώ επιτέλους να σας πω», προκαλεί σε κάθε περίπτωση πολλές συζητήσεις. Πρωτίστως διότι η πρώην σύντροφος και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του Φρανσουά Ολάντ, υποψήφια των Σοσιαλιστών για τη γαλλική προεδρία το 2006, μετέπειτα υπουργός Περιβάλλοντος του Μανουέλ Βαλς και του Μπερνάρ Καζνέβ (2014-2017) και νυν πρεσβευτής της Γαλλίας επιφορτισμένη με τη διεθνή διαπραγμάτευση για τον Αρκτικό και τον Ανταρκτικό Πόλο, βάζει με αυτό το δικό της λιθαράκι στο κίνημα #ΜeΤoo.
Το #ΜeΤoo ήταν άλλωστε που την ώθησε να σπάσει τη σιωπή της όσον αφορά τον σεξισμό που αντιμετώπισε όλα αυτά τα χρόνια της πολιτικής της καριέρας. «Μου ήταν δύσκολο, καμιά φορά επώδυνο, να γράψω, γιατί αυτό με έκανε να ξαναζήσω δοκιμασίες που είχα τοποθετήσει στην κατάψυξη της μνήμης» εξομολογείται. Εκείνον τον βουλευτή που είχε ουρλιάξει «Γδύσου!» όταν ανέβηκε στο βήμα της Εθνοσυνέλευσης, νεαρή βουλευτής, το 1988. Εκείνον τον πρόεδρο της επιτροπής έρευνας για τα ζωικά άλευρα που την υποδέχθηκε ως μέλος χαιρετίζοντας τη συμμετοχή μιας «τρελής αγελάδας», στις αρχές του 2000. Τον Λιονέλ Ζοσπέν που της ανέθεσε, το 2000, το υπουργείο Οικογένειας με την ατάκα: «Σκέφτηκα ότι με τέσσερα παιδιά θα μπορούσες να την κάνεις τη δουλειά». Τον Λοράν Φαμπιούς που αναρωτήθηκε το 2006, όταν εκείνη διεκδίκησε το σοσιαλιστικό χρίσμα: «Και ποιος θα φροντίσει τα παιδιά;». Τους δυο υπουργούς του Βαλς που σχολίασαν το 2016, στη διάρκεια γαλλο-ιταλικής συνόδου, μια ιταλίδα υπουργό ως εξής: «Αυτή πρέπει να είναι καλή και σε κάτι άλλο εκτός από την πολιτική». Ολον αυτόν τον κύκλο των (συχνά γηραιών) «λευκών στρέιτ ανδρών» που την αντιμετώπιζαν πάντα ως «παρείσακτη», «παράνομη σε αυτά τα εδάφη όπου απειλούμε τις θέσεις και την κυριαρχία τους».
«Ο σεξισμός είναι ένας ρατσισμός, τρέφεται από τον ίδιο σκοταδισμό» επισημαίνει η Σεγκολέν, η πρώτη Γαλλίδα που προκρίθηκε σε δεύτερο προεδρικό γύρο. Γράφει πολλά ακόμα, όμως, σε αυτό το βιβλίο. Για τον Νικολά Σαρκοζί που την προσκάλεσε, νεοεκλεγμένος πρόεδρος, το 2017 στο Ελιζέ και της είπε: «Ηθελα να δω τι μούτρα θα κάνατε ερχόμενη σε αυτό το γραφείο που θα μπορούσε να είναι δικό σας». Για τον πρώην σύντροφό της που την «πρόδωσε βάρβαρα για μια γυναίκα δέκα χρόνια μικρότερη» – τη Βαλερί Τριερβελέρ, με την οποία ο Ολάντ είχε ήδη σχέση στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2017. Για τη «βιαιότητα της μοιχείας», την «αγριότητα της διγαμίας που σε παραλύει», το πόσο δύσκολο ήταν να είναι υποψήφια σε αυτές τις συνθήκες. Στηλιτεύει όμως και την προεδρία Ολάντ, την «επιπολαιότητα και μηδενικό βαθμό πολιτικής» της ομάδας του όσον αφορά τις αυξήσεις φόρων, τη «βάρβαρη συγχώνευση» των γαλλικών περιφερειών και την εργασιακή μεταρρύθμιση του 2016 – «μια θλίψη». Η Σεγκολέν δεν κρύβει τη συμπάθεια που ένιωθε καιρό για τον Εμανουέλ Μακρόν. Οι δυο τους ήταν κοντά πολιτικά και επιπλέον «έβρισκα πολύ συμπαθητικό και άξιο σεβασμού το γεγονός ότι τόλμησε να παντρευτεί μια γυναίκα 20 χρόνια μεγαλύτερη». Λέει πως το 2016 είχε συμβουλεύσει τον Ολάντ να τον διορίσει πρωθυπουργό, η «τετράδα των ιστορικών ολαντικών» όμως τον θεωρούσε, όπως και εκείνη, «ανεξέλεγκτο» και «ανυπάκουο». Θυμάται μια σοκαριστική σκηνή από τον Ιανουάριο του 2016 εντός της Εθνοσυνέλευσης: τον υπουργό Οικονομίας Μακρόν να αναφέρεται στην πεσμένη οικονομία και τον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς, εξοργισμένο, να του λέει: «Και ο π… σου πεσμένος είναι;». «Αν θέλει πόλεμο, θα τον έχει» είχε απαντήσει ο Μακρόν με σφιγμένα τα δόντια. Η σημερινή πολιτική του, ωστόσο, με τη «μοναχική άσκηση της εξουσίας», το «έλλειμμα διαλόγου», τον «αυταρχισμό» και τους «λάθος» χειρισμούς δεν τη βρίσκει σύμφωνη.