Διπλό μέτωπο προκλήσεων για χρηματιστήριο και ομόλογα καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση με τα αρνητικά νέα να διαδέχονται το ένα το άλλο και τις εστίες ανησυχίας να αναζωπυρώνονται διαρκώς αντί να σβήνουν.

Στο χρηματιστήριο, οι τραπεζικές μετοχές βρέθηκαν χθες και πάλι για μεγάλο μέρος της συνεδρίασης σε καθεστώς sell off, με φόντο έκθεση της Societe General, με την οποία η γαλλική τράπεζα προέβλεπε έξοδο των μετοχών της Eurobank, της Πειραιώς και της Εθνικής από τον δείκτη MSCI αναδυόμενων αγορών. Κατά τις εκτιμήσεις της τράπεζας οι επίσημες ανακοινώσεις αναμένονται στις 13 Νοεμβρίου με έναρξη ισχύος την 30ή Νοεμβρίου. Η επιβεβαίωση των εκτιμήσεων της SocGen θα σημάνει, σύμφωνα με την έκθεση, ρευστοποιήσεις 52,73 εκατομμυρίων δολαρίων για τη Eurobank, 39,87 εκατ. δολαρίων για την Εθνική και 17,6 εκατ. δολαρίων για την Πειραιώς, απλά και μόνο επειδή τα λεγόμενα passive funds τα οποία επενδύουν στις μετοχές του MSCI θα γυρίσουν την πλάτη.

Μια από τις αιτίες της «εξόδου» των τριών τραπεζικών μετοχών από τον δείκτη είναι η πτώση της κεφαλαιοποίησής τους. Ανατρέχοντας στις πρώτες μέρες του 2018, η κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών στο χρηματιστήριο έφτανε τα 9,3 δισ. ευρώ. Χθες, λίγο πριν από το κλείσιμο, η κεφαλαιοποίησή τους διαμορφωνόταν σε επίπεδα 40% χαμηλότερα, λίγο πάνω από 5,6 δισ. ευρώ.

«ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ». Πίσω από την διαρκή πτωτική πορεία των τραπεζικών μετοχών κρύβονται οι λεγόμενες «προκλήσεις». Το ελληνικό Δημόσιο παραμένει αποκομμένο από τις αγορές, η φθηνή χρηματοδότηση μέσω ΕΚΤ χάθηκε με το πέρας του Μνημονίου, οι τράπεζες καλούνται να διαχειριστούν ένα βουνό κόκκινων δανείων σε καθεστώς ανύπαρκτης πιστωτικής επέκτασης και η κυβέρνηση μοιάζει να ενδιαφέρεται περισσότερο για το εάν θα παραταθεί η προθεσμία υπαγωγής στις διατάξεις του νόμου Κατσέλη, παρά το πώς θα ενδυναμώσει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα.

Πυροσβεστικές κινήσεις για τη δημιουργία ενός ειδικού σχήματος μέσω του οποίου οι τράπεζες θα τιτλοποιήσουν κόκκινα δάνεια 10-15 δισ. ευρώ και τα ομόλογα τα οποία θα εκδοθούν θα έχουν την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου βρίσκονται στα σκαριά.

To Asset Protection Scheme όμως μέχρι να πάρει εγκρίσεις και να λειτουργήσει έχει δρόμο μπροστά του. Και οι τράπεζες στο μεταξύ θα συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα από την επενδυτική κοινότητα, πολύ περισσότερο δε όταν η οργανική τους κερδοφορία δεν προσφέρει δυνατές συγκινήσεις, νέα δάνεια δεν εκδίδονται και η ελληνική οικονομία κινείται με βραδείς – και επίφοβους – ρυθμούς ανάπτυξης.

Το περιβάλλον αυτό εκτός από τις πιέσεις στο χρηματιστήριο, αντανακλά και στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων (3,4% το πενταετές, 4,3% το δεκαετές).

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος (μέσω Reuters) πρακτικά επιβεβαίωσε την αδυναμία εξόδου του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, συνδέοντας τις εξελίξεις με την αναταραχή στην Ιταλία.

Πανάκριβο λάθος τα νταούλια

Η γερμανική «Handelsblatt» έχει διαφορετική άποψη, σημειώνοντας πως τα «νταούλια» του Αλέξη Τσίπρα (θα βαράμε τα νταούλια και θα χορεύουν οι αγορές, ήταν το σύνθημα στις αρχές του 2015) έχουν κοστίσει ακριβά και η καχυποψία των αγορών οφείλεται κυρίως στην ίδια την Ελλάδα. Στο δημοσίευμα επισημαίνονται οι τριγμοί στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, τα προεκλογικά «δωράκια», όπως αναφέρονται, αλλά και το ενδεχόμενο έκδοσης ομολόγου το οποίο θα αγοράσουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Το σενάριο είναι υπαρκτό και, παρότι το εγχώριο επιχείρημα περί διευκόλυνσης της αποκλιμάκωσης των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων στηρίζεται στη ρηχή αγορά (μόλις 25 δισ. ευρώ διαπραγματεύσιμα), αναλυτές εκτιμούν πως επιβεβαίωσή του θα πιστοποιούσε την αδυναμία «κανονικής» εξόδου στις αγορές. Τις κλειδωμένες πόρτες των αγορών, προς το παρόν, η κυβέρνηση τις διαχειρίζεται επικοινωνιακά με την ανάδειξη της «πολυτέλειας αναμονής» εξαιτίας των υψηλών ταμειακών αποθεμάτων που καλύπτουν σε ορίζοντα άνω των δύο ετών τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους.