Από τη Μεταπολίτευση ώς σήμερα έχω πάρει μέρος σε ατέλειωτες συνεδριάσεις και έχω συμμετάσχει σε ουκ ολίγα συνέδρια. Ιδρυτικά και αποχαιρετιστήρια, τακτικά και έκτακτα, ήρεμα και ταραγμένα, εμπνευσμένα και βαρετά, ενθουσιώδη και αδιάφορα. Συνέδρια σύνθεσης και συνέδρια διάλυσης. Ανοιχτά ή/και πολύ κλειστά ως αποπνικτικά. Ηταν και αυτά στις αθεράπευτες συνήθειες και πρακτικές της Αριστεράς (μου). Σε πολλά από αυτά, ιδίως τα πρώτα χρόνια, πίστευα ότι μπορεί να γίνουν και (πολιτικά) θαύματα και, αργότερα, μεγαλώνοντας, ρώτησα κι εγώ κάποια στιγμή τους παλιότερους για το πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις. «Σύντροφε, οι αποφάσεις συχνότερα έχουν ληφθεί πριν από το συνέδριο!» μου είπε χαριτωμένα ένας από αυτούς. Τι ήθελε να πει, άραγε; Πως τα συνέδρια έρχονται όταν «πρέπει», δηλαδή ουσιαστικά γίνονται για να επικυρώσουν τις αποφάσεις που έχει πάρει η ηγεσία, ο γ.γ. ή ο πρόεδρος. Δεν θυμάμαι σε κανένα, είν’ αλήθεια, να παρθεί απόφαση διαφορετική, πόσω μάλλον αντίθετη από την εισήγηση, την πρόταση, τον σχεδιασμό του ηγέτη. Ακόμα κι όταν αυτός ήθελε να αποσυρθεί ή να παραχωρήσει τη θέση του σε κάποιον επόμενο, όλα ήταν έτοιμα από πριν.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά διότι σήμερα και αύριο πραγματοποιείται το συνέδριο του Ποταμιού. Ενα συνέδριο, που, κάτι μου λέει, θα επιβεβαιώσει απολύτως τις πρακτικές προηγούμενων συνεδρίων, ιδίως της ευρύτερης Αριστεράς – για το ΚΚΕ, ειδικά, ας μην μιλήσουμε. Δεν έχω, λοιπόν, την παραμικρή αγωνία για τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών. Σαν όλα να είναι προαποφασισμένα, μιας και το κοινό – ό,τι απέμεινε από το λαμπερό κι ελπιδοφόρο ξεκίνημα – οι φίλοι του Σταύρου δηλαδή, έρχονται «με την πρόταση στο χέρι», που λέει «εμείς, εμείς οι μόνοι συνεπείς!», για να θυμηθούμε παλιά συνθήματα και παλιές εμμονές και ιδεοληψίες σε καθαρότητα, αυθεντικότητα και συνέπεια. Σήμερα είμαστε εμείς οι προσηλωμένοι στις φρέσκες ιδέες, εμείς, οι νεότεροι, οι άφθαρτοι, οι «απέναντι στο παλιό» – ασχέτως και αδιάφορο τώρα αν δεν είναι όλο το παλιό για πέταμα ούτε όλο το νέο φρεσκαδούρα και για να το καμαρώνεις. Νέο είναι, ας το σκεφτούμε μια-που-το-αναφέραμε (!), κι ο ΣΥΡΙΖΑ κι οι ΑΝεξΕΛ κι η Χρυσή Αυγή… νεότατοι κι οι Λεβέντες!
Η πρόταση, λοιπόν, προς τους συνέδρους μεταφράζεται σε αυτόνομη κάθοδο του Ποταμιού, μαζί με κάτι κινήσεις – «σφραγίδες αγνώστων», που τους έχουμε αναγορεύσει σε δρώντα πολιτικά υποκείμενα για να λέμε ότι κάνουμε συνεργασίες. Déjà vu, δηλαδή, για μερικούς γύρω μου, στο ίδιο έργο θεατές, μια που ακριβώς τα ίδια έκανε και ο σύντροφος Κουβέλης το 2014, όταν είχε μείνει μόνος με κάτι συγγενείς και φίλους του κι όταν το 7% που είχε έγινε πια 1,23% και μετά από λίγο κάτω από 0,5%.
Εστω και έτσι, όμως, είμαι υποχρεωμένος να καταθέσω κάποιες σκέψεις, διότι στον ευρύ περίγυρο του Ποταμιού, υπάρχουν πάρα πολλοί σοβαροί άνθρωποι που ψάχνονται, που αναζητούν διέξοδο, αλλά και που απορούν (;) με τις παλινωδίες μας.
Πρώτον, να είναι ξεκάθαρη και ρητή η θέση μας πως δεν υπάρχει η παραμικρή σχέση και καμία περίπτωση συνεργασίας με τους ψεκασμένους ΣΥΡΙΖΑΝεξΕΛ του εθνολαϊκισμού, της διάλυσης και της πολιτικής – και όχι μόνο… – απάτης. Ούτε τον πυρετό μας, που έλεγε κι η γιαγιά μου, δεν μπορούμε να μοιραστούμε με τους τσιπροκαμμένους. Αυτό πρέπει να το πούμε καθαρά και σ’ όλους τους τόνους. Για να μη θυμηθώ τώρα παροιμίες και παραμύθια με λύκους σε προβιά προβάτου ή κάτι… άθλια ρατσιστικά για αράπηδες και σαπούνια.
Δεύτερον, να καταθέσουμε ένα σαφές πλαίσιο προεκλογικής συνεργασίας, μια προγραμματική συμφωνία που να συνθέτει π.χ. πέντε έστω προτάσεις από τις είκοσι του προγράμματός μας, για το πώς οραματιζόμαστε την Ελλάδα του 2020. Απλά και κατανοητά πράγματα. Απαραίτητες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που δεν κάναμε, ενώ επιδοθήκαμε σε περικοπές, περιστολές και κατεδαφίσεις που δεν λύνουν, αλλά προσθέτουν προβλήματα. Θεωρώ πως μετά τη λαίλαπα των τσιπροκαμμένων η μάχη είναι για τα αυτονόητα, που από πριν τα Μνημόνια, από μόνοι μας έπρεπε να έχουμε κάνει. Για να γίνουμε, δηλαδή, μια κανονική, φιλελεύθερη, δημοκρατική ευρωπαϊκή χώρα.
Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι μια κυβέρνηση εθνικής σοβαρότητας. Την πρόταση αυτή να την απευθύνουμε σε όλες τις φιλελεύθερες δυνάμεις, με στόχο την προεκλογική συμφωνία και συνεργασία με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Διαφορετικός δρόμος δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή για Το Ποτάμι, πιστεύω και για τη χώρα. Εκτιμώ πως Το Ποτάμι μπορεί με τις ιδέες του και με τους ανθρώπους του να μπολιάσει και να βοηθήσει τη νέα κυβέρνηση, όχι απαραιτήτως συμμετέχοντας σ’ αυτήν, για να προωθηθούν γενναίες μεταρρυθμίσεις. Το κύριο όπλο του Ποταμιού από τη στιγμή που γεννήθηκε είναι ότι είπε και λέει στους πολίτες την αλήθεια. Δεν κολακεύει, δεν λαϊκίζει, δεν δημαγωγεί. Ε, από τη στιγμή που λέμε στους πολίτες την αλήθεια, είναι κρίμα να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, πως μπορούμε να πορευτούμε αυτόνομοι…