Ο Αρνε Νταλ ξαναχτυπά. Μετά τις εκπληκτικές «Μουσικές καρέκλες», που ολοκλήρωσαν την τελευταία τετραλογία του, ο μεγάλος σουηδός συγγραφέας πραγματικής (αστυνομικής και όχι μόνο) λογοτεχνίας παρουσιάζει το πρώτο μέρος της νέας του τριλογίας με τίτλο «Επτά μείον ένα» (σε εξαιρετική μετάφραση του Γρηγόρη Κονδύλη).
Στην προηγούμενη τετραλογία είχε εμβαθύνει στην κλασική δωδεκαμελή ομάδα της Europol και είχε την ευκαιρία να σκιαγραφήσει τα διαφορετικά προφίλ ισάριθμων αστυνομικών και ερευνητών από ευρωπαϊκές χώρες. Η έμφαση στην περιγραφή των χαρακτήρων ισορροπούσε δεξιοτεχνικά ανάμεσα στην ομάδα και τα πρόσωπα. Η «κάμερα» του συγγραφέα ήταν τοποθετημένη σε απόσταση και κατέγραφε τις ενέργειες, τις σκέψεις, τα συναισθήματα των ηρώων και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Αρχής γενομένης από το «Επτά μείον ένα» παρατηρούμε τη μετατόπιση της εστίασης. Εδώ η κάμερα πλησιάζει ολοένα και περισσότερο στους κεντρικούς χαρακτήρες, δύο σε αυτή την περίπτωση. Και φτάνει τελικά να διεισδύσει στις «εσχατιές του νου», όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος στη σουηδική γλώσσα. Ο συγγραφέας επιχειρεί ένα πλήρες ψυχολογικό προφίλ των δύο ηρώων με λεπτομερείς αναφορές στο σκοτεινό παρελθόν τους και προσπαθεί με μαεστρία να φωτίσει πράξεις και συναισθήματα από την εφηβεία, που στοιχειώνουν τον καθένα για διαφορετικούς λόγους.
Η υπόθεση ξεκινάει με την έρευνα της αστυνομίας για την ανακάλυψη της εξαφανισμένης έφηβης Ελεν Σάβινγκερ. Ο Σαμ Μπέργερ με την ομάδα του, την επιθεωρήτρια και σύντροφό του Ντεζιρέ Ρούσενκβιστ ή «Ντίαρ», τη Σύλβια ή «Σύλφη» (αξιοσημείωτη η επιλογή του να τις αποκαλεί με δικά του προσωνύμια) και άλλα υποστηρικτικά μέλη, ακολουθεί τα ίχνη του απαγωγέα με μια ολοένα αυξανόμενη επιμονή. Από τα πρώτα κιόλας ίχνη που αφήνει πίσω του ο απαγωγέας, ο Μπέργερ αντιλαμβάνεται ότι αυτά τα στοιχεία έχουν αποδέκτη τον ίδιο. Τα γρανάζια των ρολογιών, που ανακαλύπτει στις σκηνές των εξαφανίσεων και κρύβει από την υπόλοιπη ομάδα τον οδηγούν σ’ ένα καλά κρυμμένο σκοτεινό παρελθόν… Στο δικό του παρελθόν. Κι από τη στιγμή που συνειδητοποιεί ότι ο δράστης ανοίγει διάλογο μαζί του, το κουτί των τρομακτικών εφηβικών αναμνήσεων του Μπέργερ ξεκλειδώνει και οι τύψεις κι ενοχές που κουβαλάει χρόνια ορμούν σαν Ερινύες να τον καταπιούν.
Και μάλιστα μ’ έναν αναπάντεχο και ευφυώς ανατρεπτικό τρόπο, που σκαρφίζεται ο συγγραφέας στην εξέλιξη της πλοκής του μυθιστορήματος.
Οσο η υπόθεση εξελίσσεται, το δίδυμο των Μπέργερ και Μπλουμ θα χρειαστεί να υπερβεί αρκετές φορές τα όρια του νόμου. Τα φαντάσματα της εφηβικής ηλικίας είναι κοινά και για τους δύο και η αναζήτηση του δράστη γίνεται κοινή εμμονή, κοινή προσωπική υπόθεση που ξεφεύγει από την ιδιότητα του αστυνομικού, καθώς έχει στόχο την προσωπική λύτρωση από τους εφιάλτες του παρελθόντος. Κι αυτό θα τους σπρώξει να περάσουν μέσα από πολυδαίδαλους, σκοτεινούς λαβυρίνθους.
Η σκιαγράφηση της ψυχολογίας των χαρακτήρων γίνεται σε μεγάλο βάθος, με ιδιαίτερη βέβαια αναφορά στις διαπροσωπικές σχέσεις των δύο ηρώων, αλλά και στις σχέσεις μεταξύ αυτών και των άλλων χαρακτήρων. Η σχέση του Μπέργερ με τον προϊστάμενό του αρχιεπιθεωρητή Αλαν Γκούντμουντσον και της Μπλουμ με τον δικό της, τον Αουγκουστ Στέεν, για παράδειγμα δίνουν την ευκαιρία στον συγγραφέα για ένα πικρό σχόλιο για τη γραφειοκρατία και το ζοφερό κλίμα, που χαρακτηρίζει τη λειτουργία της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών της Σουηδίας.
από τις εκδόσεις Μεταίχμιο
Ενα βήμα μπροστά
Πέντε αποχρώσεις της λέξης «σκοτάδι»
Ο Νταλ αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Ο σουηδός λογοτέχνης βρίσκεται στην κορυφή των σύγχρονων ποιοτικών σκανδιναβών συγγραφέων. Υπάρχουν εξαιρετικά παραδείγματα, όπως ο Χένινγκ Μάνκελ, ο Λάιφ Γκ.Β. Πάρσον, ο Στιγκ Λάρσον, ο Γιου Νέσμπο, που σχεδόν άπαντες ακολούθησαν τα βήματα των πρωτοπόρων Μάι Σγεβάλ και Περ Βαλέε. Μπορεί η πλοκή του μυθιστορήματος να μην παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από τους ομότεχνούς του, αλλά από πλευράς γραφής ίσως ο Νταλ να είναι ένα βήμα παραπέρα. Αν όλα τα προηγούμενα έργα του μπορούν να χαρακτηριστούν ως υψηλού λογοτεχνικού επιπέδου, στο «7-1» έχω την εντύπωση ότι κάνει αυτό το βήμα.
Αναφέρομαι αυστηρά στο ύφος της γραφής. Οι περιγραφές του είναι υπεράνω πάσης περιγραφής! Αληθινή απόλαυση υψηλής αισθητικής. Είναι προφανής η αίσθηση ότι έχει προβληματιστεί, έχει παλέψει για να καταλήξει σε κάθε λέξη. Κι αυτό έρχεται σε πλήρη αρμονία με έναν από τους επιτυχέστερους ορισμούς της λογοτεχνίας, σύμφωνα με τον οποίο «λογοτεχνία είναι ο πόνος για τις λέξεις». Στο κείμενο μπορείς να συναντήσεις πέντε και δέκα ακόμη διαφορετικές χρήσεις των ίδιων εννοιών. Το σκοτάδι… Αγαπημένη αναφορά αστυνομικών συγγραφέων του noir. Εδώ αποδίδεται με διαφορετικούς τρόπους, που καθένας καταφέρνει να δώσει και μία διαφορετική χροιά. Πράγμα που πιστεύω ότι είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των μεγάλων συγγραφέων. Εκτός αυτού ο Νταλ διακρίνεται για την ευρεία αντίληψή του για τις σύγχρονες πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις. Είναι ένας βαθιά συνειδητοποιημένος πολίτης με συγκεκριμένο όραμα για το μέλλον της κοινωνίας μας. Σε όλη την πορεία του υπάρχουν σαφείς αναφορές για τα σημερινά κοινωνικά προβλήματα, καθώς είναι από τους συγγραφείς που τολμούν να πάρουν θέση. Κάτι τελευταίο: η εξαιρετικά επίπονη προσπάθεια του μόνιμου μεταφραστή του συγγραφέα Γρηγόρη Κονδύλη για να αποδοθεί στη γλώσσα μας ένα τόσο πλούσιο και σύνθετο κείμενο.
Επτά μείον ένα
Μτφ. Γρηγόρης Κονδύλης,
εκδ. Μεταίχμιο 2018, σελ. 475
Τιμή: 18,80 ευρώ