Είναι η αγαπημένη ατάκα τον τελευταίο καιρό στις φιλελεύθερες συνάξεις, δεξιώσεις και σαλόνια γενικώς. Ώς και σε ένα bachelor party την Πέμπτη το βράδυ ακούστηκε: «Μα πώς τα έκανε έτσι μαντάρα Το Ποτάμι;». Στην ερώτηση για το ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος του κόμματος, οι μισοί είπαν «ότι μπήκε». Και οι άλλοι μισοί, «ότι βγήκε».

Εννοούσαν βέβαια τη βραχύβια συμμετοχή στη μεγάλη περιπέτεια της Δημοκρατικής Παράταξης, ή αλλιώς του ΚΙΝΑΛ. Και το παράδοξο σε αυτή την ιστορία είναι ότι Το Ποτάμι ήταν καταδικασμένο να κάνει και τα δύο πράγματα για τα οποία κατηγορείται. Επρεπε να λάβει μέρος στο εγχείρημα επειδή αλλιώς θα το κατηγορούσαν ότι σαμποτάρει την προσπάθεια για ενότητα της Κεντροαριστεράς. Και έπρεπε να αποχωρήσει για να σώσει την ψυχή του. Πώς θα μπορούσε ένα κίνημα, μια τάση, ή έστω μια ομάδα ανθρώπων, να εξακολουθήσει να υπερασπίζεται τη συμφωνία των Πρεσπών στους κόλπους ενός κόμματος που τη χαρακτηρίζει επισήμως «προδοτική»;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η αντίφαση τραυμάτισε το κόμμα, ενδεχομένως θανάσιμα. Και δεν είναι η μόνη. Ο Σταύρος Θεοδωράκης κατηγορήθηκε επίσης πως όταν όλη η αντιπολίτευση κατήγγελλε την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ότι καταστρέφει τη χώρα και ζητούσε εκλογές, εκείνος συμφωνούσε με το πρώτο σκέλος και διαφωνούσε με το δεύτερο. Και πάλι όμως ήταν παγιδευμένος: πώς θα μπορούσε να αγνοήσει μια από τις βασικές αρχές του Ποταμιού που ορίζει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να εξαντλούν τη θητεία τους;

 Οι αντιφάσεις δεν αρέσουν στις δημοσκοπήσεις. Και είναι πολλοί εκείνοι που υποστηρίζουν ότι με την εικόνα που παρουσιάζει σήμερα Το Ποτάμι, το καλύτερο θα ήταν να αυτοδιαλυθεί και τα στελέχη του να ενταχθούν στα κόμματα που τα εκφράζουν περισσότερο. Ισως πράγματι να συμβεί αυτό – αλλά μετά τις εκλογές. Γιατί η απόφαση της ηγεσίας, που αναμένεται να επικυρωθεί από το συνέδριο αυτό το Σαββατοκύριακο, είναι να δοθεί μια τελευταία μάχη.

Το επιχείρημα είναι απλό: παρά τη λάσπη και τη χλεύη που δέχθηκε, Το Ποτάμι δεν πρόδωσε τις ιδέες του, δεν παρασύρθηκε σε δημαγωγίες, δεν στρογγύλεψε και δεν συμβιβάστηκε. Ασφαλώς και έκανε λάθη – πολλά από τα οποία βαρύνουν τον αρχηγό του. Εδώ όμως υπάρχει μια ακόμη παρεξήγηση: Ποτάμι δεν σημαίνει Σταύρος. Ανθρωποι όπως ο Γιώργος Μαυρωτάς, ή παλιότερα η Αντιγόνη Λυμπεράκη, αποτελούν υποδείγματα κοινοβουλευτικής παρουσίας.

Η πόλωση που υπάρχει σήμερα στην ελληνική κοινωνία είναι ισοπεδωτική. Εν πολλοίς όμως είναι και παραπλανητική. Οι ελπίδες για μεταμόρφωση της χώρας δεν μπορεί να εναποτεθούν σε ένα κόμμα, ιδιαίτερα μάλιστα όταν το κόμμα αυτό έχει τις δικές του αντιφάσεις και εσωτερικές συγκρούσεις. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα είναι εκτός απροόπτου ο επόμενος πρωθυπουργός. Για να αντιμετωπίσει όμως τις σειρήνες του εθνικισμού και του λαϊκισμού, χρειάζεται συμμάχους όχι μόνο έντιμους, αλλά και ισχυρούς.