Λίγα 24ωρα μετά την εξαγγελία της αποχώρησής της από την προεδρία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, η Ανγκελα Μέρκελ είχε δύο ταξίδια στο εξωτερικό, την Πέμπτη στην Ουκρανία, την Παρασκευή στην Πολωνία. Δύσκολα και τα δύο για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Στην Ουκρανία, γιατί η χώρα συγκαθορίζει και τις σχέσεις με τη Ρωσία, στην Πολωνία εξαιτίας της ραγδαίας απομάκρυνσης της χώρας υπό τη σημερινή εθνολαϊκιστική ηγεσία από βασικές αξίες και αρχές της ΕΕ.

«Στη διαπραγματευτική μου θέση στη διεθνή σκηνή δεν αλλάζει τίποτα», τόνισε η Μέρκελ ανακοινώνοντας τη διαδοχή της στην προεδρία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος CDU. Ηθελε να προλάβει την αναπόφευκτη συζήτηση εντός και εκτός Γερμανίας για τις επιπτώσεις της απόφασής της στην πολιτική της ισχυρότερης χώρας της ΕΕ, σε μία συγκυρία με πρωτόγνωρες προκλήσεις, από την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας μέχρι την Ιταλία του Σαλβίνι, τον Τραμπ, τον Πούτιν, την Κίνα κοκ.

«Η καγκελάριος είναι πλέον αποδυναμωμένη στην ευρωπαϊκή σκηνή» εκτίμησε ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των κεντρώων Φελελευθέρων, Αλεξάντερ κόμης Λάμποστορφ. Αυτή είναι η μία εκδοχή. Αλλά δεν τη συμμερίζονται όλοι. Ο πρόεδρος των ευρωβουλευτών του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ (CSU), είναι πεπεισμένος ότι η εξαγγελία της Μέρκελ ότι δεν θα διεκδικήσει άλλη θητεία στην καγκελαρία «δίνει την ευκαιρία στα υπόλοιπα χρόνια της θητείας της να κυβερνά χωρίς να υπολογίζει συνεχώς ότι οι αποφάσεις πρέπει να είναι δημοφιλείς», εκτίμησε ο Βέμπερ. Δηλαδή, χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος.

Στο ίδιο δίπολο κινούνται και οι εκτιμήσεις οικονομολόγων και αναλυτών. «Η εξαγγελία της Μέρκελ είναι σαφώς η αρχή του τέλους της θητείας της στην καγκελαρία. Εάν παραμείνει, πρέπει να εξηγήσει ποιους πολιτικούς στόχους θα επιδιώξει να υλοποιήσει», σημείωσε στην εφημερίδα «Χάντελσμπλατ» ο Κλέμενς Φουέστ, πρόεδρος του οικονομικού ινστιτούτου του Μονάχου ifo. «Τέτοιος στόχος μπορεί να είναι μία νέα εκκίνηση για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ και της ευρωζώνης», πρόσθεσε. Διαφορετικά «είναι προτιμότερο να σχηματίσει νέα κυβέρνηση και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές».

Δραστικότερος ήταν ο Μαρσέλ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομίας DIW. «Η αποχώρηση της Μέρκελ είναι ένα σοκ για τη Γερμανία και την Ευρώπη, που προκαλεί μεγάλη αβεβαιότητα», είπε ο Φράτσερ. «Η Γερμανία ως λιμάνι ασφάλειας δεν υφίσταται πλέον, το αντίθετο, εξελίσσεται όλο και περισσότερο σε παράγοντα κινδύνου», εκτίμησε ο Φράτσερ.

Αντίθετα, ο οικονομολόγος της τράπεζας IGB Γερμανίας, Κάρστεν Μπρτσέσκι, διαβλέπει στην κίνηση της Μέρκελ μια ευκαιρία: «Χωρίς τα δεσμά και τον καταναγκασμό να ασκήσει κομματική πολιτική, η Μέρκελ μπορεί να επικεντρωθεί σε μεγάλα μεταρρυθμιστικά πρότζεκτ που θα είναι και η πολιτική παρακαταθήκη της», εκτίμησε ο Μπρτσέσκι στο πρακτορείο Ρόιτερ. Αυτό ελπίζουν και στο Παρίσι, σημείωσε ο οικονομολόγος.

Η ΕΕ και η ευρωπαϊκή πολιτική ήταν και θα παραμείνει προνομιακό πεδίο για τη Μέρκελ στην υπόλοιπη θητεία της. Σε ζητήματα που σχετίζονται με τα δημοσιονομικά της ευρωζώνης θα είναι υποχρεωμένη να παραμείνει στα πλαίσιο που έχει χαράξει το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας. Και οι αποφάσεις του ESM θα πρέπει να έχουν την έγκριση της πανίσχυρης, μόνιμης Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Προϋπολογισμού της Μπούντεσταγκ.

Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται με τον δυϊσμό προέδρου του κόμματος και καγκελαρίου είναι λιγότερο προβληματικό απ’ ό,τι φαίνεται με την πρώτη ανάγνωση.

Οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι πρόεδροι του CDU, Φρίντριχ Μερτς και Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ, είναι γνωστοί ευρωπαϊστές. Ο Φρίντριχ Μερτς κουβαλάει τα τραύματα του παρελθόντος στη σχέση του με τη Μέρκελ. Αλλά είναι πεπεισμένος ευρωπαϊστής και υποστήριξε την ανάγκη δραστικών μέτρων για τη συνοχή της ευρωζώνης. Ταυτόχρονα είναι και πεπεισμένος ατλαντιστής, όπως άλλωστε και η Μέρκελ.

Με την Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ, πρόεδρο του CDU, η Μέρκελ όχι μόνον δεν θα έχει προβλήματα, αλλά οι σχέσεις της γεννημένης στο Ζάαρλαντ Καρενμπάουερ, στα σύνορα με τη Γαλλία, θα διευκολύνουν ακόμα περισσότερο τη συνεργασία του Βερολίνου με το Παρίσι.

Οι μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ καθυστέρησαν μεν εξαιτίας της κυβερνητικής κρίσης στη Γερμανία, αλλά την αλλαγή του κλίματος στην ΕΕ έφεραν η σύγκρουση με τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες-μέλη για το Μεταναστευτικό και εσχάτως η κυβέρνηση αριστερών και ακροδεξιών λαϊκιστών στην Ιταλία. Και τα μεταρρυθμιστικά σχέδια του Μακρόν δεν σκοντάφτουν μόνον στην απροθυμία της Γερμανίας αλλά πολύ περισσότερο στην άρνηση άλλων βορειοευρωπαϊκών χωρών.

Οσο για τις ΗΠΑ ελάχιστα θα επηρεάσει η εκλογή νέου προέδρου του CDU, η Μέρκελ είναι ως πολιτική συγκρότηση και ιδιοσυγκρασία στον αντίποδα του Τραμπ, ο οποίος θα παραμείνει ο αστάθμητος παράγοντας των ευρωατλαντικών σχέσεων. Οι σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα καθορίζονται από συγκεκριμένα πολιτικά, οικονομικά συμφέροντα, στα οποία ελάχιστη σημασία έχει η εικόνα της καγκελαρίου. Θα συνεχίσει να εκπροσωπεί μια χώρα που μάχεται για έναν πολυ-πολικό κόσμο, κατά του απομονωτισμού και υπέρ του ελεύθερου εμπορίου.