Το «τέλος της λιτότητας» στη χώρα του προανήγγειλε, στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ» ο υφυπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Τζον Γκλεν. Μιλώντας λίγη ώρα μετά την παρουσίαση του ετήσιου προϋπολογισμού της κυβέρνησης, εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι το Λονδίνο θα συνάψει «μια καλή συμφωνία» με την Ευρωπαϊκή Ενωση, παραδέχθηκε όμως ότι «δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι γι’ αυτό». Αφησε, μάλιστα, να εννοηθεί ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στον νέο προϋπολογισμό ενδέχεται να μην εφαρμοστούν πλήρως σε περίπτωση που η χώρα οδηγηθεί σε «άτακτο» Brexit. Ερωτώμενος αν η ελληνική οδύσσεια του χρέους και οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ιταλία δικαιώνουν την απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την ΕΕ, ο βρετανός υφυπουργός σχολίασε με νόημα ότι στόχος της κυβέρνησής του είναι το Brexit να φέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για τη χώρα.
Τον συνάντησα το απόγευμα της Δευτέρας, την ώρα που ο προϊστάμενός του στο υπουργείο Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ, ολοκλήρωνε την ανάγνωση του προϋπολογισμού στη Βουλή των Κοινοτήτων. Η διαδικασία έχει λάβει διαστάσεις ιεροτελεστίας στη Γηραιά Αλβιώνα: κάθε χρόνο, από το 1860 έως σήμερα, ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών βγαίνει από την κατοικία του στον αριθμό 11 της Ντάουνινγκ Στριτ και ποζάρει με τον θρυλικό κόκκινο δερμάτινο χαρτοφύλακα του οίκου Barrow Hepburn & Gale – γνωστό ως «Το Κόκκινο Κουτί» – ανά χείρας. Το βαλιτσάκι αυτό περιέχει τον ετήσιο προϋπολογισμό, ένα χοντρό βιβλίο με επίσης κόκκινο εξώφυλλο.
Το ραντεβού είχε δοθεί στην έδρα του Treasury, του βρετανικού υπουργείου Οικονομικών, δυο βήματα από τα περίφημα Churchill War Rooms, το υπόγειο στρατηγείο του Τσόρτσιλ κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. «Την περασμένη εβδομάδα συνάντησα στο Λονδίνο τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών σας, τον Χουλιαράκη» είναι το πρώτο πράγμα που μου λέει όταν του δίνω το χέρι μου για να συστηθώ. «Είχαμε μια πολύ καλή κουβέντα» προσθέτει, χωρίς να αποκαλύψει αν ο έλληνας ομόλογός του τού έθεσε το ζήτημα της προσέλκυσης επενδύσεων (μόνιμος, αλλά συχνά άπιαστος, στόχος των στελεχών του οικονομικού επιτελείου όλων των ελληνικών κυβερνήσεων που επισκέπτονται τη βρετανική πρωτεύουσα). Ο Τζον Γκλεν είναι παράλληλα βουλευτής της περιφέρειας του Σόλσμπερι, η οποία γνώρισε διεθνή δημοσιότητα τον περασμένο Μάρτιο μετά τη δηλητηρίαση του ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του Γιούλια. Στο Λονδίνο, όμως, είναι γνωστός ως ο «υπουργός του Σίτι», του χρηματοπιστωτικού κέντρου της Βρετανίας που πριν από λίγες εβδομάδες παρέδωσε στη Νέα Υόρκη τα σκήπτρα του παγκόσμιου οικονομικού κέντρου – ναι, σωστά μαντέψατε: αιτία ήταν η αβεβαιότητα του Brexit. Ο προϋπολογισμός – ο τελευταίος πριν από την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ τον προσεχή Μάρτιο – παρουσιάστηκε εν μέσω εντεινόμενων φόβων ότι οι διαπραγματεύσεις θα οδηγηθούν σε ναυάγιο. Κι όμως, περιέχει το μεγαλύτερο πακέτο παροχών στην πρόσφατη Ιστορία (αύξηση δαπανών στην Υγεία και την Εκπαίδευση, αύξηση αφορολογήτου στις 12.500 στερλίνες, μέχρι και πάγωμα στις αυξήσεις φόρων στην μπίρα και το ουίσκι). Θα εφαρμοστούν άραγε όλα αυτά σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία για το Brexit, ενδεχόμενο που εκτιμάται ότι θα πλήξει σφοδρά τη βρετανική οικονομία; «Αυτός ο προϋπολογισμός καταρτίστηκε με βάση τις παρούσες συνθήκες, με την προσδοκία ότι θα επιτύχουμε μια καλή συμφωνία. Σημειώνουμε σημαντική πρόοδο. Ωστόσο, είναι σαφές ότι σε περίπτωση που δεν επιτύχουμε τη συμφωνία που περιμένουμε, η κυβέρνηση θα πρέπει να δράσει ανάλογα εκείνη την χρονική στιγμή» λέει στα «ΝΕΑ» ο Γκλεν. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; τον ρωτάω. «Ο υπουργός Οικονομικών πρέπει να είναι έτοιμος να αντιδράσει όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα: είτε μια καλή συμφωνία, είτε κάτι άλλο που δεν μπορούμε να προβλέψουμε. Αυτό που κάναμε στον προϋπολογισμό ήταν να διασφαλίσουμε ότι έχουμε αρκετό χώρο ώστε να προβούμε στις απαραίτητες ενέργειες εάν αυτό κριθεί απαραίτητο», σημειώνει ο υφυπουργός, αποφεύγοντας να γίνει πιο σαφής. «Ολες οι υπεύθυνες κυβερνήσεις πρέπει να έχουν έτοιμα σχέδια έκτακτης ανάγκης. Δεν εργαζόμαστε, όμως, στη βάση αυτή. Αναμένουμε ότι θα πετύχουμε μια καλή συμφωνία. Αλλά προφανώς δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι γι’ αυτό».
Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερίζα Μέι υποσχέθηκε «το τέλος της λιτότητας» η οποία πλήττει τη Βρετανία την τελευταία δεκαετία. Επιτυγχάνεται αυτό με τον προϋπολογισμό; Ο υφυπουργός Οικονομικών απαντά καταφατικά. «Οι κόποι του βρετανικού λαού αρχίζουν να ανταμείβονται. Η ισορροπημένη προσέγγισή μας τα τελευταία οκτώ χρόνια που είμαστε στην κυβέρνηση μάς επιτρέπει να συνεχίσουμε να επενδύουμε στις δημόσιες δομές, ιδιαίτερα στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, στα σχολεία και στην καινοτομία, αλλά και να μειώσουμε τους φόρους για 32 εκατ. πολίτες, βελτιώνοντας παράλληλα το βιοτικό επίπεδο». Με αυτό, όμως, διαφωνεί το 58% των Βρετανών που, σε δημοσκόπηση του Sky News, απάντησε ότι η λιτότητα δεν τελειώνει, αλλά και η ανάλυση του έγκριτου Resolution Foundation, σύμφωνα με την οποία οι μειώσεις φόρων θα ωφελήσουν περισσότερο τα πλούσια νοικοκυριά, ενώ οι πιο φτωχοί θα ζημιωθούν από το ψαλίδι στις κοινωνικές παροχές.
«Είμαστε αποφασισμένοι για το καλύτερο δυνατό Brexit»
Η συζήτηση πηγαίνει στην αντιπαράθεση μεταξύ Βρυξελλών και Ρώμης για τον ιταλικό προϋπολογισμό και στους τριγμούς που προκαλεί στην ευρωπαϊκή – και ελληνική – οικονομία. Ρωτάω τον βρετανό υφυπουργό Οικονομικών αν βλέπει όσα συμβαίνουν στην ευρωζώνη ως δικαίωση της επιλογής της Βρετανίας να μην υιοθετήσει το ευρώ και να βγει από την ΕΕ. «Πριν από δυόμισι χρόνια η χώρα μου έλαβε την απόφαση να εγκαταλείψει την ΕΕ. Είμαστε αποφασισμένοι να υλοποιήσουμε αυτή την απόφαση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τη Βρετανία. Δεν είναι δουλειά μου να σχολιάζω τις αποφάσεις άλλων χωρών, αλλά αυτό που μπορώ να πω είναι ότι επιθυμούμε να έχουμε μια στενή εμπορική σχέση με όλες τις χώρες της ΕΕ, μέσα από μία καλή συμφωνία που πιστεύουμε ότι είναι πολύ πιθανό να πετύχουμε πολύ σύντομα».