Οταν το αλέτρι βρήκε σε μια πέτρα, ο αγρότης που όργωνε βαθιά το χωράφι το οποίο είχε μισθώσει έξω από την Αταλάντη, ούτε που φανταζόταν ότι είχε χτυπήσει φλέβα αρχαιολογικού θησαυρού. Μόλις αφαίρεσε το πρώτο χώμα και διαπίστωσε ότι το άροτρο δεν είχε σταματήσει σε μια οποιαδήποτε πέτρα, αλλά σε ένα σκαλισμένο σε πωρόλιθο ανδρικό γυμνό σώμα το οποίο σαφώς χρονολογούνταν πολλούς αιώνες πριν από την εποχή μας, δεν έχασε λεπτό και έσπευσε στο μουσείο της περιοχής για να ενημερώσει τους αρχαιολόγους. Κι όταν εκείνοι ξεκίνησαν να ερευνούν αν ο ύψους 86 εκ. κούρος είχε μεταφερθεί κατά την αρχαιότητα ή ακόμη και από σύγχρονους αρχαιοκάπηλους στο συγκεκριμένο αγροτεμάχιο, δεδομένου ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις πως ο χώρος είχε αρχαιολογικό ενδιαφέρον, δεν χρειάστηκαν πολλές μέρες για να βγάλουν από το χώμα ακόμη τρεις κούρους της αρχαϊκής εποχής (6ος αι. π.Χ.) – τον τελευταίο μάλιστα μόλις την Παρασκευή, ύψους 95 εκ. μαζί με μια τριεδρική πλίνθο – αλλά και να εντοπίσουν επτά τάφους πλούσια κτερισμένους που χρονολογούνται από τον 5ο έως τον 2ο αι. π.Χ. Ευρήματα που αποδεικνύουν πως ο χώρος ήταν ένα οργανωμένο νεκροταφείο που πιθανότατα συνδέεται με τον αρχαίο Οπούντα – την πατρίδα του Πατρόκλου – ο οποίος ταυτίζεται με τη σημερινή Αταλάντη.
«Πρόκειται για πολύ σπουδαία ευρήματα, καθώς είναι τα πρώτα δείγματα μνημειώδους επιτύμβιας γλυπτικής της αρχαϊκής εποχής από την περιοχή της Φθιώτιδας» λέει στο «Νσυν» η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φθιώτιδας και Ευρυτανίας Ευθυμία Καράντζαλη για τα τέσσερα πώρινα αρχαϊκά ανδρικά γλυπτά φυσικού μεγέθους που ήρθαν στο φως σε διάστημα λιγότερο του ενός μήνα στο πλαίσιο των δοκιμαστικών τομών που έγιναν στο αγροτεμάχιο από την αρχαιολόγο Μαρία Παπαγεωργίου, το οποίο τώρα θα ανασκαφεί στο σύνολό του για να διαπιστωθεί πόσους ακόμη θησαυρούς μπορεί να κρύβει.
Το πρώτο γλυπτό, σώζεται σε ύψος 86 εκ. Το δεύτερο απεικονίζει έναν όρθιο γενειοφόρο άνδρα με προτεταμένο το αριστερό σκέλος (σωζόμενο ύψος 1,22 μ.) και είναι και το μοναδικό γλυπτό από τα τέσσερα που δεν είναι ακέφαλο. Από το τρίτο (βρέθηκε μαζί με το δεύτερο) διατηρείται ο γυμνός ιστάμενος κορμός μόνο από την οσφυϊκή χώρα ώς τις κνήμες (σωζόμενο ύψος 0,82 μ.) με μία σύμφυτη πλίνθο στην πίσω όψη. Το τέταρτο μαζί με την τριεδρική πλίνθο, η οποία πιθανόν του ανήκει, σώζεται από το ύψος του λαιμού ώς τους μηρούς επιτρέποντας να διαφανεί ότι πρόκειται για έναν γυμνό νέο με ελαφρά προτεταμένο το αριστερό του πόδι.
ΠΛΟΥΣΙΟΙ ΓΑΙΟΚΤΗΜΟΝΕΣ. Εντυπωσιακοί το δίχως άλλο οι τέσσερις κούροι της Αταλάντης, τι μπορούν να προσθέσουν στις γνώσεις μας ώστε η ειδική στην αρχαϊκή πλαστική, ομότιμη καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεωργία Κοκκορού – Αλευρά να κάνει λόγο για ευρήματα εξαιρετικής σημασίας; «Πρόκειται για έργα που δεν διευρύνουν απλώς την εικόνα μας για την αρχαϊκή γλυπτική. Τα αγάλματα κούρων ως απτές μαρτυρίες αριστοκρατικού ιδεώδους και κατεξοχήν ως μέσα κοινωνικής προβολής, ειδικότερα όταν προέρχονται από νεκροταφεία, τεκμηριώνουν για την περιοχή της Αταλάντης (Οπούντα) ισχυρή οικονομικά τάξη γαιοκτημόνων που παρακολουθεί καλλιτεχνικά ρεύματα μεγάλων κέντρων, όπως της Βοιωτίας και προ πάντων της πρωτοποριακής Αττικής και είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει δαπανηρότατες καλλιτεχνικές δημιουργίες» εξηγεί και προχωρά σε μια σειρά από εξαιρετικά ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις.
Δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ο γενειοφόρος κούρος να μην είναι γυμνός, αλλά να φοράει βραχύ ιμάτιο και συνεπώς να είναι κοντά στον τύπο του Μοσχοφόρου (π. 570 π.Χ.) που εκτίθεται στο Μουσείο της Ακρόπολης, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι δεν πρόκειται παρά για μια πρώτη εκτίμηση που προκύπτει από την παρατήρηση του έργου μέσω φωτογραφιών και χωρίς να έχει προηγηθεί αυτοψία. Παράλληλα παρατηρεί ομοιότητες των αποκαλυφθέντων κούρων με την επιτύμβια στήλη του Δέρμυος και του Κίτυλου (στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο) που απεικονίζει επίσης δύο γυμνούς νέους άνδρες στον τύπο του κούρου και η οποία είναι προϊόν επαρχιακού βοιωτικού εργαστηρίου των αρχών του 6ου αι. π.Χ. Εκτιμά επιπλέον ότι τα τέσσερα γλυπτά δεν είναι σύγχρονα. «Γηραιότερος» όλων φαίνεται πως είναι ο γενειοφόρος που θα πρέπει να τοποθετηθεί λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και ως νεότερος ο τελευταίος που αποκαλύφθηκε και ο οποίος φαίνεται να έχει σμιλευτεί μετά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και πιο κοντά στο 530 π.Χ.
Πέραν της σημασίας των τεσσάρων κούρων εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι το νεκροταφείο στο οποίο φαίνεται πως ανήκαν εντοπίστηκε εντελώς τυχαία, καθώς η περιοχή δεν είναι ούτε γνωστός αρχαιολογικός χώρος, ούτε κηρυγμένος. «Δεν είχαμε καμία ένδειξη ή επιφανειακά ευρήματα, όπως όστρακα κεραμεικής (σ.σ. σπασμένα κομμάτια αγγείων) που να μας επιτρέπουν να υποθέτουμε την ύπαρξη αρχαιοτήτων. Το γεγονός αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στις προσχώσεις που έχουν σχηματιστεί λόγω των δύο χειμάρρων της περιοχής, οι οποίοι μεταφέρουν υλικά, με αποτέλεσμα οι αρχαιότητες να βρίσκονται σε μεγαλύτερο από το αναμενόμενο βάθος», εξηγεί η Ευθυμία Καράτζαλη.
Οι τέσσερις κούροι μπορεί δικαίως να έχουν κλέψει την παράσταση, ωστόσο διόλου ευκαταφρόνητοι δεν είναι οι επτά μεταγενέστερων αιώνων τάφοι που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στο αγροτεμάχιο. «Είναι πλούσια κτερισμένοι με πολλά αγγεία, χάλκινα κοσμήματα – περίαπτα, ενώτια – στλεγγίδες, γυάλινες χάνδρες και πολλά ειδώλια» επισημαίνει η προϊσταμένη της εφορείας. «Ωστόσο επόμενος στόχος μας είναι τώρα να εντοπίσουμε τους τάφους που συνδέονται με τους κούρους», καταλήγει.