Οι αθλητές είναι μια φυλή από μόνοι τους, η μοναδική ίσως που ξεχωρίζει από χιλιόμετρα πάνω στον πλανήτη: ιδρώτας, αποτυχίες, τραυματισμοί, προσπάθεια, μετάλλιο. Οπότε το χρυσό του Λευτέρη Πετρούνια φαντάζει κάπως μακρινό για τον παιδικό μας εαυτό που κοιτάζει ακόμη τ’ άστρα. Τι συμβαίνει, όμως, με τους τρεις εφήβους που θα εκπροσωπήσουν την Ελλάδα στην Ολυμπιάδα Ρομποτικής; Στο περιθώριο των μαθημάτων τους, διαβάζουμε, ασχολήθηκαν με ένα πρόγραμμα ενυδρειοπονικής κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στη χώρα μας για μαθητές Δημοτικού. Μα πώς κατάφεραν να αποδράσουν από τα τετραγωνισμένα κουτάκια στα οποία έχει χωρέσει ο κ. Γαβρόγλου το όραμά του για την Παιδεία; Πώς κατάφεραν να σηκώσουν τον μέσο όρο, έστω και για λίγο – έστω και σ’ αυτόν το μοναχικό δρόμο που εκείνους θα τους βγάλει ώς την Ταϊλάνδη κι εμάς θα μας αφήσει να πελαγοδρομούμε μεταξύ του περασμένου, του νυν και αεί εκπαιδευτικού συστήματος;
Αριστοτέλης, Αιμιλία και Ερρίκος. Ας πούμε τα ονόματά τους, για να ταυτιστούν με τα όνειρα τόσων και τόσων συνομηλίκων τους που τοποθετούνται εκόντες άκοντες στις «φωτεινές εξαιρέσεις», τα «παιδιά – θαύματα» και άλλες εξωτικές κατηγορίες, όταν το μόνο που διεκδικούν είναι ένα σχολείο και μια κανονικότητα. Παιδιά που εκπροσωπούν μόνο τον εαυτό τους, βγαίνουν κάθε πρωί από τη διπλανή μας πόρτα και έχουν καταφέρει να επιβιώσουν επί δεκαετίες από το αντιπαιδαγωγικό συλλογικό μας «όραμα». Γιατί θεωρείται δηλαδή «κανονικός» ο πάσης φύσεως δικαιωματισμός του δεκαπενταμελούς και όχι το πείραμα υδροπονίας με το οποίο κέρδισαν εισιτήριο για Ταϊλάνδη οι μαθητές με τον προπονητή τους Κώστα Νέλλα; Την ώρα μάλιστα που η Βιολογία και η τριγωνομετρία δίνουν αγώνα ύπαρξης στα μετόπισθεν.
Κύριον Γαβρόγλου ενταύθα: όπως πάντα, εξαρτάται από ποιο μετερίζι αγωνίζεται κανείς για την περιώνυμη προώθηση του εκπαιδευτικού συστήματος. Πάνω ή κάτω από την «ελιτίστικη» βάση του δέκα, μέσα ή έξω από τις σχολές χαμηλής ζήτησης, χωρίς ή μαζί με τους ινστρούχτορες. Σ’ αυτόν τον ανελέητο εξισωτισμό προς τα κάτω, η αριστεία, το πείραμα και η έρευνα έχουν γίνει ταμπού χωρίς καν να προφέρουμε το όνομά τους. Το «ρωμαλέο μαθητικό κίνημα» ήρθε στα πράγματα από τα αποδυτήρια και ο Ρουβίκωνας βαφτίστηκε – από τον υπουργό – «μαθητής που πιάνεται να αντιγράφει». Είναι πολύ αργά για παρομοιώσεις και σχήματα κατά συνεκδοχή, επειδή δεν γνωρίζουμε ούτε τα βασικά πλέον. Χώρια που οι θετικές επιστήμες θάβονται κάτω από γενναίες δόσεις συκοφαντίας. «Εξειδικευμένες», αντιπαραγωγικές και αντιπολιτικές, δεν μπορούν να ξοδεύουν εργατοώρες από το πείραμα της πρώτη φορά Αριστεράς.
Η αλήθεια είναι ότι οι τρεις μαθητές δεν ταιριάζουν στον ιδεότυπο του κ. Γαβρόγλου, ούτε παρέχουν τον συμβολισμό που αναζητεί στα άχυρα (λέγε με και εξεταστικό). Αναγκάζεται να επικυρώσει το διαβατήριό τους για Ταϊλάνδη, ενώ την ίδια στιγμή τον κυνηγά η ντουντούκα του πιο καλού του μαθητή. Αυτός έγινε μέσα στο ίδιο του το γραφείο η πραγματικότητα μιας φαντασίωσης απ’ την οποία πασχίζουμε να ξεκολλήσουμε. Από τα πανεπιστήμια που έχουν καταντήσει «θεματικά πάρκα γνώσεων» χωρίς να παράγεται πρωτότυπη ερευνητική εργασία. Από τα σχολεία όπου η κριτική ικανότητα ξεβάφει σαν κιμωλία στον πίνακα. Από τους προθαλάμους της ανεργίας και τους διαδρόμους των παρατάξεων, όπου οι φοιτητές προβάρουν τον ρόλο του μελλοντικού ψηφοφόρου. Από τις προτάσεις της επιτροπής Παρασκευόπουλου, η οποία «διδάσκει» τους παραβατικούς νέους πως «όταν το θύμα είναι συνάδελφος ή καθηγητής, δεν πλήττεται η άρχουσα τάξη». Ή προτείνει στους διδάσκοντες να κινητοποιηθούν για την «ανάπτυξη διακλαδικών αντικειμένων διδασκαλίας, όπως η βία και η χρήση ναρκωτικών». Επαναλαμβάνουμε αργά και καθαρά: α-ντι-κεί-με-νο δι-δα-σκα-λί-ας, η χρή-ση ναρ-κω-τι-κών.