Υπάρχουν πολλές ισοπαλίες που δεν είναι αυτό που… φαίνονται. Υπάρχουν ισοπαλίες που προβληματίζουν μια ομάδα, υπάρχουν 0-0 που τα αποκαλούμε «στείρα», υπάρχουν παιχνίδια που δεν μπορείς να κερδίσεις και φροντίζεις τουλάχιστον να μην τα χάσεις. Υπάρχουν, όμως και οι ισοπαλίες που μοιάζουν με νίκες. Μία τέτοια ήταν για τον Παναθηναϊκό αυτή που πήρε το βράδυ του Σαββάτου απέναντι στην ΑΕΚ. Για να ακριβολογούμε, η ΑΕΚ ήταν εκείνη που απέσπασε την ισοπαλία. Εκείνη που κατάλαβε πως δεν μπορεί να πάρει το ματς και έκανε τα πάντα για να μην το χάσει. Εκείνη που ανακουφίστηκε όταν άκουσε το τελευταίο σφύριγμα και ο φωτεινός πίνακας έδειχνε 0-0.

Θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί πολύ χειρότερα τα πράγματα για την ΑΕΚ που εν τέλει… κερδίζει έναν βαθμό. Και χάνει δύο ο Παναθηναϊκός, βάσει εικόνας των δύο ομάδων στον αγωνιστικό χώρο. Υπήρξαν στιγμές που οι παίκτες του Δώνη κυριάρχησαν ολοκληρωτικά στο γήπεδο. Πρέσαραν, έκλεβαν, κυκλοφορούσαν, δημιουργούσαν. Με γρήγορο ποδόσφαιρο και αυτοματισμούς, που όσο περνάει ο καιρός βγαίνουν ολοένα και περισσότερο.

Ο Παναθηναϊκός του Σαββάτου ήταν μια ομάδα που η εικόνα της είναι πολύ κοντά στα «θέλω» του προπονητή της. Και υπήρξαν 2-3 φάσεις στο ντέρμπι που αποδεικνύουν ακριβώς αυτό. Πως ο Δώνης, με το πρωτάθλημα να βρίσκεται κοντά στο 1/3 του, έχει βάλει πλέον για τα καλά τη σφραγίδα του στην ομάδα. Δύο φάσεις στις οποίες χάθηκαν και οι δύο μεγαλύτερες ευκαιρίες του Παναθηναϊκού στο πρώτο ημίχρονο.

Η πρώτη είναι στο σουτ του Γιόχανσον. Μια φάση που ξεκινάει από άνοιγμα του Χατζηγιοβάνη στον Ινσούα στα αριστερά, με τον Αργεντινό να έχει ανέβει στην αντίπαλη περιοχή και με τη σέντρα να βρίσκει εντός περιοχής τον άλλον μπακ, τον Γιόχανσον. Αυτό το παιχνίδι, το παιχνίδι με τους ακραίους να είναι… ενεργοί και στο επιθετικό τρίτο, δημιουργώντας και απειλώντας, είναι στοιχείο Δώνη. Ο οποίος πιστώνεται και τη μεταμόρφωση προς το καλύτερο των δύο συγκεκριμένων ποδοσφαιριστών. Ούτε ο Ινσούα, ούτε πολύ περισσότερο ο Γιόχανσον μάς είχαν δείξει πως μπορούν να λειτουργήσουν σε αυτό το στυλ παιχνιδιού. Στα χέρια του 49χρονου προπονητή, όμως, αλλάζουν προς το καλύτερο. Και δίνουν στον Παναθηναϊκό κάτι που του είχε λείψει, ιδιαίτερα από τη φυγή του Χουλτ και έπειτα. Το παιχνίδι από τα άκρα.

Στην ίδια φάση φαίνεται και η δουλειά που κάνει ο Παναθηναϊκός στο… γέμισμα της αντίπαλης περιοχής. Εκεί που βρίσκονται έξι παίκτες του τριφυλλιού, έτοιμοι να απειλήσουν την άμυνα της ΑΕΚ. Είναι κάτι που ζητάει ο Δώνης, να γεμίζει δηλαδή η αντίπαλη περιοχή, ώστε ο Παναθηναϊκός να έχει πολλές επιλογές μέσα σε αυτή. Συνέβη και στο δεύτερο μέρος, στη μεγάλη ευκαιρία του Μπουζούκη, που έφυγε ελάχιστα έξω από το δοκάρι του Μπάρκα.

Το δεύτερο στοιχείο της φιλοσοφίας Δώνη έρχεται από τη μεγάλη ευκαιρία του Μακέντα. Και από το πρέσινγκ ψηλά, το οποίο φέρνει τη μεγάλη φάση. Ο Κουρμπέλης έχει ανέβει στα 15 μέτρα από την περιοχή της ΑΕΚ και σταματά την πρώτη πάσα που γίνεται προς τον Γαλανόπουλο. Το κλέψιμο σε αυτό το σημείο φέρνει ανισορροπία στην άμυνα της ΑΕΚ, ο Παναθηναϊκός βάζει τρεις παίκτες στην περιοχή του σε κόντρα επίθεση, ο Κουρμπέλης επιλέγει τον Μακέντα, αλλά ο Μπάρκας τον σταματά στο τετ α τετ. Κλέψιμο ψηλά, γρήγορη πάσα, τρεις διαφορετικές επιλογές: ό,τι ακριβώς χρειάζεται μια ομάδα για να μπει με προϋποθέσεις στην αντίπαλη περιοχή και να ψάξει το γκολ.

Σημειώσατε 1

Εχει γίνει πολλή κουβέντα και μπόλικη σύγκριση του Δώνη με τον Ουζουνίδη. Συμβαίνει πάντα στον αθλητισμό. Ο Ουζουνίδης ήταν πέρυσι στον Παναθηναϊκό και αυτό από μόνο του αποτελεί… ερέθισμα για να ασχολούμαστε με τον Δώνη vs Ουζουνίδη. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που υπάρχει η μεταξύ τους μάχη.

Στην πρώτη, λοιπόν, μεταξύ τους κόντρα ο Δώνης βγαίνει νικητής. Πανηγυρικά. Ακύρωσε την ΑΕΚ, δεν την άφησε να φανεί απειλητική και αν οι παίκτες του ήταν πιο αποτελεσματικοί θα την είχε κερδίσει με άνεση.

Παναθηναϊκός (Γ. Δώνης, 3-4-3): Διούδης, Γιόχανσον, Πούγγουρας, Μαυρομάτης, Κουλιμπαλί, Κουρμπέλης, Δώνης (63′ Κάτσε), Ινσούα, Μπουζούκης (84′ Μουνιέ), Χατζηγιοβάνης (63′ Χατζηθεοδωρίδης), Μακέντα.

ΑΕΚ (Μ. Ουζουνίδης, 4-4-2): Μπάρκας, Μπακάκης, Οικονόμου, Τσιγκρίνσκι, Χουλτ, Μάνταλος, Σιμόες, Γαλανόπουλος (81′ Αλεφ), Μπογέ (72′ Γκάλο), Λιβάγια, Πόνσε (78′ Κλωναρίδης).