Η Τουρκία επιλέγει να ανεβάσει τους τόνους σχετικά με την Ανατολική Μεσόγειο. Η πάγια θέση της τους τελευταίους μήνες ότι «δεν θα δεχθεί τετελεσμένα» διανθίζεται με την έκδοση Navtex, στρατιωτικές ασκήσεις, αναβάθμιση της παρουσίας της (από την επίδειξη σημαίας από πολεμικά πλοία μέχρι τις βόλτες σεισμογραφικών και πλωτής πλατφόρμας γεώτρησης), συνοδευόμενη από απειλές προς πάσα κατεύθυνση. Πάντως, αυτή τη στιγμή και για τους επόμενους μήνες, ο ξεδοντιασμένος «Φατίχ» («Πορθητής») θα προβεί σε ερευνητικές γεωτρήσεις σε τουρκικά χωρικά ύδατα, ενδεχομένως προκειμένου και να ανασυγκροτηθεί επιχειρησιακά μακριά από τα βλέμματα τρίτων. Mεγαλύτερο προβληματισμό προκαλεί η δραστηριότητα του σεισμογραφικού σκάφους «Μπαρμπαρός», που σχεδιάζει να κινηθεί ακόμη και εντός της κυπριακής ΑΟΖ, είτε σε μη αδειοδοτημένα τεμάχια είτε στο 6, όπου βρίσκεται η ιταλογαλλική κοινοπραξία ENI-TOTAL, χωρίς να παρεμποδίσει τις έρευνές της.
Η Αγκυρα μπορεί μεν να επικαλείται την ανάγκη υπεράσπισης των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων ως προς τον αναλογικό διαμοιρασμό των κερδών από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της Κύπρου, ζητώντας και συνδιαχείριση ήδη από τώρα, ωστόσο αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να εξευρεθεί σχετική φόρμουλα χωρίς λύση του Κυπριακού. Για να μην εγκλωβιστεί όμως σε μια διαδικασία (της επίλυσης) που δεν ελέγχει απολύτως, ενισχύει το οπλοστάσιό της με τον ισχυρισμό ότι μέρος των τεμαχίων 1 και 4-7 της κυπριακής ΑΟΖ τέμνεται με την τουρκική υφαλοκρηπίδα, άρα διακυβεύονται κυριαρχικά της δικαιώματα. Στην πράξη, η Αγκυρα τοποθετείται στο τραπέζι ενόψει μελλοντικής διαπραγμάτευσης, εγγράφοντας υποθήκες με γνώμονα να μη βρεθεί (όπως σήμερα) εκτός ενεργειακού παιχνιδιού. Βέβαια, παραμένει το ερώτημα πώς η ίδια εννοεί τη συμμετοχή της στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της περιοχής, καθώς και με ποιους θα διαβουλευθεί, από τη στιγμή που δοκιμάζονται οι σχέσεις της με Ισραήλ και Αίγυπτο, δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, δυσπιστεί απέναντι στην Ελλάδα, έχει μάλλον διιστάμενα συμφέροντα με ΕΕ και ΗΠΑ (οι πρώτες επιθυμούν την ανεμπόδιστη εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου), ενώ και στις εταιρείες της αγοράς ενέργειας δεν αρέσουν οι αβεβαιότητες που ενσωματώνει η τουρκική προοπτική.
Οι κινήσεις της γείτονος εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες: 1) να διατηρήσει τη δυνατότητα κλιμάκωσης των αντιδράσεών της βάσει εξελίξεων ειδικού ενδιαφέροντός της (π.χ. σε περίπτωση επανέναρξης των διαπραγματεύσεων Ελληνοκυπρίων – Τουρκοκυπρίων και αργότερα με το βλέμμα στραμμένο στο εύρος των κοιτασμάτων και τους τρόπους εκμετάλλευσής τους), 2) να σύρει την Ελλάδα σχετικά γρήγορα ακόμη και σε μια εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση, και 3) να μας παρεμποδίσει από την άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων – π.χ. επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης νοτίως της Κρήτης, σύναψη συμφωνίας οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών με την ούτως ή άλλως διστακτική Αίγυπτο. Εντούτοις, η ελληνική πλευρά φέρεται να εξετάζει το σενάριο να προσέλθει σε διάλογο με την Αγκυρα. Αραγε, επί ποίας βάσης και πόσο φρόνιμο θα ήταν αυτό υπό τις παρούσες συνθήκες;
Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών του ΙΔΙΣ και συγγραφέας του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν».