Οταν ο Νίκος Αλιβιζάτος ανέβηκε στο βήμα του Σινέ Κεραμεικός, όλοι ήξεραν πως αυτό που θα ακολουθούσε δεν θα ήταν μια «ποταμική» ομιλία, όπου η απόφαση για αποχώρηση του κόμματος από το Κίνημα Αλλαγής θα ερμηνευόταν ως διόρθωση μιας λάθος επιλογής του Σταύρου Θεοδωράκη. Ο άνθρωπος που έφερε εις πέρας τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου δεν θα μπορούσε να απαρνηθεί το πολιτικό του τέκνο. Και έτσι, η δική του έκκληση για ενότητα πέρασε στα μαλακά, γιατί «ο Αλιβιζάτος δεν θα μπορούσε να πει τίποτα διαφορετικό». Τα όσα ακολούθησαν στο συνέδριο, όμως, κατέστησαν σαφές πως οι παρευρισκόμενοι δεν ήθελαν ποτέ να συμμετάσχουν στο εγχείρημα ενός νέου κεντροαριστερού φορέα.
Ακόμα και ο χαιρετισμός του Θανάση Θεοχαρόπουλου ήταν τυπικός, μιλώντας για «ένα διάστημα που συμπορευτήκαμε δημιουργικά», με ανεπαίσθητες σπόντες για «υπερβάσεις χωρίς μπρος πίσω». Κι όλα αυτά γιατί τόσο το Κίνημα Αλλαγής όσο και Το Ποτάμι έχουν συμβιβαστεί με το διαζύγιό τους. Οι πρώτοι μπορούν να μιλούν για την πολιτική παράδοση της δημοκρατικής παράταξης χωρίς να μετρούν και να κρύβουν τις «πράσινες» αναφορές τους, ενώ οι δεύτεροι δεν χρειάζεται να προσποιούνται πως ασπάζονται θέσεις και προτάσεις με τις οποίες δεν συμφωνούν – όπως, για παράδειγμα, στο θέμα του Σκοπιανού. Και πράγματι, από την αποχώρηση του Ποταμιού και έπειτα, τα δύο σχήματα έχουν τραβήξει εντελώς διαφορετικούς δρόμους.
Το Κίνημα Αλλαγής επέλεξε να ακολουθήσει μια πιο συντεταγμένη αντιπολιτευτική πορεία, ξεκαθαρίζοντας το στίγμα του. Στα θετικά, είχε μια πλήρως συντεταγμένη Κοινοβουλευτική Ομάδα, που στήριξε την απόφαση της ηγεσίας στο Μακεδονικό – και ακόμα και σήμερα, παρά τις επιμέρους διαφωνίες, δείχνει περισσότερο δεμένη από την αντίστοιχη του Ποταμιού. Στα αρνητικά; Ενα κομμάτι της διεύρυνσης που επιχειρήθηκε με τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου επέλεξε να συνεχίσει αυτόνομα.
Πολλές απόψεις μαζί. Αντίστοιχα στη Σεβαστουπόλεως βρέθηκαν να πρέπει να ξεκαθαρίσουν τις πολιτικές τους επιλογές και, ως εκ τούτου, οδηγήθηκαν στο συνέδριο. Παράλληλα, όπως έγινε σαφές και το Σαββατοκύριακο που πέρασε, βουλευτές και ευρωβουλευτές έχουν ο καθένας τη δική του, ξεχωριστή άποψη για την πορεία του κόμματος. Παραδόξως, και οι δύο πλευρές μπορούν να μιλούν για ανθρώπους που συντάχθηκαν μαζί τους και όχι «με τους άλλους»: οι Ποταμίσιοι χρησιμοποιούν το παράδειγμα του Θανάση Χειμωνά, ενώ στο Κίνημα Αλλαγής αυτά του Γιάννη Μεϊμάρογλου και του Παναγιώτη Καρκατσούλη.
Αυτά που τους ενώνουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πράγματα που ακόμη τους ενώνουν. Η πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση, για παράδειγμα, κατατέθηκε όταν το Ποτάμι άνηκε ακόμα στο Κίνημα Αλλαγής – και αυτό γίνεται εμφανές, όταν τα δύο κόμματα αναφέρονται στα επιμέρους σημεία. Μέχρι και οι δεσμοί ανάμεσα στα στελέχη δεν έχουν διαρραγεί, με προσωπικές φιλίες που δεν σταμάτησαν μετά τη διάσπαση. Πολιτικά, όμως, τίποτα δεν δείχνει πως τη δεδομένη στιγμή υπάρχει συγκολλητική ουσία. Χαρακτηριστικά, οι αναφορές του Σταύρου Θεοδωράκη στον Κώστα Σημίτη με αφορμή τον Γιάννο Παπαντωνίου εξόργισαν μερικούς εκ των πρώην συντρόφων του. «Τα χρόνια του κ. Σημίτη στην πρωθυπουργία ήταν ωφέλιμα για τη χώρα, με πολλά μεγάλα επιτεύγματα. Αλλο αυτό όμως και άλλο η τόλμη μας να λέμε ότι όλοι οφείλουν πολιτικές απαντήσεις και για τα καλά και για τα κακά εκείνης της περιόδου» ανέφερε εκείνος χθες (Οpen).
«Η μεγάλη Κεντροαριστερά παραμένει ως ζητούμενο. Δεν την έχει απορρίψει η Ιστορία. Οι πολιτικές και προσωπικές αδυναμίες την έχουν απορρίψει» ανέφερε χθες ο Σπύρος Λυκούδης (9,84), που αποχώρησε μαζί με Το Ποτάμι. Για την ώρα, όμως, το ενδεχόμενο επανένωσης μοιάζει μάλλον μακρινό.