Συγγραφείς λοιπόν γράφουν για τον επόμενο αιώνα. Βιβλία που, με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον, οριακά θα προλάβουν να τα διαβάσουν κάποια από τα παιδιά που γεννιούνται τώρα. Βιβλία που θα διαβαστούν ύστερα από 96 χρόνια. Πείραμα ή ουτοπία; Ας δούμε τι γινόταν πριν από 96 χρόνια. Το 1922. Ο Προυστ μόλις είχε τελειώσει το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», που είχε αρχίσει να το γράφει από το 1909. Την ίδια χρονιά ο Τζόις ολοκλήρωσε τον «Οδυσσέα» του και ο Ερμαν Εσε το «Σιντάρτα». Πιθανότατα ο Κάφκα να είχε ήδη αρχίσει να γράφει τη «Δίκη» (εκδόθηκε το 1925) και σίγουρα ο Τόμας Μαν το «Μαγικό Βουνό» (κυκλοφόρησε το 1924). Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ο Φιτζεράλντ είχε μόλις εκδώσει τους «Ομορφους και Καταραμένους» και έγραφε τον «Μεγάλο Γκάτσμπι». Ενδεικτικά, στα δικά μας, ο Καβάφης έγραψε το «Προς τον Αντίοχον Επιφανή» και ο Μυριβήλης δούλευε ήδη τη «Ζωή εν τάφω».
Δεν νομίζω ότι ο Προυστ, ο Τζόις, ο Κάφκα, ο Μαν, ο Εσε, ο Φιτζέραλντ, ο Καβάφης, ο Μυριβήλης έγραφαν έχοντας κατά νου αν θα τους διαβάζουμε εμείς το 2018. Οσο για τον Ντοστογέφσκι, ο οποίος το 1866 έγραφε πυρετωδώς το «Εγκλημα και Τιμωρία» που δημοσιευόταν σε συνέχειες σε κάποιο περιοδικό, το τελευταίο πράγμα που θα τον απασχολούσε ήταν αν το βιβλίο του θα ήταν ευπώλητο μετά από 150 χρόνια. Τα προς το ζην ήθελε να εξοικονομήσει. Το ίδιο και ο Τσέχοφ και ο Ιψεν. Δεν έγραφαν με γνώμονα αν τα έργα τους θα θεωρούνταν, στις μέρες μας, επίκαιρα. Δεν συζητώ για τον Σαίξπηρ, τον Αισχύλο, τον Ευρυπίδη.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο τα βιβλία τους διαβάζονται και τα έργα τους ανεβαίνουν μέχρι σήμερα. Και είναι σαν να γράφτηκαν χθες. Διότι η αγωνία για το εκάστοτε «τώρα», το στοίχημα του κάθε δημιουργού με την εποχή του, νομίζω ότι κάνει το έργο του να αντέχει στο διηνεκές.