Το 1989 ο Φρανκ Ντέμελ έβγαινε τακτικά στους δρόμους της Ανατολικής Γερμανίας. Κάθε Δευτέρα διαδήλωνε εναντίον του κομμουνιστικού καθεστώτος, απαιτώντας ελευθερία και δημοκρατία και φωνάζοντας «Εμείς είμαστε ο λαός!». Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Φρανκ Ντέμελ βγαίνει και πάλι τακτικά στον δρόμο. Είναι μεγαλύτερος, και πιο θυμωμένος, και φωνάζει το ίδιο σύνθημα – μόνο που αυτή τη φορά φωνάζει υπέρ της Ακροδεξιάς. Ο λεγόμενος «Ανατολικός Ανδρας», ένα πρόσωπο που η Δύση αντιμετώπιζε για καιρό με συγκατάβαση, οίκτο ή απλή αδιαφορία, ασκεί και πάλι καθοριστική επιρροή στη γερμανική πολιτική. Οργισμένος με την Ανγκελα Μέρκελ, έναν δικό του άνθρωπο δηλαδή, τροφοδοτεί το AfD.
Οπως επισημαίνουν οι «New York Times», η ανάδυση του «Ανατολικού Ανδρα» ως ταραχοποιού πολιτικής δύναμης είναι ένα από τα βασικά κληροδοτήματα της καγκελαρίου. Καθώς άρχισε να προετοιμάζει τους Γερμανούς για την πολιτική της έξοδο, κάποιοι σημείωσαν πως, πολιτικά τουλάχιστον, η Γερμανία της είναι σήμερα περισσότερο διχασμένη μεταξύ Ανατολής και Δύσης από ποτέ μετά την επανένωση. Η Ακροδεξιά, βέβαια, ανεβαίνει σε ολόκληρη τη χώρα. Το AfD απέσπασε ένα 13% στις περσινές ομοσπονδιακές εκλογές και εκπροσωπείται πλέον και στα 16 τοπικά Κοινοβούλια. Το έρεισμά του στην Ανατολή, ωστόσο, είναι διπλάσιο και πλέον εκείνου που έχει στη Δύση. Το κόμμα είναι η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη μεταξύ των ανατολικών ανδρών: ένα 28% ψήφισε πέρυσι AfD.
Οταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, στις 9 Νοεμβρίου του 1989, ο Φρανκ Ντέμελ κέρδισε ελευθερία και δημοκρατία. Εχασε όμως όλα τα άλλα: τη δουλειά του, το στάτους του, τη χώρα του, ακόμα και τη γυναίκα του – όπως πολλές ακόμα Ανατολικογερμανίδες, έφυγε δυτικά σε αναζήτηση εργασίας και δεν επέστρεψε ποτέ. Μετά την επανένωση, θυμάται ο Ντέμελ, άρχισαν να φτάνουν στη Σαξονία, τη γενέτειρά του, δυτικοί άνδρες με κοστούμια και Mercedes που σύντομα έφτασαν να ελέγχουν τις επιχειρήσεις, τα πανεπιστήμια, την τοπική κυβέρνηση, «τα πάντα».
Και αυτό ήταν πολύ πριν φτάσουν στη Γερμανία, το 2015, ένα εκατομμύριο και πλέον αιτούντες άσυλο, πολλοί από αυτούς νεαροί άνδρες. «Δεν ρίσκαρα το τομάρι μου τότε για να γίνω πολίτης τρίτης κατηγορίας» λέει ο 57χρονος, σήμερα, Ντέμελ, μετρώντας με τα δάχτυλα την ιεραρχία: «Πρώτα οι Δυτικογερμανοί, μετά οι αιτούντες άσυλο, μετά εμείς».
Κανείς δεν ενσαρκώνει περισσότερο τα παράπονα των ανατολικών ανδρών και κανείς δεν εισπράττει περισσότερο την οργή τους από τη Μέρκελ, μια Ανατολικογερμανίδα που αναρριχήθηκε στην κορυφή της εξουσίας. Ποτέ δεν έγινε η πρεσβευτής της Ανατολής που ο λαός της προσδοκούσε: το βιοτικό επίπεδο στην περιοχή εξακολουθεί να υπολείπεται εκείνου της Δύσης, ακόμα και έπειτα από αυτό που εκλαμβάνεται ως μια τραυματική οικονομική κατάληψη. «Προδότρια», έτσι την αποκαλεί ο Ντέμελ. Οπως λέει όμως ο Φρανκ Ρίχτερ, ένας ανατολικογερμανός θεολόγος και εξέχων διανοητής, «η οργή των ανατολικών ανδρών έχει σχέση και με την επιτυχία των ανατολικών γυναικών. Οι ανατολικοί άνδρες δεν απεχθάνονται τόσο τη Μέρκελ μόνο επειδή δέχθηκε ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο, αλλά επειδή τους είναι τόσο πολύ οικεία και μια καθημερινή υπενθύμιση της δικής τους αποτυχίας».
Μετά την πτώση του Τείχους, η Ανατολική Γερμανία έχασε ένα 10% και πλέον του πληθυσμού της. Τα δύο τρίτα όσων έφυγαν και δεν επέστρεψαν ήταν γυναίκες – γυναίκες ανεξάρτητες, χειραφετημένες και συχνά πιο μορφωμένες και εργαζόμενες σε πιο προσαρμοστικές θέσεις στην αγορά υπηρεσιών από τους ανατολικούς άνδρες. Σε μεγάλες ζώνες της αγροτικής Ανατολικής Γερμανίας οι άνδρες εξακολουθούν να είναι σήμερα περισσότεροι από τις γυναίκες. Και οι περιοχές από όπου οι γυναίκες σχεδόν εξαφανίστηκαν είναι αυτές ακριβώς που ψηφίζουν σήμερα AfD – ένα στοιχείο της ανόδου της Ακροδεξιάς που εξακολουθεί να μην έχει αναγνωριστεί και μελετηθεί επαρκώς.