Η συμφωνία μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, ακόμη κι αν βρίσκεται στο στάδιο των προθέσεων, όπως είπε χθες ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, προκαλεί ήδη παρενέργειες, καθώς η κυβέρνηση θέτει ως κεντρικό σημείο του αφηγήματός της ότι δύναται να κάνει 10.000 προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων μετά την απόφαση για μη μισθοδοσία από το δημόσιο Ταμείο των περίπου 8.000 κληρικών και 2.000 λαϊκών που αποτελούν το προσωπικό της Εκκλησίας. Το Μέγαρο Μαξίμου αντιλαμβάνεται την προοπτική αυτή ως εκλογικό όπλο, καθώς όπως παραδέχθηκε χθες δημόσια ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, «με τη συμφωνία αυτή απελευθερώνονται 10.000 θέσεις δημοσίων υπαλλήλων», προσθέτοντας μάλιστα ότι «οι κληρικοί αν και δεν είναι ακριβώς δημόσιοι υπάλληλοι, είναι οιονεί δημόσιοι υπάλληλοι, καταμετρώνται όμως στο δυναμικό των δημοσίων υπαλλήλων».

Από την κυβερνητική πλευρά εστιάζουν στη συμφωνία με τους θεσμούς, που προβλέπει μία πρόσληψη για κάθε μία αποχώρηση από το Δημόσιο και υπογραμμίζουν πως η αποχώρηση 10.000 από τη μισθοδοσία δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να συμπληρώσει αυτές τις θέσεις με προσλήψεις υπαλλήλων κατά κύριο λόγο, για να καλυφθούν κοινωνικές ανάγκες του κοινωνικού κράτους (γιατροί, εκπαιδευτικοί κ.ά.).

Το Μέγαρο Μαξίμου δίνει έμφαση στην ιστορική, όπως τη χαρακτηρίζει, συμφωνία με την Εκκλησία που ήταν αποτέλεσμα μακρόχρονου διαλόγου και διεξήχθη σε «κλίμα κατανόησης και σεβασμού», ενώ τονίζεται πως διευθετείται μια από τις πιο περίπλοκες νομικές και πραγματικές εκκρεμότητες στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Και για το ζήτημα της κάλυψης της μισθοδοσίας των κληρικών, μέσω της επιδότησης που θα καταβάλλει το κράτος, ο Τζανακόπουλος διευκρίνισε, προς άρση κάθε παρερμηνείας και παρεξήγησης, ότι η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί ώς το 2030 τα έσοδα από το νέο Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας να είναι τέτοια που να καλύπτουν το ποσοστό επιδότησης που θα δίνεται κάθε χρόνο στην Εκκλησία.

Η παρασκηνιακή προεργασία για τη συμφωνία που κλείδωσε πριν από περίπου 15 μέρες, ήταν μεγάλη, ενώ υπήρξαν και αρκετές επαφές του Πρωθυπουργού με τον Ιερώνυμο, με τελευταία και καθοριστική αυτή στην Αρχιεπισκοπή στις 3 Οκτωβρίου. Για το τελικό κείμενο της συμφωνίας κρίθηκε σκόπιμο να ενημερωθεί πριν από τις ανακοινώσεις και ο υπουργός Αμυνας, Πάνος Καμμένος, ο οποίος πέρασε το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου το μεσημέρι της Τρίτης, χωρίς να ανακοινωθεί η συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό. Γι’ αυτό και χθες οι ΑΝΕΛ κινήθηκαν σε πανηγυρικούς τόνους, αναφέροντας ότι η συμπόρευση Πολιτείας και Εκκλησίας εξασφαλίστηκε από τον Καμμένο, ο οποίος φρόντισε να «θαφτούν τα τσεκούρια του διχασμού».

Οι επαφές άρχισαν περίπου ένα χρόνο πριν, με κεντρικό χειριστή εκ μέρους της κυβέρνησης τον Αλέξη Χαρίτση, στην αρχή από τη θέση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας και στη συνέχεια ως υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος όλο αυτό το διάστημα είχε αλλεπάλληλες συναντήσεις με τον Αρχιεπίσκοπο και τον πρωτοσύγκελλο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Συμεών.

ΧΤΥΠΗΜΑ ΦΙΛΗ. Το πρώτο εσωκομματικό χτύπημα, πάντως, ήρθε χθες από τον πρώην υπουργό Νίκο Φίλη, ο οποίος ζήτησε «καθαρή ρύθμιση» των σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας και «όχι ενδιάμεσα πράγματα». Αν και χαρακτήρισε («Το ποντίκι») θετικό το γεγονός να μην είναι δημόσιοι υπάλληλοι οι ιερείς, είπε πως δεν κατανοεί την υποχρέωση επιδότησης και ανέφερε επικριτικά πως υπάρχουν 10.000 ιερείς σε μια χώρα με 8.000 γιατρούς.

Πυρά από την αντιπολίτευση. Αρνητική είναι και η στάση της αντιπολίτευσης, καθώς η ΝΔ αν και εμφανίστηκε θετική για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας, κατήγγειλε παράλληλα υποκρισία εκ μέρους της κυβέρνησης, δεδομένου ότι τους κληρικούς θα συνεχίσει να τους πληρώνει το κράτος, και επιπλέον κάνει λόγο για «κοροϊδία με τις 10.000 προσλήψεις».

«Τσίπρας, Μητσοτάκης και Καμμένος πάνε μαζί» όσον αφορά τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους ανέφερε σε δήλωσή της η Φώφη Γεννηματά, που θα επιδιώξει να συζητήσει τις εξελίξεις τόσο με τον Αρχιεπίσκοπο όσο και με τον Οικουμενικό Πατριάρχη. «Μπάλωμα για τα περιουσιακά» διαβλέπει Το Ποτάμι, ενώ το ΚΚΕ σημείωσε πως η συμφωνία δεν οδηγεί σε πλήρη διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, αντιθέτως «διαιωνίζει ιστορικές εκκρεμότητες».