Το σενάριο της προεκλογικής περιόδου έχει βασικό έργο την πολιτική διαφθορά. Αυτό αποφάσισε το Μαξίμου και οι σχεδιασμοί σε αυτήν την κατεύθυνση κινούνται.
Προφανώς υπάρχει ζήτημα διαφθοράς και σκανδάλων. Η περίπτωση του Γ. Παπαντωνίου έχει μια τέτοια διάσταση που πρέπει να διερευνηθεί σε βάθος. Επιβεβαιώνει μάλιστα παθογένειες του κομματικού συστήματος – που διακυβέρνησε τη χώρα – και το οποίο διαμόρφωσε και ανέχτηκε τον απαράδεκτο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Εναν νόμο που θα πρέπει με διακομματική συμφωνία να αλλάξει στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης. Ωστόσο η υπόθεση αυτή εντάσσεται σε μια γενικευμένη στρατηγική πόλωσης που δεν έχει μόνο την οπτική της νομικής διερεύνησης στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος αλλά στοχεύει να αναπαράγει τις διαιρέσεις ανάμεσα στο «παλιό» και στο «νέο» που ήταν και το κεντρικό αφήγημα της αντιμνημονιακής έξαρσης. Φυσικά για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ στον οποίο έχουν μετακομίσει εμβληματικές φιγούρες της καραμανλικής δεξιάς διακυβέρνησης και του τσοχατζοπουλικού λαϊκιστικού περιβάλλοντος η επανεμφάνιση αυτής της διαίρεσης φαίνεται μάλλον κωμική. Παρ’ όλ’ αυτά έτσι είναι ο κυβερνητικός σχεδιασμός και διευκολύνει να μη γίνει συζήτηση για τα δύσκολα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας με την απουσία ενός εναλλακτικού σχεδίου για την ανάπτυξη της χώρας και με τα άλυτα προβλήματα της καθημερινότητας του πολίτη. Πρόκειται άλλωστε για τη μόνιμη στρέβλωση της ελληνικής πολιτικής ζωής που συγκροτεί τον κομματικό ανταγωνισμό όχι στα επίδικα του μέλλοντος, αλλά στην επίλυση των διαφορών από το παρελθόν. Ακόμα και από τον Εμφύλιο και τη χούντα! Ειδικά στην Αριστερά χωρίς να έχουν βγει και τα ουσιαστικά συμπεράσματα από μια ατελέσφορη διχαστική αντιπαράθεση που έμπλεξε το 1989. Διότι κάπως έτσι αρχίζουν και φαίνονται τα πράγματα όταν αντί για υπαρκτά και σοβαρά σκάνδαλα έχουμε εμπλακεί σε μια χαμηλού επιπέδου σκανδαλολογία που αφορά τη γυναίκα του Μητσοτάκη, τον αδελφό του Τσίπρα μέχρι τον πρώην πρωθυπουργό Π. Πικραμμένο. Οταν ξεκινά από τις αναγγελίες του Π. Πολάκη για φυλακίσεις και φτάνει στις απειλές του Α. Γεωργιάδη για μετεκλογικά ειδικά δικαστήρια. Μια εικόνα ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής που μετατρέπει τις κομματικές συγκρούσεις σε ένα απέραντο δικαστήριο.
Φυσικά για αυτό το νοσηρό κλίμα οι πρωταγωνιστές διαπράττουν μέγιστα σφάλματα. Πρώτα από όλα γιατί μια διάχυτη ατμόσφαιρα σκανδαλολογίας αποπροσανατολίζει από καραμπινάτες περιπτώσεις διαφθοράς όπου πράγματι αξίζει να καταλογιστούν ποινικές, αλλά και πολιτικές ευθύνες. Μία κάθετη αντιπαράθεση πάνω σε αυτό το πεδίο όταν δεν αναζητά συναινέσεις για την από κοινού αντιμετώπιση των διεφθαρμένων πολιτικών ενισχύει στο τέλος την αμφισβήτηση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Ας σοβαρευτούν όλοι. Στην Ευρώπη δυναμώνει η ακροδεξιά ριζοσπαστικοποίηση. Στη χώρα μας το κλίμα αυτό συμπεριλαμβάνει στην ατζέντα την άρνηση της Μεταπολίτευσης. Προφανώς η μεταπολιτευτική περίοδος δεν ήταν ένας παράδεισος. Υπήρξαν στη διαδρομή της οι ρίζες της σημερινής πολιτικής και οικονομικής κρίσης, αλλά ήταν ταυτόχρονα η καλύτερη εποχή για την εμπέδωση της δημοκρατίας, των κοινωνικών κατακτήσεων της οικονομικής ανόδου. Ο μηδενισμός ευνοεί μόνο όσους ήταν έξω – όλο αυτό το διάστημα – από το μεταπολιτευτικό επίτευγμα. Και αυτοί ήταν μόνο οι ακροδεξιοί!
Επομένως η αρένα της τυφλής σύγκρουσης με επίκεντρο τη διαφθορά δεν θα βοηθήσει ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε τη ΝΔ ούτε κανένα άλλο κόμμα του συνταγματικού τόξου. Μόνο την κοινωνική και πολιτική Ακροδεξιά που θα βρει την κερκόπορτα ώστε να αμφισβητήσει το σύνολο του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας.
Αν τώρα κάποιος διαβάζοντας αυτές τις σκέψεις νομίζει ότι το «διά ταύτα» αφορά τη συγκάλυψη των σκανδάλων κάνει μεγάλο λάθος. Γιατί τα φαινόμενα αυτά δεν είναι ορθό να σηματοδοτούν άγριες κομματικές αντιδικίες. Δεν υπάρχουν διεφθαρμένες ιδεολογίες και κόμματα. Οπως δεν υπάρχουν διεφθαρμένες θρησκείες και εκκλησίες. Υπάρχουν μόνο διεφθαρμένοι άνθρωποι και προσωπικές επιλογές!
Ο Θόδωρος Μαργαρίτης είναι μέλος της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ και της Εκτελεστικής Γραμματείας του Κινήματος Αλλαγής