Δεν σπανίζει το φαινόμενο δήμαρχοι μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων να γίνονται πρωθυπουργοί στη χώρα τους, αφού περατώσουν τη δημαρχιακή θητεία τους ή παραιτηθούν από το αξίωμα του δημάρχου. Σχετικά πρόσφατα είδαμε τον Ματέο Ρέντσι να εγκαταλείπει τη Φλωρεντία για τη Ρώμη και τον Αντόνιο Κόστα να αναλαμβάνει το πρωθυπουργικό αξίωμα στην Πορτογαλία, αφού προηγουμένως είχε υπηρετήσει στον δημαρχιακό θώκο της Λισαβόνας. Βλέπουμε επίσης σήμερα τον τέως δήμαρχο του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον να προαλείφεται ως ο επικρατέστερος διάδοχος της Τερίζα Μέι, αλλά και τον τέως δήμαρχο της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ να ζυγίζει τις πιθανότητες μιας μελλοντικής υποψηφιότητάς του απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2020. Γιατί άραγε στη χώρα μας δεν είχαμε ποτέ ανάλογο φαινόμενο; Γιατί δεν είδαμε ποτέ να γίνεται πρωθυπουργός της Ελλάδας ένας δήμαρχος της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης; Μεταξύ των πιθανών απαντήσεων, μία κατά τη γνώμη μου ξεχωρίζει: το ελληνικό κράτος παραμένει το πιο συγκεντρωτικό κράτος στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ένα από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη στον κόσμο. Η άλλη όψη του συγκεντρωτισμού είναι ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι στην πραγματικότητα καθηλωμένη στα δευτερεύοντα, αποψιλωμένη από πραγματικές εξουσίες.
Ηταν αναμενόμενο λοιπόν κάποιοι δήμαρχοι να δώσουν μεγαλύτερη του δέοντος έμφαση στην επικοινωνία. Τα λεφτά άλλωστε στην Ελλάδα της δανειακής ευημερίας περίσσευαν και με το παραπάνω. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση του δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού Αθήνα 9,84, χαρακτηριστική περίπτωση, έως το 2010, κομματικού πελατειασμού και πεδίου δημοσίων σχέσεων. Οταν εμείς αναλάβαμε τον Γενάρη του 2011, μέσα στην κορύφωση της κρίσης και με ανύπαρκτα ταμειακά αποθέματα, είχαμε δύο επιλογές: είτε να αρχίσουμε να περικόπτουμε αδιακρίτως δαπάνες, π.χ. να ρίξουμε «μαύρο» στον Αθήνα 9,84, είτε να προβούμε στον εξορθολογισμό της διαχείρισης του σταθμού. Προτιμήσαμε τον δεύτερο δρόμο, που ήταν και ο πιο δύσβατος. Ρίξαμε το ετήσιο κόστος του δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού της πόλης από τα 17 εκατ. ευρώ στα 3,7 εκατομμύρια, διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητά του και αναλαμβάνοντας βαρύ πολιτικό κόστος, το οποίο πληρώνουμε έως σήμερα.
Στη σημερινή Ελλάδα ο δήμαρχος μιας μεγαλούπολης, όπως είναι η Αθήνα, έχει τις ίδιες ακριβώς, ελάχιστες δηλαδή, αρμοδιότητες με τον δήμαρχο της τελευταίας επαρχιακής πόλης. Το πρόβλημα εδώ όμως είναι ότι σε μεγαλουπόλεις όπως η Αθήνα συσσωρεύονται εκρηκτικά ζητήματα: εγκληματικότητα, Μεταναστευτικό και Προσφυγικό, περιβαλλοντικά προβλήματα, προβλήματα αστικής κινητικότητας, πολιτική βία και πανεπιστημιακό άσυλο, εκτεταμένη χρήση και εμπορία ναρκωτικών κ.λπ. Το πρόβλημα των ναρκωτικών π.χ. που έχει προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις στην πρωτεύουσα, απαιτεί αστυνομικά μέτρα για το εμπόριο και την απαγορευμένη χρήση, ιατρικές εγκαταστάσεις και θεραπείες απεξάρτησης για τους βαριά εξαρτημένους, καθώς και κοινωνικές πολιτικές πρόληψης και αποτροπής περαιτέρω χρήσης για τους ελαφρούς χρήστες. Πρέπει δηλαδή να εμπλακούν τουλάχιστον τρία με τέσσερα υπουργεία. Τα ίδια ισχύουν σε όλα σχεδόν τα πεδία αστικής πολιτικής, γιατί όλα τα σοβαρά προβλήματα μιας πόλης είναι πολυδιάστατα και απαιτούν παρεμβάσεις που να συντονίζουν πολλά επίπεδα σχεδιασμού και δράσης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο όλες οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις διοικούνται με συστήματα μητροπολιτικής διακυβέρνησης που διεθνώς εμφανίζεται μεν σε πολλές παραλλαγές, υπάρχει όμως ένας κοινός παρονομαστής: η τοπική εξουσία έχει τον πρώτο και αποφασιστικό λόγο για τα τοπικά προβλήματα. Για να το πω πιο απλά: ο δήμαρχος είναι ο πρωθυπουργός της πόλης του.
Κοντολογίς, αυτό που κατά κόρον λέγεται ότι ο «το αξίωμα του δημάρχου Αθηναίων αποτελεί πολιτικό εφαλτήριο» πάσχει κατά τη γνώμη μου για τρεις λόγους: α) διότι υποκρύπτει μια εξωθεσμική εκτίναξη στην ιεραρχία της πολιτικής σφαίρας, που είναι πολιτικά αθέμιτη, β) διότι οι μεγάλες ευθύνες που τελικά έχει για τις τύχες της πόλης του είναι αντιστρόφως ανάλογες με τις αρμοδιότητές του και γ) διότι οι καιροί έχουν αλλάξει και οι πόλεις χρειάζονται ισχυρούς δημάρχους που συντονίζονται με τον έξω κόσμο και τα μεγάλα ζητήματα και όχι παλιάς κοπής μάστρους της επικοινωνίας και των δημοσίων σχέσεων.
Ο Γιώργος Καμίνης είναι δήμαρχος Αθηναίων