Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν έχουν καταλήξει ποιος προσπαθεί να φωνάξει πιο δυνατά. Οι φωνές του Νίκου Κοτζιά και του Νίκου Φίλη, ωστόσο, είναι οι πιο ηχηρές σε αυτή τη στροφή – και ενοχλούν το πρωθυπουργικό επιτελείο, καθώς διαβλέπει ότι σκεπάζουν και τις διαδοχικές πρωτοβουλίες του Αλέξη Τσίπρα. Είναι κατανοητό ότι για να αφομοιώνονται από το πλήθος, οι πρωθυπουργικές παρεμβάσεις πρέπει να γίνονται σε ώρες κοινής ησυχίας – τουλάχιστον από τους δικούς του ή, τέλος πάντων, τους ομόσταβλους.
Οι δύο πρώην υπουργοί δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία, ούτε έχουν κοινές επιδιώξεις, πετροβολώντας επί της ουσίας και το αφήγημα Τσίπρα. Μπορεί να τους ενώνει η έξοδος από το κυβερνητικό όχημα μέσα σε ένα συγκρουσιακό περιβάλλον – ο Κοτζιάς με τον Καμμένο και ο Φίλης με τον Αρχιεπίσκοπο και τον Καμμένο -, αλλά ο καθένας σχεδιάζει διαφορετικά τη δική του επόμενη μέρα. Ο Κοτζιάς δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ και δεν θεωρεί ότι οφείλει στον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί, συνεπώς, να συζητά με τον Τσίπρα και με όρους που δεν προβλέπουν τη συμμετοχή του στα ψηφοδέλτια του 2019. Το πρόβλημα για τον Τσίπρα είναι ότι μαζί με τον Κοτζιά πηγαίνει και το Πράττω – και δεν είναι εποχές για τις όποιες απώλειες στην κάλπη που θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Από την άλλη, ο Φίλης είναι ΣΥΡΙΖΑ και κινείται με τη βεβαιότητα ότι εκπροσωπεί και εκφράζει μια ιστορικότητα και το «βαθύ κόμμα». Ο δικός του πόλεμος «αρχών και αξιών» έχει επενδυθεί με όλες τις αριστερές παρακαταθήκες της Κουμουνδούρου, οι οποίες έχουν υποστεί αλλοίωση από την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική. Ο Κοτζιάς, αντιθέτως, αναζητεί ζωτικό χώρο σε ένα προοδευτικό μέτωπο που θα μπορούσαν να συγκροτήσουν οι δυσαρεστημένοι του Κινήματος Αλλαγής και οι πασοκογενείς που έφτασαν κάποια στιγμή στον ΣΥΡΙΖΑ και ψάχνουν τον επόμενο σταθμό. Αν ο Τσίπρας παίζει σε όλα τα μέτωπα τα ρέστα του, ψάχνοντας παράλληλα την ημερομηνία των εκλογών, τα στοιχήματα που έχουν βάλει οι δύο πρώην υπουργοί δεν είναι δεδομένο ότι θα κριθούν στις κάλπες. Μπορεί να κριθούν πριν, αλλά μπορεί και μετά τις εκλογές.
Το ιδιότυπο «αντάρτικο» που ξεκίνησε ο Φίλης αμέσως μετά την απομάκρυνση από το υπουργείο Παιδείας δεν έχει μπει ποτέ σε φάση ύφεσης, αλλά ταυτόχρονα δεν επιτρέπει στο Μαξίμου να αναζητήσει αντίμετρα. Μία εξήγηση είναι ότι στο πρωθυπουργικό επιτελείο ερμηνεύουν τις παρεμβάσεις του όπως τα γαβγίσματα του σκύλου που δεν δαγκώνει – η άλλη έχει να κάνει με τις εσωκομματικές ισορροπίες που δεν πρέπει να διαταραχθούν. Εάν θέλει ο Φίλης να είναι ο Λαφαζάνης του 2019, ας πάρει εκείνος τις αποφάσεις του. Από τις αντιδράσεις, ωστόσο, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το κλίμα είναι δηλητηριασμένο. Και έγινε ακόμη χειρότερο από το άμεσο «χτύπημα» Φίλη μετά τις ανακοινώσεις για το προσύμφωνο Τσίπρα – Ιερώνυμου.
Μπροστά σε αυτή την εικόνα, ωστόσο, ο ψάλτης Φίλης δεν θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος. Οχι τόσο επειδή υπάρχουν πολιτικά χρωστούμενα με την Αρχιεπισκοπή, αλλά κυρίως επειδή στην αφετηρία της η υπόθεση της περιουσίας και των γενικότερων σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας είχε περάσει από τα δικά του χέρια. Ακόμη και το πρόγραμμα για την καταγραφή και αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας – που χρηματοδοτείται μέσω ΕΣΠΑ – άρχισε να καταρτίζεται με τη δική του, πρώτη υπογραφή. Το πώς αυτό το πρόγραμμα ξεκίνησε με 2,5 εκατ. ευρώ και κατέληξε να κοστολογείται στα 9,550 εκατ. ευρώ είναι μια άλλη ιστορία, που επίσης μπορεί να ανοίξει προσεχώς. Το βέβαιο είναι ότι τα ερωτήματα που διατύπωσε ο πρώην υπουργός για το «δούναι και λαβείν» που κρύβουν οι εναγκαλισμοί μπροστά στο τζάκι του Μαξίμου, θα έχουν συνέχεια. Ο Φίλης είναι ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν θεωρεί ότι χρωστά στον Τσίπρα.