Για τους μύστες της λειτουργίας του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων αμερικανικών εκλογών ήταν ένα ακόμη οδόφραγμα στην πιο βολονταριστική και αντισυστημική προεδρία που έχει βιώσει η Αμερική τις τελευταίες δεκαετίες. Η μονοκομματική κυριαρχία των Ρεπουμπλικανών στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία τελείωσε. Ενα ακόμη θεσμικό γρανάζι από τα περίφημα θεσμικά αντίβαρα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος μπαίνει σε λειτουργία για τον περιορισμό της εξουσίας του Λευκού Οίκου. Η κατάληψη της Βουλής των Αντιπροσώπων από τους Δημοκρατικούς οπλίζει τα χέρια τους με πολιτικά εργαλεία για να αρχίσουν την πολιτική αντεπίθεση κατά του Τραμπ.
Την επόμενη ημέρα των εκλογών η δημόσια σφαίρα ήταν έμπλεη απειλών και προειδοποιήσεων εκατέρωθεν. Από τους Δημοκρατικούς και τα ΜΜΕ έβγαινε ένα κλίμα πιθανών κλητεύσεων (subpoenas) του προέδρου για μια σειρά από ζητήματα, από τα φορολογικά του μέχρι την υπόθεση της ρωσικής ανάμειξης στις αμερικανικές εκλογές. Και μία πρόθεση ανάσχεσης των νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης από το σύστημα υγείας μέχρι ζητήματα φοροαπαλλαγών.
Ο Τραμπ, αφού βάφτισε το αποτέλεσμα μια μεγαλειώδη νίκη, σήκωσε το γάντι σε μια θυελλώδη συνέντευξη Τύπου. Και προειδοποίησε ότι αν η κυβέρνηση σταματήσει να λειτουργεί (gridlock), οι Δημοκρατικοί, ως πλειοψηφία, θα φέρουν και την ευθύνη. Προετοίμασε, δηλαδή, την κοινή γνώμη για ένα παιχνίδι απόδοσης ευθυνών (blame game), που η αλήθεια είναι ότι το γνωρίζει άριστα.
Επί της ουσίας, ο Τραμπ δεν νίκησε, όπως ισχυρίζεται. Αλλά και οι Δημοκρατικοί δεν θριάμβευσαν. Η ήττα του Τραμπ είναι μικρότερη από τις ήττες που είχαν υποστεί ο Ομπάμα ή ο Κλίντον στις αντίστοιχες ενδιάμεσες εκλογές του 2010 και του 1994. Ο έλεγχος της Βουλής των Αντιπροσώπων πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες των Δημοκρατικών για άσκηση ασφυκτικού ελέγχου στην εκτελεστική εξουσία, δηλαδή στον Λευκό Οίκο. Δεν σηματοδοτεί, όμως, την αναστροφή της ταλάντωσης του πολιτικού εκκρεμούς. Την εκτόνωση του πολιτικού κύματος, που έφερε τον Τραμπ στην εξουσία. Ο σχηματισμός των δυνάμεων που οδήγησε τον Τραμπ στην εξουσία το 2016 παραμένει ισχυρός ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2020. Ο Τραμπ παραμένει δημοφιλής στις αγροτικές και συντηρητικές πολιτείες της Αμερικής.
Αυτά είναι τα καλά νέα για τον Τραμπ. Τα καλά νέα για τους Δημοκρατικούς είναι ότι ο Τραμπ δεν διευρύνει την πολιτική του βάση. Αυτή η βάση θα παραμένει μειοψηφική σε μια πολυσχιδή, ανοιχτή και ανεκτική κοινωνία όπως η αμερικανική. Αντίθετα, η πολιτική του συμπεριφορά κινητοποίησε τη βάση των Δημοκρατικών και κυρίως τις γυναίκες, τους νέους, τους Αφροαμερικανούς και τους Λατίνους. Αυτή η κινητοποίηση, μαζί με την κεντρώα στροφή του Δημοκρατικού Κόμματος και την περαιτέρω στροφή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος προς τα άκρα, δίνει ελπίδες στους Δημοκρατικούς για τις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Παραδοσιακά, οι περισσότεροι πρόεδροι των ΗΠΑ έχουν αντιμετωπίσει ένα εχθρικό Κογκρέσο, εξ ολοκλήρου ή κατά το ήμισυ, κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αυτό μπορεί να περιόρισε τις πολιτικές τους επιλογές, αλλά δεν καθόρισε κατ’ ανάγκην και το πολιτικό τους μέλλον.
Το σίγουρο είναι ότι οι θεσμοί της αμερικανικής δημοκρατίας σιγά σιγά εξημερώνουν και χαλιναγωγούν μια αντισυστημική προεδρία.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός