Το 1682 ο επαναστάτης Γουίλιαμ Πεν, γιος του σερ Γουίλιαμ Πεν, προσωπικού φίλου του βασιλιά της Αγγλίας Κάρολου Β’, έλαβε χορηγία μια τεράστια έκταση στην Αμερική, η οποία σήμερα καλύπτει τις πολιτείες Πενσιλβάνια και Ντέλαγουερ, υπό τον όρο να εγκαταλείψει για πάντα τη χώρα του. Ο Πεν, υπέρμαχος της δημοκρατίας, της θρησκευτικής ελευθερίας, της ελευθερίας έκφρασης και της ανεκτικότητας, ίδρυσε τη Φιλαδέλφεια, την πόλη της αδελφικής αγάπης, όπως μαρτυρούν τα ελληνικά συστατικά του ονόματός της. Η πόλη στους αιώνες που ακολούθησαν μετέβαλε την πληθυσμική της σύνθεση και την κουλτούρα της, αλλά παλεύει να διατηρήσει το πνεύμα της πρωτοπορίας που ήταν η αιτία της ίδρυσής της.
Η Φιλαδέλφεια σήμερα είναι η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ, αλλά και μία από τις φτωχότερες, με το 40% των μαθητών να μην αποφοιτούν από το λύκειο και το 70% των παιδιών ηλικίας 14 ετών να μην ξέρουν να γράφουν και να διαβάζουν όπως θα έπρεπε. Ομως στον αριθμό 1501 της Κρίστιαν Στριτ, στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της αφροαμερικανικής συνοικίας, που σήμερα κατοικείται από μια πολυάριθμη μουσουλμανική κοινότητα και οικογένειες μεταναστών από την Ινδονησία, το Βιετνάμ και άλλες ασιατικές χώρες, διατηρείται ακόμα το πνεύμα του Γουίλιαμ Πεν.
Το εργαστήρι. Εκεί, στη γωνία Κρίστιαν και 15ης Οδού, στο ισόγειο μιας εργατικής πολυκατοικίας, λειτουργεί από το 2009 το δημιουργικό εργαστήριο των Mighty Writers. Το εσωτερικό είναι το ίδιο φτωχικό με τη γειτονιά που το περιτριγυρίζει, αλλά είναι πεντακάθαρο, με πολλά βιβλία, επιτραπέζια παιχνίδια και υλικά για χειροτεχνίες. Το απόγευμα που το επισκεπτόμαστε γύρω από το τραπέζι των συζητήσεων κάθονται δέκα 17χρονα κάτω από μια φωτογραφία ενός πολύ νέου Μπαράκ Ομπάμα. Απέναντί τους μια οθόνη προβολής και ο 64χρονος Μπεν Γιαγκόντα, δημοσιογράφος στα μεγαλύτερα αμερικανικά έντυπα, συγγραφέας και συνταξιούχος καθηγητής Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ.
Το παράδειγμα. Ο Μπεν Γιαγκόντα βρέθηκε τη συγκεκριμένη ημέρα στο συγκεκριμένο μέρος για να δείξει στα παιδιά πώς να ξεχωρίζουν τις πραγματικές από τις fake, τις ψευδείς, ειδήσεις. Και ξεκίνησε από τη διάσημη στην Αμερική φωτογραφία της ακτιβίστριας κατά της οπλοκατοχής Εμα Γκονζάλες. Η Γκονζάλες φωτογραφίστηκε να σχίζει στα δύο ένα χαρτί με έναν στόχο στο κέντρο. Αμέσως κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο μια άλλη φωτογραφία που την εμφάνιζε να σχίζει το Σύνταγμα των ΗΠΑ. Για την παραποίηση της φωτογραφίας κατηγορήθηκαν οι οπαδοί της οπλοκατοχής και προκλήθηκε σάλος, ο οποίος δεν είναι βέβαιο ότι έφτασε μέχρι τα αφτιά των συγκεκριμένων δέκα παιδιών, όλα προερχόμενα από αφροαμερικανικές και μουσουλμανικές οικογένειες.
«Για πείτε μου» ρώτησε ο έμπειρος δημοσιογράφος «πιστεύετε ότι αυτή η φωτογραφία είναι αληθινή ή παραποιημένη;». «Παραποιημένη» απάντησαν σαν χορωδία τα παιδιά. Ο Γιαγκόντα τα κοίταξε αιφνιδιασμένος. «Πώς το ξέρετε;». «Τα pixel… δεν είναι σωστά» απάντησαν εκείνα με τόση φυσικότητα που τον ανάγκασαν να κοιτάξει πιο προσεκτικά την οθόνη προβολής, εμφανώς ανήμπορος να δει αυτό που έβλεπαν εκείνα. Στη συνέχεια, ωστόσο, το κύρος του αποκαταστάθηκε. Τα παιδιά είχαν πραγματικό πρόβλημα να ξεχωρίσουν στις ειδήσεις που τους έδειχνε, τα γεγονότα από τη διατύπωση άποψης πολιτικών ή δημοσιογράφων. Αυτή η θολή γραμμή ανάμεσα στα γεγονότα και στις γνώμες είναι η δίοδος που χρειάζονται τα fake news για να εισβάλουν στην καθημερινότητα.
Αλλά η εξοικείωση των νεότερων ηλικιών με την τεχνολογία, η οποία εξελίσσεται με ρυθμό που οι μεγαλύτεροι δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν, δείχνει ότι τίποτα δεν είναι μαύρο ή άσπρο ούτε στην ενημέρωση. Οι Mighty Writers είναι μια μη κερδοσκοπική οργάνωση, την οποία ίδρυσε ο τοπικός δημοσιογράφος Τιμ Γουίτακερ με στόχο να μάθουν τα παιδιά των μη προνομιούχων οικογενειών της Φιλαδέλφειας να διαβάζουν και να γράφουν. Η οργάνωση κέρδισε φήμη από στόμα σε στόμα, και η δράση της έχει καλυφθεί σε αφιερώματα των μεγαλύτερων αμερικανικών μέσων ενημέρωσης. Πέρα από τις άλλες δραστηριότητες, τα παιδιά διδάσκονται πώς να ξεχωρίζουν τα fake news και πώς να γίνονται έξυπνοι καταναλωτές ειδήσεων μέσω του προγράμματος Checology, που έχει αναπτύξει ο βραβευμένος δημοσιογράφος Αλαν Μίλερ. Το πρόγραμμα βοηθά τους δασκάλους και τους καθηγητές να εφοδιάσουν τους μαθητές τους με τα κατάλληλα εργαλεία ώστε να μπορούν να αξιολογούν τις ειδήσεις που ακούν και να αποφασίζουν ποιες από αυτές μπορούν να εμπιστευτούν και να μοιραστούν με τους φίλους τους.
«Πλέον το ψάχνω πιο πολύ». Ο Ντόνοβαν, που συμμετείχε στο μάθημα του Γιαγκόντα, μας είπε ότι παρακολουθώντας τα προγράμματα των Mighty Writers κατάλαβε «ότι γίνονται πολύ περισσότερα εκεί έξω από ό,τι ήξερα» και η Αχένα ότι «πλέον σκέφτομαι και ψάχνω για επαλήθευση προτού κάνω share». Ολα τα παιδιά ενδιαφέρονταν να συμμετάσχουν στην επόμενη εκλογική διαδικασία, αφότου κλείσουν το 18ο έτος της ηλικίας τους, «γιατί έχουμε ευθύνη για το μέλλον της χώρας», αν και ομολογούσαν ότι τα έχει επηρεάσει και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα – ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε υποστηρικτές ανάμεσά τους.
Το να μάθει να σκέφτεται και να ερευνά ένας έφηβος προτού κάνει share δεν είναι απλή υπόθεση. Σύμφωνα με έρευνα του Στάνφορντ το 2016, οι φοιτητές εξαπατώνται εύκολα και δεν ξέρουν πώς να αξιολογήσουν τις φωτογραφίες και τις πληροφορίες που βρίσκουν στο Διαδίκτυο, ορισμένοι δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν τις διαφημίσεις από τα άρθρα. «Η ικανότητα των νέων να κρίνουν αυτά που βλέπουν στο Ιντερνετ είναι μηδαμινή» παρατήρησαν οι ερευνητές και ο Αλαν Μίλερ επισημαίνει ότι οι χρειάζεται να κινηθούν στο πιο απαιτητικό λόγω της πληθώρας των πληροφοριών τοπίο στην ανθρώπινη Ιστορία. Η ενημέρωσή τους προέρχεται κυρίως από τα social media – ορισμένοι δεν παρακολουθούν ούτε έχουν τηλεόραση – όπου τα πραγματικά γεγονότα ανταγωνίζονται με διάφορα ποστ, τουιτ, βίντεο, φωτογραφίες, που έχουν σχεδιαστεί για να τραβούν την προσοχή, να πείθουν, να εκμεταλλεύονται, να προκαλούν, να παραπληροφορούν. Το Checology έχει εξελιχθεί και για χώρες πέραν της Αμερικής, ενώ επιστήμονες και δημοσιογραφικές ενώσεις πιέζουν να εισαχθεί στα σχολεία και στα Πανεπιστήμια μάθημα Media Literacy.