Είναι το ματς όπου τα μπάτζετ δεν παίζουν ρόλο. Το ματς που όταν ο διαιτητής σφυρίξει την έναρξη, όλα τα υπόλοιπα πάνε περίπατο. Κανείς δεν σκέφτεται πέρα από τις τέσσερις γραμμές. Κανείς δεν σκέφτεται πόσο κοστίζει ο σέντερ φορ του ενός και πόσα του άλλου. Κανείς δεν σκέφτεται το ενδεχόμενο της ήττας. Θέλουν μόνο να κερδίσουν.
Για τον φετινό Παναθηναϊκό μπορεί και αυτό το παιχνίδι στο Γεώργιος Καραϊσκάκης να μοιάζει σαν όλα τα υπόλοιπα. Ενα ματς που δίνει τους βαθμούς που έδινε το προηγούμενο και το επόμενο. Μοιάζει τέτοιο, αλλά δεν είναι. Ο ρόλος του αουτσάιντερ με τον οποίο θα παραταχθεί το βράδυ της Κυριακής σβήνεται εντός αποδυτηρίων. Κανείς δεν σκέφτεται πως είναι κατώτερος. Το έχει αποδείξει η ιστορία, άλλωστε, πως σ’ αυτά τα ματς δεν υπάρχουν φαβορί και αουτσάιντερ.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι το περσινό. Ο Παναθηναϊκός των χιλίων προβλημάτων, με παίκτες απλήρωτους, με αποχή από τις προπονήσεις, που δεν μπορούσε να πάρει αποτέλεσμα μακριά από τη Λεωφόρο, πήγε στο Γεώργιος Καραϊσκάκης και έπαιξε στα ίσα τον αντίπαλό του. Κατάφερε, με την είσοδο του Μουνιέ, να γίνει πιεστικός και απειλητικός, υπήρξαν στιγμές που κυριάρχησε και εν τέλει έφτασε στην ισοφάριση με πέναλτι του Γάλλου.
Απόλυτο αουτσάιντερ
Πριν από τεσσεράμισι χρόνια, Μάρτιο του 2014, ο Παναθηναϊκός του Γιάννη Αναστασίου κατέβαινε στο Γεώργιος Καραϊσκάκης ως το απόλυτο αουτσάιντερ. Με τις στοιχηματικές εταιρείες να πληρώνουν έως και δέκα φορές τα λεφτά σε κάποιον που θα προέβλεπε νίκη του Τριφυλλιού και με τους Πράσινους σε μια μεταβατική περίοδο. Σε μια αρχή του… μνημονίου, απέναντι σε έναν ισχυρό Ολυμπιακό που είχε ήδη εξασφαλίσει το πρωτάθλημα, ήταν αήττητος και στόχευσε στην κατάκτηση του τίτλου χωρίς ήττα. Ενα αήττητο που πήγε… περίπατο τη νύχτα της 2ας Μαρτίου.
Με γκολ των Πράνιτς, Μπεργκ και Αμπέντ, ο Παναθηναϊκός επιβλήθηκε με 3-0 του μεγάλου του αντιπάλου, λίγες μόνο μέρες μετά τη μεγάλη νίκη των Ερυθρολεύκων επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με 2-0 για το Τσάμπιονς Λιγκ. Μια νίκη που έγραψε ιστορία και που μνημονεύεται ακόμα και σήμερα στον οργανισμό του Παναθηναϊκού. Ενα σήμα κατατεθέν για τους Πράσινους της τελευταίας δεκαετίας. Μια σφραγίδα ότι αυτά τα ματς είναι υπεράνω τακτικής, υπεράνω χρημάτων, υπεράνω χρηματιστηριακών αξιών των ποδοσφαιριστών.
Τα ντέρμπι του Δώνη
Ο Γιώργος Δώνης γνωρίζει πολύ καλά όλα όσα πρεσβεύουν τα συγκεκριμένα παιχνίδια. Εχει παίξει ως ποδοσφαιριστής σε πολλά από αυτά. Εχει πρωταγωνιστήσει σε κάποια. Τα έχει… φάει με το κουτάλι. Και καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας οι κουβέντες του στα αποδυτήρια αφορούσαν την ιδιοσυγκρασία και τις «ειδικές συνθήκες» αυτών των αγώνων.
Τη σημασία που έχει για τον κόσμο ένα αποτέλεσμα σε αυτά τα ντέρμπι. Τις συζητήσεις που κάνουν οι φίλαθλοι πολλές μέρες πριν και για πολλές μέρες μετά. Τα «μαθήματα παναθηναϊκής ιστορίας» αφορούσαν την τελευταία εβδομάδα τα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό και τι αυτά πρεσβεύουν για όλους.
Το ίδιο είχε κάνει και πριν από τα προηγούμενα ντέρμπι με ΠΑΟΚ και ΑΕΚ, αλλά τούτη η εβδομάδα ήταν διαφορετική. Αλλωστε το Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο ματς στην Ελλάδα και ο Γιώργος Δώνης το γνωρίζει πολύ καλύτερα από τον καθένα εντός αποδυτηρίων του Παναθηναϊκού.
Εκείνο το Σάββατο
Σάββατο, 2 Δεκεμβρίου 1995. Είκοσι τρία ολόκληρα χρόνια. Αυτό είναι το διάστημα που έχει μεσολαβήσει από την τελευταία φορά που ο Γιώργος Δώνης αντιμετώπισε τον Ολυμπιακό ως μέλος του Παναθηναϊκού. Ηταν η τελευταία σεζόν που το «τρένο» φορούσε τα πράσινα, πριν πάρει μεταγραφή στην Αγγλία και την Μπλάκμπερν.
Το ματς είχε γίνει στο Γεώργιος Καραϊσκάκης για τον πρώτο γύρο εκείνης της σεζόν (στον δεύτερο γύρο ο Δώνης ήταν τιμωρημένος), με τον Δώνη να ξεκινάει στην αρχική ενδεκάδα και να αντικαθίσταται στο 79′ από τον Ανδρέα Λαγωνικάκη. Με προπονητή τον Χουάν Ραμόν Ρότσα, οι Πράσινοι είχαν επικρατήσει με 2-1 στο Φάληρο, χάρη σε γκολ των Μπορέλι (51′) και Καπουράνη (88′). Ο Ολυμπιακός είχε ισοφαρίσει προσωρινά με τον Καραπιάλη (55′).