Σημείο αναφοράς είναι το δημόσιο σύστημα υγείας για τους πολίτες – πόσω μάλλον εν μέσω κρίσης – καθώς αποτελεί για τα περισσότερα νοικοκυριά μονόδρομο. Παρ’ όλ’ αυτά οι ειδήσεις περί αποχώρησης σοβάδων από κρατικά νοσοκομεία – με τελευταία κρούσματα τον πρόσφατο τραυματισμό μιας γυναίκας στο νοσοκομείο της Νίκαιας – αλλά και τα παρατεταγμένα ράντζα στο νοσοκομείο Αττικόν συνθέτουν μία εικόνα απογοητευτική.
Οι εκπρόσωποι του χώρου και επιστήμονες που «μετρούν» την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των συστημάτων υγείας καταγράφουν μια πτωτική πορεία στην αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών του ΕΣΥ, την οποία αφενός αποδίδουν στις πιεστικές συνθήκες – όπως αυτές διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια της κρίσης – και αφετέρου στις πολιτικές αδυναμίες και αστοχίες. Αναλύοντας δε τις ανοιχτές πληγές του ΕΣΥ οι ίδιοι σημειώνουν ότι αυτές δεν είναι ανεξάρτητες, κάνοντας λόγο για ένα… ντόμινο προβλημάτων (κάποια από αυτά προϋπήρχαν και έπειτα γιγαντώθηκαν) που ξεκινά από την απουσία έμψυχου υλικού, αλλά και πόρων.
Το σήμα κινδύνου που εξέπεμψε πρόσφατα ο νευροχειρουργός και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) Παναγιώτης Παπανικολάου αποτελεί αγωνία του συνόλου του ιατρικού κόσμου. «Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας – Πειραιά. Επομένη γενικής εφημερίας. Η ΜΕΘ πλήρης. Οκτώ (8) άλλοι ασθενείς βαρέως πάσχοντες διασωληνωμένοι μηχανικά αεριζόμενοι σε φορητούς αναπνευστήρες σε κοινούς θαλάμους εκτός ΜΕΘ. Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου. Ετος 2018. Αιώνας 21ος» έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό σε Facebook και Twitter.
Tα κρεβάτια στις ΜΕΘ
Υπολογίζεται, σύμφωνα με τους εντατικολόγους, ότι κλειστά παραμένουν δύο στα δέκα κρεβάτια σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους βαριά πάσχοντες ενώ παράλληλα αναμένεται να αυξηθεί η ανάγκη για εισαγωγές λόγω της παραδοσιακής έξαρσης των χειμερινών ιώσεων, όπως είναι η γρίπη. Ειδικότερα, οι ΜΕΘ πάσχουν από έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού. Υπολογίζεται ότι μαζί με το παραϊατρικό, το διοικητικό και το τεχνικό προσωπικό οι κενές θέσεις στο σύνολο του ΕΣΥ αγγίζουν τις 20.000. Υπό τα δεδομένα αυτά η δρομολογούμενη προκήρυξη 1.200 μόνιμων θέσεων θα αποτελέσει μια ανάσα στις δοκιμαζόμενες κλινικές. Παρ’ όλ’ αυτά, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας παραμένουν ο κανόνας: εκτιμάται ότι ένας στους δέκα εργαζόμενους στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας βρίσκεται σε κατάσταση εργασιακής ομηρείας, συμπεριλαμβανομένων των επικουρικών γιατρών.
Ελλείψεις γιατρών
 Παράλληλα, τα δημόσια νοσοκομεία στεγνώνουν και από γιατρούς, με τις κενές οργανικές θέσεις να αγγίζουν τις 6.500. Εκτός από τα κενά οι εκπρόσωποι των γιατρών του ΕΣΥ εκφράζουν αγωνία και για το γερασμένο προσωπικό, δεδομένου ότι οι διορισμοί μόνιμων γιατρών, επιμελητών Β’, γίνονται με το σταγονόμετρο τα τελευταία 10 χρόνια. Είναι ενδεικτικό ότι προγραμματίζονται μόλις 700 προσλήψεις μόνιμων γιατρών. Αντιστρόφως, εκατοντάδες είναι ετησίως οι συνταξιοδοτήσεις, ενώ έως τον Ιανουάριο του 2019 τα δημόσια νοσοκομεία θα βρεθούν αντιμέτωπα με την απώλεια 1.100 επικουρικών γιατρών. Οι προβλέψεις είναι ακόμη πιο δυσοίωνες εάν συνυπολογίσει κανείς τη συνεχιζόμενη… αιμορραγία νέων επιστημόνων, καθώς τα τελευταία χρόνια 18.000 νέοι γιατροί έχουν βγάλει εισιτήριο για το εξωτερικό χωρίς επιστροφή. Κάπως έτσι, στην Ωτορινολαρυγγολογική (ΩΡΛ) Κλινική του Ευαγγελισμού υπηρετεί μόνο ένας ειδικευόμενος με αποτέλεσμα να τίθεται θέμα ασφαλούς εφημέρευσής της.  Υπό τα δεδομένα αυτά, το εύρημα πανελλαδικής έρευνας που διενήργησε ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ), σύμφωνα με το οποίο τρεις στους πέντε γιατρούς θεωρούν ότι ο τρόπος που λειτουργεί σήμερα το ΕΣΥ εγκυμονεί κινδύνους για τους ασθενείς, δεν προκαλεί έκπληξη.
Δείκτης οι λοιμώξεις
Για παράδειγμα οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις είναι ένας σημαντικός δείκτης αξιολόγησης των υγειονομικών συστημάτων. Ομως, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα στην επιθεώρηση «The Lancet Infectious Diseases», οι χώρες που πλήττονται περισσότερο είναι η Ιταλία και η Ελλάδα. Ειδικότερα, η χώρα μας κατέχει τη δεύτερη θέση στη μαύρη λίστα της Ευρώπης (την πρώτη θέση κατέχει η Ιταλία), καθώς το 2015 καταγράφηκαν 18.472 λοιμώξεις και 1.626 θάνατοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των περιστατικών αφορά λοιμώξεις από μικροοργανισμούς ανθεκτικούς στα τελευταίας γενιάς αντιβιοτικά, όπως είναι οι καρβαπενέμες και οι κολιστίνες.
Συμβεβλημένοι γιατροί
Εν τω μεταξύ και ενώ ο Νοέμβριος είναι παραδοσιακά ο μήνας που ξεκινά το κύμα της εποχικής γρίπης, ο φετινός χειμώνας βρίσκει το σύστημα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που εστιάζει (και) στην πρόληψη πιο αδύναμο από ποτέ. Περίπου 2.000 συμβάσεις παθολόγων, γενικών γιατρών και παιδιάτρων με τον ΕΟΠΥΥ καταγγέλθηκαν τον περασμένο Αύγουστο. Και ενώ θα έπρεπε να έχουν υπογραφεί 2.800 νέες συμβάσεις και να λειτουργούν συνολικά 239 Τοπικές Μονάδες Υγείας, στην πράξη 11 εκατομμύρια πολίτες μπορούν να απευθυνθούν σε μόλις 1.000 συμβεβλημένους, οικογενειακούς γιατρούς και σε περίπου 100 Μονάδες που έχουν τεθεί σε λειτουργία.
Βλάβες στα ασθενοφόρα
Ανησυχητική όμως είναι η… διάγνωση και για τη λειτουργία του ΕΚΑΒ. Ειδικότερα, όπως καταγγέλλει ο Σύλλογος Εργαζομένων, «παρά την ενίσχυση του στόλου ασθενοφόρων από τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος η κατάσταση ειδικά στον Νομό Αττικής με τη διαθεσιμότητα ασθενοφόρων παραμένει οριακή… Αρκετά σύγχρονα ασθενοφόρα της δωρεάς παραμένουν ακινητοποιημένα λόγω βλαβών (μηχανικές και διασκευής) για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κάποια δεν έχουν ελαστικά».
Ληξιπρόθεσμα χρέη
Σε κάθε περίπτωση, η οικονομική αδυναμία στον τομέα της υγείας αποτυπώνεται σχεδόν στο σύνολο των δομών της. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις προμήθειες και τα ληξιπρόθεσμα χρέη των νοσοκομείων στο τέλος του 2017, ο Ευαγγελισμός είχε 17,7 εκατομμύρια ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, το Λαϊκό 9,3 εκατομμύρια και το Αττικόν 9,7 εκατομμύρια ευρώ.