Τη νύχτα που εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ, η Μισέλ Ομπάμα ζήτησε συγγνώμη από τον σύντροφό της και τους φίλους με τους οποίους παρακολουθούσαν τα αποτελέσματα και αποσύρθηκε στα ενδότερα του Λευκού Οίκου. Το μόνο που ήθελε ήταν να σβήσει τα πάντα και να πάει για ύπνο. Καταλάβαινε τι συνέβαινε, αλλά δεν ήταν έτοιμη να το αντιμετωπίσει. Λογικό και ανθρώπινο. Ακόμα και σήμερα, παρακολουθώντας κανείς τον πρόεδρο των ΗΠΑ να συμπεριφέρεται στο Παρίσι, στην 100ή επέτειο από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν κακομαθημένο πεντάχρονο, μπαίνει στον πειρασμό της άρνησης. Είναι τρομακτικό αυτό το επίμονο σκοτάδι.
«Becoming – Η δική μου ιστορία». Είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας της Μισέλ Ομπάμα που κυκλοφορεί σήμερα ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο, σε 24 γλώσσες, και στα ελληνικά, από τις Athens Bookstore Publications. Το επίπονο έργο της μετάφρασης (το πρωτότυπο παραλήφθηκε στις 10 Αυγούστου και το βιβλίο των 520 σελίδων ήταν έτοιμο, μεταφρασμένο, επιμελημένο και διορθωμένο, στις 30 Οκτωβρίου…) ανέλαβαν δύο καταξιωμένοι επαγγελματίες του χώρου, η Ρηγούλα Γεωργιάδου και ο Τάκης Δρεπανιώτης, την επιμέλεια η ανεκτίμητη Χρύσα Φραγκιαδάκη. Επιτέλους, λίγο φως.
Θυμάμαι, χρόνια πριν, στις αρχές της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, τη Μισέλ να λέει σε μια συνέντευξή της πως μεγάλωσε με έναν πατέρα και έναν μεγαλύτερο αδελφό που πίστευαν ακράδαντα και της έλεγαν διαρκώς πως είναι όμορφη, έξυπνη, με χιούμορ – και με ικανότητες να κάνει στη ζωή της ό,τι ονειρεύεται. Θυμάμαι να σκέφτομαι «έτσι εξηγούνται όλα». Οχι το πώς έφτασε αυτή η γυναίκα εκεί όπου έφτασε, αλλά το πώς έγινε ο άνθρωπος που είναι. Μην ψάχνετε «δημοσιογραφική ουδετερότητα» σε αυτές τις γραμμές, δεν υπάρχει. Ούτε και σε αυτά που μου είπε η φίλη Ρηγούλα Γεωργιάδου όταν της ζήτησα «μια λέξη» για τη Μισέλ:
«Την εκτιμούσα πολύ πριν μεταφράσω το βιβλίο της, αλλά μέσα από αυτό τη γνώρισα καλύτερα και την εκτίμησα ακόμα περισσότερο. Είναι μια αυτόνομη, αυτόφωτη, δυναμική γυναίκα. Ενα κορίτσι από μια φτωχογειτονιά του Σικάγου που το μεγαλύτερο κατόρθωμά της – κατά τη δική μου άποψη – δεν ήταν το ότι έγινε πρώτη κυρία των ΗΠΑ αλλά ότι χάρη στην ανατροφή και τον χαρακτήρα της απέκτησε ζηλευτή μόρφωση και έγινε επιτυχημένη επαγγελματίας με κοινωνική ευαισθησία και μεγάλη ενσυναίσθηση. Που παραστάθηκε στον σύντροφό της, μολονότι η ίδια απεχθάνεται την πολιτική. Που όταν έγινε πρώτη κυρία δεν αρκέστηκε στο να ανακαινίζει τις επίσημες αίθουσες και την κατοικία του Λευκού Οίκου, ούτε και έπαιξε ποτέ τον ρόλο της γκρίζας προσωπικότητας πίσω από τον θρόνο, αλλά εκμεταλλεύτηκε τις γνώσεις και την πείρα της προκειμένου να καταπολεμήσει την παιδική παχυσαρκία εισάγοντας υγιεινότερα γεύματα και καθημερινή άσκηση στα σχολεία, καλλιεργώντας λαχανικά στον κήπο του Λευκού Οίκου και γενικά κάνοντας ό,τι περνούσε από το χέρι της για να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο σε αυτά τα ζητήματα – και όχι μόνο. Είναι ένα περίεργο χαρμάνι ανθρώπου, που συνδυάζει τις φεμινιστικές και προοδευτικές ιδέες με σταθερές αρχές παλιότερων γενεών. Το “όταν αυτοί πέφτουν χαμηλά, εμείς σημαδεύουμε ψηλότερα” ήταν το μόνο με το οποίο μεγάλωσε τα παιδιά της πασχίζοντας να τα κάνει μορφωμένες, ανεξάρτητες, ευτυχισμένες γυναίκες και όχι ψωνισμένα χαζοπούλια που το μόνο τους κατόρθωμα θα ήταν ότι υπήρξαν προεδρικές θυγατέρες. Επίσης της βγάζω το καπέλο επειδή στο βιβλίο δεν μασάει καθόλου τα λόγια της για τον νυν πρόεδρο και, εμμέσως, το επιτελείο του, χωρίς να γίνεται ούτε μία στιγμή κατίνα. Είναι μια γυναίκα ευφυέστατη, αξιοπρεπής, δυναμική, αλλά ταυτόχρονα τρυφερή και γεμάτη από τη χαρά της ζωής. Ορίστε, μια κουβέντα μου ζήτησες, σεντονάκι σού έστρωσα». Τις κατηγορίες περί αγιογραφίας δεν τις γλιτώνουμε, Ρηγούλα, αλλά ποιος νοιάζεται. Είπαμε, χρειαζόμαστε επειγόντως λίγο φως.
«Εγώ». «Εμείς». «Πολλοί». Αυτά είναι τα τρία μέρη στα οποία χωρίζεται η αυτοβιογραφία της Μισέλ Ομπάμα. Μιλάει για όλα σε αυτό το βιβλίο, για το πως της είπαν ως μαθήτρια ότι δεν ήταν φτιαγμένη για το Πρίνστον (σπούδασε και στο Πρίνστον και στο Χάρβαρντ), για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν θέλησε να μείνει έγκυος (την αποβολή που βίωσε ως αποτυχία, τη σύλληψη και των δύο θυγατέρων της με τεχνητή γονιμοποίηση), για την προσπάθεια που χρειάστηκε ένα φεγγάρι ο γάμος της, για το μπούλινγκ που δέχθηκε τόσο ως υποψήφια όσο και ως πρώτη κυρία («ποτέ μην πιστέψεις ότι υπάρχει κάποιο δωμάτιο στο οποίο δεν έχεις δικαίωμα να μπεις», αυτό είναι το κρέντο της), για το ότι δεν θα συγχωρέσει ποτέ τον Τραμπ που έθεσε σε κίνδυνο την οικογένειά της με εκείνη την άθλια θεωρία συνωμοσίας για τον τόπο γέννησης του Ομπάμα. Στην πολιτική δεν μπαίνει, η Μισέλ το ξεκαθαρίζει εκ νέου. Η ασχήμια της την αποθαρρύνει. Και έτσι διαγράψαμε έναν κύκλο. «Τη νύχτα που εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ…».