Διαβάζοντας το θέμα του Μάνου Χαραλαμπάκη, κάποια αποσπάσματα που αναφέρονται στο δούναι και λαβείν μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους, αν δεν ήξερα περί τίνος επρόκειτο, θα νόμιζα ότι ήταν σχετικά με κάποια ταινία τύπου «Goodfellas» του Σκορσέζε. «Μου δίνεις τόσα, σου δίνω τόσα, πατσίζουμε στα τόσα». Και όλα αυτά ακολουθούμενα από ποσά με πολλά μηδενικά. Αν φανταστούμε ότι τα παραπάνω αφορούν μόνο ένα μικρό τμήμα των ακινήτων που διαχειρίζεται η Εκκλησία, καταλαβαίνουμε ότι η δοσοληψία της με το κράτος δεν είναι απλό θέμα. Μοιάζει με κάτι μπερδεμένες κληρονομιές που δένουν εσαεί τους κληρονόμους σε ένα σφιχταγκαλιασμένο τανγκό.
Στα χρόνια της οικονομικής εξαθλίωσης ενός μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων, η τεράστια περιουσία της Εκκλησίας είναι λογικό να προκαλεί αντιδράσεις. Στην καλύτερη περίπτωση, την εύλογη απορία αν τα μεγάλα ποσά που εισπράττονται από τα ενοίκια θα μπορούσαν να καλύψουν τη μισθοδοσία των κληρικών ώστε αυτοί να μην επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό είτε ως δημόσιοι υπάλληλοι είτε ως εκτάκτως επιχορηγούμενοι. Τι νόημα έχει να αβγαταίνει η Εκκλησία την περιουσία της; Δεν αμφισβητώ το σημαντικότατο φιλανθρωπικό έργο πολλών ενοριών, αλλά αυτό δεν ισχύει για όλες. Και υπάρχει άραγε λογική αντιστοιχία ανάμεσα στα έσοδα και σε αυτά που διατίθενται υπέρ των αναξιοπαθούντων πιστών;
Ωστόσο, παρότι είναι, όντως, πολλά τα λεφτά, δεν νομίζω ότι είναι εκεί η ουσία. Οχι της σχέσης Εκκλησίας – Κράτους, αλλά, κυρίως, μεταξύ Εκκλησίας και πολιτών. Μια σχέση με βαθιές ρίζες στην Ιστορία, αλλά και ποικιλοτρόπως τραυματισμένης. Η Εκκλησία, για παράδειγμα, δεν πήρε τις αποστάσεις της από τη χούντα, μάλλον βολεύτηκε πίσω από το «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια». Αναμείχθηκε πολλές φορές, ως μη όφειλε, στα πολιτικά πράγματα της χώρας ενώ και τώρα ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος διευκολύνει την επικοινωνιακή πολιτική του Πρωθυπουργού. Καλό θα είναι πάντως να θυμόμαστε ότι υπάρχουν μεν οι παπάδες τους μίσους, του φανατισμού και των σκανδάλων, αλλά, σε αυτόν τον τόπο, οι πατέρες Αντώνιοι δεν έλειψαν ποτέ.