Ανοιχτό το ενδεχόμενο σύστασης Προανακριτικής Επιτροπής για την υπόθεση των υπερκοστολογημένων διαγνωστικών αρθροσκοπήσεων αφήνει το πόρισμα της πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, παραπέμποντας ουσιαστικά το θέμα στην Ολομέλεια της Βουλής. Ετσι, ζητεί την περαιτέρω διερεύνηση, χωρίς να διευκρινίζει από τη Δικαιοσύνη ή τη Βουλή, για τους Μάκη Βορίδη και Μάριο Σαλμά. Μάλιστα, θεωρείται ενδεικτικό των προθέσεων που υπάρχουν το γεγονός ότι στο πόρισμα που δόθηκε στα κόμματα (και σήμερα θα συζητηθεί στην Εξεταστική) επισημαίνεται με έμφαση ότι έχει διαβιβαστεί στη Βουλή από τον Μάιο του 2017 δικογραφία εις βάρος του πρώην υπουργού Υγείας της ΝΔ Μάκη Βορίδη προς διακρίβωση τέλεσης διωκόμενων πράξεων σε βαθμό κακουργήματος.
Δικογραφία που αφορά τις «μεθοδεύσεις υπερκοστολόγησης» της ιατρικής πράξης της διαγνωστικής αρθροσκόπησης στο ιατρείο και επιβάρυνσης του δημόσιου συμφέροντος και η οποία καταλογίζει στον Μάκη Βορίδη ζημιά του Δημοσίου στο ποσό που αντιστοιχεί στην υπερκοστολόγηση των εξετάσεων που απέφεραν έσοδα 825.000 ευρώ (το οποίο υπέστη ριμπέιτ). Η δικογραφία αφορά και άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα: τον πρώην πρόεδρο του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) Τάκη Σκανδαλάκη, τον πρώην πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ Δημήτρη Κοντό, τον πρώην υφυπουργό και αναπληρωτή υπουργό Υγείας και νυν βουλευτή της ΝΔ Μάριο Σαλμά και τον πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών Γιώργο Πατούλη.
Οσον αφορά τον Σαλμά, υπενθυμίζεται στο πόρισμα ότι ως ορθοπεδικός γιατρός εμπλέκεται για τη «μεθόδευση προσπορισμού οικονομικού οφέλους από τη διενέργεια διαγνωστικής αρθροσκόπησης με υπερκοστολόγησή της, σε συστεγαζόμενο με το ιδιωτικό του ιατρείο διαγνωστικό κέντρο με την επωνυμία Αρθροσκόπηση – Υπερηχοτομογραφία ΕΕ. Το ιδιωτικό διαγνωστικό εργαστήριο είχε μετόχους συγγενικά του πρόσωπα».
Στο πόρισμα της πλειοψηφίας διαπιστώνονται πολλά σημεία «έκδηλων παρατυπιών και παραβάσεων» και τονίζεται ότι «χρήζει περαιτέρω έρευνας ο τρόπος κοστολόγησης της διαγνωστικής αρθροπάθειας». Οπως σημειώνεται, χρειάζεται ιδίως να εξειδικευθούν «οι ευθύνες των επικεφαλής των εισηγητικών οργάνων, του εκδώσαντος την υπουργική απόφαση τότε υπουργού Υγείας Μάκη Βορίδη για την εισαγωγή τής κατάφωρα εσφαλμένης ρύθμισης, παρά την αντίθεση δύο διευθύνσεων του υπουργείου σχετικά με το αποζημιούμενο ποσόν, του Μάριου Σαλμά για τις ενέργειες επιχειρηματικής εκμετάλλευσης μιας καταφανώς λαθεμένης και επιζήμιας για το δημόσιο συμφέρον κοστολόγησης, καθώς και κάθε τρίτου αναγκαίως συμπράξαντος».
Για τι ελέγχονται. Ειδικότερα, για τον Βορίδη αναφέρεται ότι «ελέγχεται πρωτίστως για τον πλημμελή έως ανύπαρκτο έλεγχο της απόφασης του ΚΕΣΥ, την παράκαμψη και αγνόηση των αντιρρήσεων που του εξέφρασαν οι Διευθύνσεις του υπουργείου Υγείας, την εν γένει έλλειψη διάθεσης περαιτέρω διερεύνησης του θέματος ώστε να προστατευθούν το δημόσιο σύστημα υγείας και τα δημόσια οικονομικά, καθώς και η άγνοια ή υποβάθμιση κρίσιμων θεμάτων, όπως της διαφοράς των ιατρικών πράξεων από τα ΚΕΝ» (Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια).
Ενώ για τον Σαλμά, ο οποίος κατά την τέλεση των εν λόγω ιατρικών πράξεων δεν ήταν υπουργός και άρα δεν εμπίπτει στον νόμο περί ευθύνης υπουργών, τονίζεται ότι «αν και δεν ασκούσε δημόσια εξουσία κατά την επίμαχη περίοδο, ελέγχεται για μια προφανώς αντιδεοντολογική συμπεριφορά με σκοπό την προώθηση της μεθόδου της διαγνωστικής αρθροσκόπησης, ενώ η εν γένει δράση του φανερώνει όχι μόνο αδιαφορία για το γεγονός ότι εκμεταλλεύθηκε με σκοπό το οικονομικό όφελος μια καταφανώς υπερκοστολογημένη ιατρική πράξη, κάνοντας μάλιστα κατάχρηση της εφαρμογής της, αλλά γεννά και βάσιμες υποψίες ενεργού εμπλοκής του στην όλη διαδικασία κοστολόγησης της διαγνωστικής αρθροσκόπησης, εκμεταλλευόμενος κυρίως την κοινή κομματική ιδιότητα με τους επικεφαλής των γνωμοδοτικών φορέων (ΚΕΣΥ, ΙΣΑ κ.λπ.), την πολύχρονη βουλευτική του ιδιότητα, αλλά και την προγενέστερη παρουσία του ως αναπληρωτή υπουργού στο υπουργείο Υγείας».