Στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1980 οι τελετές μύησης στην παραλογοτεχνία του φανταστικού (παράδοξο, αλλά εδώ θα πρέπει να δώσει κανείς θετικό περιεχόμενο στην έννοια) περιλάμβαναν τις πάσης φύσεως περιπέτειες των υπερηρώων της Marvel που έρχονταν μεταφρασμένες από την άλλη όχθη του Ατλαντικού. Μεταξύ μας, κανείς από τους εφήβους – ή τους ενηλίκους – εκείνης της εποχής δεν έδινε σημασία στο όνομα «Σταν Λι» (ψευδώνυμο του Στάνλεϊ Λίμπερ) όσο στα δημιουργήματα της φαντασίας του. Το όνομα του σπουδαίου κομίστα έγινε βέβαια αργότερα αναπόσπαστο σημείο αναφοράς και οι τελετές μύησης απέκτησαν και μία κινηματογραφική διάσταση, ειδικά όταν ο ίδιος κατοχύρωσε α λα Χίτσκοκ τις cameo εμφανίσεις του στις μεγάλες ταινίες της Marvel. Από την τηλεταινία «Η δίκη του απίθανου Χουλκ» το 1989, όπου υποδυόταν τον ένορκο του δικαστηρίου, ώς το φετινό «Venom» μετράει πάνω από σαράντα εμφανίσεις (χώρια εκείνες σε κινούμενα σχέδια και αυτήν που θα δούμε στο σίκουελ των «Εκδικητών»).
Το παράδοξο με τους υπερήρωες που (συν)δημιούργησε ο Σταν Λι – τους Fantastic Four με τον Τζακ Κίρμπι, τον Σπάιντερμαν με τον Στιβ Ντίτκο – είναι ότι πάνω απ’ όλα παραμένουν άνθρωποι. Η εμφάνισή τους άλλωστε στη βιομηχανία της pulp λογοτεχνίας ή των κόμικ συνδέεται με τις ανησυχίες, τις αγωνίες και τις νευρώσεις των ΗΠΑ, όταν στη δεκαετία του 1960 ζούσαν μέσα στον ψυχροπολεμικό πυρετό. Κατά μία έννοια, οι χάρτινοι ήρωες δευτέρας κατηγορίας ήταν το flipside της «σοβαρής» λογοτεχνίας και του καλύτερου κινηματογράφου της εποχής όσον αφορά την απόδοση του μετατραυματικού άγχους. Οταν οι κινηματογραφικοί αντιήρωες της δεκαετίας του 1970 – όπως ο Ντάστιν Χόφμαν, ο Τζακ Νίκολσον, ο Πίτερ Φόντα, ο Γιον Βόιτ – έμπαιναν στην ανθολογία του παγκόσμιου σινεμά, κάποιοι άλλοι έδειχναν τα δικά τους τραύματα, στριμωγμένοι στα καρέ κορυφαίων δημιουργών, όπως ο Σταν Λι.
ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ. «Ο Σπάιντερμαν, όπως δηλώνει ευθέως ο ίδιος ο Λι στο τέλος της ιστορίας με την οποία τον “γέννησε” ήταν (και ακόμα είναι) ένα μέσο για να ειπωθούν ιστορίες σχετικά με τη σχέση ανάμεσα στη δύναμη και την ευθύνη» γράφει ο Ντάγκλας Γουόκ στο «A new literary history of America» (The Belknap Press of Harvard University Press, 2009). «Ενας αδύναμος νεαρός άνδρας διαρκώς βασανισμένος από το υπερεγώ του, πάλεψε με τον Πράσινο Καλικάντζαρο, μια πηγή ανεξέλεγκτου ασυνείδητου, για την οποία η ανθρώπινη ζωή δεν άξιζε τίποτα. Οι Fantastic Four, πάλι, ήταν το όχημα μέσω του οποίου ο Λι και ο Κίρμπι έφτιαξαν ιστορίες για το άγχος γύρω από την κούρσα του Διαστήματος και την πυρηνική οικογένεια. Ο Χουλκ, ένας ακτινοβολημένος γιατρός που μεταμορφώνεται σε τεράστιο πράσινο τέρας όταν νευριάζει, ήταν η προσωποποίηση του πυρηνικού τρόμου και της οργής του “ανίκανου” καθημερινού Αμερικανού (everyman). Υπό την καθοδήγηση του Λι και του Κίρμπι, οι εχθροί του Captain America ήταν διαφορετικοί Ναζί και Κομμουνιστές· o Iron Man, ένας εφευρέτης που φορούσε μια πανοπλία τελευταίας τεχνολογίας, αντιμετώπισε επίσης τους Κομμουνιστές, αλλά στις δικές του περιπέτειες δεν έπαιζε ρόλο η ιδεολογία όσο η απειλή της κινεζικής και ρωσικής τεχνολογίας».
ΠΑΡΑΜΕΛΗΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ. Οι υπερήρωες του Σταν Λι, όπως οι μεταλλαγμένοι X-Men, ο Θωρ, το παραμορφωμένο Πράγμα (The Thing), ήταν τα παραμελημένα παιδιά ενός κόσμου που λάτρευε την πρόοδο, φοβόταν τον αντίπαλο «μέσα στο σκοτάδι» και διατηρούσε μια σχέση αγάπης και μίσους με τους ήρωες – ξένους. Οι ίδιοι έπρεπε να επιβιώσουν διατηρώντας δύο ταυτότητες σε μια κοινωνία που αναγνώριζε μόνο τη μία. Ο ίδιος ο Λι σε παλιότερη συνέντευξή του στο ΒΒC είχε αποκαλύψει ότι εκτός από το υπαρξιακό άγχος που κουβαλούσαν οι υπερήρωές του, και ο ίδιος είχε φτάσει στη δημιουργία τους από καθαρό εργασιακό στρες. «Δούλευα υπό πίεση για να βρω έναν νέο χαρακτήρα (σ.σ.: το 1961 στη Marvel Comics) και τι μπορούσε να κάνει για να διαφέρει. Τότε είδα μια μύγα να ανεβαίνει σ’ έναν τοίχο και πίστεψα ότι θα ήταν ενδιαφέρον αν μπορούσε να κάνει το ίδιο ένας σούπερ ήρωας. Δεν κατάλαβα ποτέ ότι θα γινόταν επιτυχία… Είπα μάλιστα στον εκδότη μου ότι θα λεγόταν Πίτερ Πάρκερ, θα ήταν έφηβος, θα είχε όλο το απαραίτητο άγχος και τα κολλήματα της ηλικίας. Δεν του άρεσε καθόλου η ιδέα και μου είπε ότι κανένας δεν θα το αγοράσει. Οι έφηβοι στα κόμικ ήταν μόνο παρατρεχάμενοι των υπερηρώων και κανείς δεν θα ενδιαφερόταν για ένα παιδί με ακμή και προσωπικά κόμπλεξ».Τα υπόλοιπα θα περνούσαν στην ιστορία τον Αύγουστο του 1962 όταν το πρώτο στριπ του Σπάιντερμαν εμφανίστηκε στην ανθολογία «Amazing fantasy». Ενα από εκείνα τα τεύχη, που κόστιζαν τότε 12 σεντς, σήμερα αλλάζουν χέρια για δεκάδες χιλιάδες δολάρια.