Οι ημέρες της «ισορροπίας τρόμου» που χαρακτήριζαν τον Ψυχρό Πόλεμο – υποτίθεται – είχαν τελειώσει. Οι περισσότεροι σήμερα δεν θυμούνται τις ασκήσεις ετοιμότητας στα σχολεία ή τα γραφικά κυβερνητικά σχέδια οδηγιών σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης. Πριν από λίγες ημέρες ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την πρόθεση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν μονομερώς από τη συνθήκη του 1987 για τα πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς που είχε συναφθεί μεταξύ Ρίγκαν και Γκορμπατσόφ στην Ουάσιγκτον, απαγορεύοντας την παραγωγή και ανάπτυξη πυραύλων βεληνεκούς 500 ώς 5.500 χιλιομέτρων. Η συμφωνία ήταν μεγάλης ιστορικής σημασίας: καταργώντας μια ολόκληρη κατηγορία πυρηνικών όπλων, σήμανε για πολλούς την απαρχή ενός ειρηνικού τέλους του Ψυχρού Πολέμου. Από το 2014 Ουάσιγκτον και Μόσχα αλληλοκατηγορούνται για παραβιάσεις της συνθήκης.  Παρά την όποια εγκυρότητα των εκατέρωθεν ισχυρισμών, πιθανή ακύρωση της συμφωνίας δεν απαλλάσσει από την επικινδυνότητα των αποθεμάτων. Από την αποκορύφωση του ανταγωνισμού των 70.000 πυρηνικών κεφαλών το 1985, σήμερα αυτές έχουν μειωθεί περίπου στις 14.000. Μολαταύτα, ο αριθμός είναι ικανός να τερματίσει τη ζωή στον πλανήτη. Παράλληλα, η πιθανότητα μη ανανέωσης της συνθήκης για τη μείωση των στρατηγικών όπλων μαζί με τις φήμες ότι το Κογκρέσο θα εγκρίνει τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού προγράμματός του κατά 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια για τα επόμενα 30 χρόνια εντείνουν τις ανησυχίες για έναν νέο ανταγωνισμό εξοπλισμών. Οι Ρώσοι και οι Κινέζοι θα απαντήσουν αναμφισβήτητα.

Οι εξελίξεις αυτές έρχονται να επιβεβαιώσουν τους φόβους του οργανισμού Bulletin of Atomic Scientists που στις 26 Ιανουαρίου 2017 πραγματοποίησε την ετήσια παρουσίαση του «Ρολογιού της Αποκάλυψης» (Doomsday Clock), μετακινώντας την ώρα 2 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα πριν από τα μεσάνυχτα, το πιο κοντινό που έχει φθάσει η ανθρωπότητα στην πυρηνική καταστροφή από το 1953.

Από την αρχή της πυρηνικής εποχής, οι κοινωνίες παραμένουν αμφίθυμες ως προς τη χρησιμότητα των πυρηνικών εξοπλισμών και τον ρόλο τους στην ασφάλειά τους. Τείνει συχνά να παραβλέπτεται η επίδραση που είχε ο ανταγωνισμός για τα πυρηνικά στην ταυτότητα της μεταπολεμικής κοινωνίας και στον ρόλο που διαδραμάτισαν ενεργοί πολίτες στην αποτροπή μιας πυρηνικής καταστροφής. Η βόμβα έγινε σύμβολο του Ψυχρού Πόλεμου. Λόγω της καταστροφικής της ισχύος, λειτούργησε ταυτόχρονα σαν προάγγελος του ολέθρου και εγγυητής της ειρήνης. «Μια ειρήνη που είναι μη ειρήνη» έγραφε ο Οργουελ, σχολιάζοντας το μέλλον των διεθνών σχέσεων, δύο μήνες μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι το 1945.

Η συνειδητοποίηση της πυρηνικής απειλής δεν προέκυψε την επαύριο της ρίψης. Απέκτησε όμως υπόσταση μέσα από ερμηνευτικές προσεγγίσεις πολιτικών, αναλυτών, καλλιτεχνών, επιστημόνων, διαδηλωτών. Η συμβολική εικόνα του «Ρολογιού της Αποκάλυψης» και το «μανιτάρι» της Χιροσίμα προσέφεραν ένα φαντασιακό μέσο αντίληψης της απειλής του πυρηνικού κινδύνου και μιας κοινωνίας ύστερα από έναν πυρηνικό πόλεμο. Δεν αποτελεί έκπληξη, συνεπώς, ότι η ποπ κουλτούρα αντανακλά αυτά τα συναισθήματα: μουσική, λογοτεχνία, κινηματόγραφος αποδίδουν παραστατικά το πώς είναι να ζει κανείς υπό την απειλή του πυρηνικού ολέθρου.