Η ΝΔ ως αξιωματική αντιπολίτευση, από το 2015 μέχρι και τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, υπερψήφισε το 57% των νομοσχεδίων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλι, μεταξύ 2012 και 2015, υπερψήφισε μόλις το 21% εκείνων της τρικομματικής αρχικά και δικομματικής έπειτα κυβέρνησης. Αυτό είναι το βασικό εύρημα μιας μελέτης του θινκ τανκ Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών Μάρκος Δραγούμης. Οι μελετητές παρατήρησαν ότι και στις δυο περιόδους «το μεγαλύτερο ποσοστό συμφωνίας της εκάστοτε αξιωματικής αντιπολίτευσης με την κυβέρνηση σημειώθηκε στους τομείς εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας». Μόνο που και σε αυτές τις περιπτώσεις η γαλάζια αντιπολίτευση στήριξε το 80% των σχετικών νομοσχεδίων και η συριζαϊκή μόλις το 36%. Στην ανάλυσή τους αυτό επιβεβαιώνει τη διαδεδομένη αίσθηση πως η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου είχε απέναντί της ένα – το λένε κομψά – «μπλοκ δομικής αντιπολίτευσης». Στην ανάγνωση του Βαγγέλη Βενιζέλου, που βρέθηκε στην παρουσίαση της έρευνας, όμως αποδεικνύει και κάτι άλλο.
Συμπεράσματα
Πώς «συγκρούονται δυο αντιλήψεις. Η αντιπολίτευση η σημερινή λίγο ή πολύ ακολουθεί μια ηθική της ευθύνης, η οποία έχει σχέση με τη διάσωση της χώρας, με την έξοδο από τα Μνημόνια, με την επάνοδο στην κανονικότητα, με τη διάσωση του κεκτημένου των θυσιών του ελληνικού λαού. Και η άλλη “ηθική”, εντός εισαγωγικών, είναι η ηθική της μεταλλασσόμενης αυθαιρέτως πεποίθησης του κ. Τσίπρα και από δίπλα του κ. Καμμένου». Στηρίζουν και μια τρίτη παρατήρηση τα παραπάνω ευρήματα: Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον γενετικά προγραμματισμένος να κάνει μόνο αντιπολίτευση. Και ως κυβέρνηση, εξάλλου, δεν κυβερνά, αντιπολιτεύεται την αξιωματική αντιπολίτευση. Ενίοτε δε αντιπολιτεύεται και την ελάσσονα αντιπολίτευση – βλέπε Κίνημα Αλλαγής. Τώρα που ο Αλέξης Τσίπρας επικαλείται συχνά την ψυχρή αλήθεια των ποσοστών για να υπογραμμίσει τα «επιτεύγματά» του, θα μπορούσε κανείς να του δώσει το PDF της συγκεκριμένης μελέτης. Κατά προτίμηση όταν ξαναζητήσει, φορώντας τη θεσμική του ποσέτ, τη συναίνεση της αντιπολίτευσης με τον προσφιλή του τρόπο – κατηγορώντας τους, δηλαδή, παράλληλα ως παλαιοκομματικούς, διεφθαρμένους και τα συναφή.