Λίγες ημέρες προτού κυκλοφορήσει, χθες, σε ολόκληρο τον κόσμο, η αυτοβιογραφία της Μισέλ Ομπάμα «Becoming – Η δική μου ιστορία» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Athens Bookstore Publications, σε μετάφραση των Ρηγούλας Γεωργιάδου και Τάκη Δρεπανιώτη), η αμερικανίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος των «New York Times» Στέσια Μπράουν πήγε να δει το πορτρέτο τής πρώην πρώτης κυρίας στη National Portrait Gallery της Ουάσιγκτον. Το βιβλίο της έχει περιγραφεί ως μια περισσότερο προσωπική πρόσκληση στη ζωή της από ό,τι είχε ποτέ άλλοτε απευθύνει. Οι πρώτες κριτικές επαινούν, μεταξύ άλλων, τον ανοιχτό τρόπο με τον οποίο μιλάει για ζητήματα που κουβαλούν ακόμα ένα στίγμα – την αποβολή που είχε και το γεγονός ότι κατέφυγε στην τεχνητή γονιμοποίηση για τη σύλληψη και των δύο θυγατέρων της. Καθώς η Στέσια Μπράουν πλησίασε το διάσημο πια πορτρέτο που έχει φιλοτεχνήσει η Εϊμι Σέραλντ, σκέφτηκε πως, αντίθετα με την αυτοβιογραφία της, δεν κάνει τη Μισέλ Ομπάμα να δείχνει ιδιαίτερα προσιτή, μάλλον το αντίθετο. Κι όμως, μεταξύ των γυναικών που είδε συγκεντρωμένες γύρω του υπήρχε μια σταθερή επωδός: «είναι πανέμορφη», «τόσο σημαντική γυναίκα», «πραγματική πηγή έμπνευσης», «την αγαπώ», «είναι εντυπωσιακή», «πόσο μας λείπει».
Πρόσφατη δημοσκόπηση της Axios έδειξε πως αν η Μισέλ Ομπάμα αποφάσιζε να διεκδικήσει την αμερικανική προεδρία το 2020, θα είχε ένα προβάδισμα 13 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, ενώ η διάσημη τηλεοπτική παρουσιάστρια και επιχειρηματίας Οπρα Γουίνφρι – η οποία επρόκειτο να συντονίσει χθες στο Σικάγο την πρώτη μιας σειράς εμφανίσεων α λα ροκ σταρ της Μισέλ Ομπάμα για την προώθηση του βιβλίου της – θα είχε ένα προβάδισμα 12 μονάδων. Αλλά ο Μπαράκ Ομπάμα το είχε ήδη πει από παλιά: «Τρία πράγματα είναι βέβαια σε αυτή τη ζωή, οι φόροι, ο θάνατος και το ότι δεν θα μπει ποτέ η Μισέλ στην πολιτική». Και η σύντροφός του το επαναλαμβάνει στο «Becoming», δεν έχει καμία πρόθεση να διεκδικήσει κάποιο αξίωμα, ποτέ. Ποτέ δεν υπήρξε φαν της πολιτικής και τα όσα έζησε τα τελευταία δέκα χρόνια δεν το άλλαξαν αυτό. Πιστεύει βέβαια πως στα καλύτερά της η πολιτική μπορεί να είναι ένα μέσο θετικής αλλαγής. Ο λόγος για τον οποίο έβαλε στην άκρη την ανησυχία της για την πίεση που θα δεχόταν η οικογενειακή τους ζωή και συμφώνησε να διεκδικήσει ο σύζυγός της την προεδρία το 2008 ήταν η πίστη της πως «ο Μπαράκ μπορούσε να γίνει ένας σπουδαίος πρόεδρος». Αλλά η αρένα της πολιτικής δεν κάνει για την ίδια. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρεται βαθιά για το μέλλον της χώρας της.
Η Μισέλ Ομπάμα δεν μπαίνει στη διαδικασία να αναλύσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2016, να κάνει εικασίες για το ποιος έφταιγε ή το τι δεν έγινε δίκαια. Εύχεται απλώς να είχαν πάει περισσότεροι άνθρωποι να ψηφίσουν. Και πάντα θα αναρωτιέται, όπως γράφει, τι οδήγησε τόσο πολλές γυναίκες, ειδικότερα, να απορρίψουν τη Χίλαρι Κλίντον, μια γυναίκα υποψήφια με τέτοια προσόντα, και να επιλέξουν αντ’ αυτής «έναν μισογύνη για πρόεδρό τους». Από όταν ανέλαβε την προεδρία ο Ντόναλντ Τραμπ, γράφει, έχει διαβάσει ειδήσεις που της γυρίζουν το στομάχι. Εχει περάσει νύχτες ξάγρυπνη, αφρίζοντας από το κακό της. Της είναι δύσκολο να παρακολουθεί προσεκτικά οικοδομημένες, συμπονετικές πολιτικές να καταργούνται, τις ΗΠΑ να αποξενώνουν κάποιους από τους στενότερους συμμάχους τους, να αφήνουν ευάλωτα μέλη της κοινωνίας τους εκτεθειμένα. Κάποιες φορές, γράφει, αναρωτιέται πού μπορεί να είναι ο πάτος. Το «Becoming – Η δική μου ιστορία» δεν είναι ένα βιβλίο γραμμένο από πολιτικό, είναι όμως ένα βαθύτατα πολιτικό βιβλίο.