Σε πεδίο σφοδρής πολιτικής και ιδεολογικής σύγκρουσης με προεκλογικό φόντο αναδεικνύεται η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, η οποία, όπως φάνηκε από την κόντρα Τσίπρα – Μητσοτάκη, κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα από την εκκίνησή της. Κυβερνών κόμμα και αξιωματική αντιπολίτευση είναι στα χαρακώματα, με τον Πρωθυπουργό να προειδοποιεί τον αντίπαλό του ότι η επόμενη (αναθεωρητική) Βουλή δεν μπορεί να αλλάξει το περιεχόμενο των αναθεωρητέων διατάξεων που θα αποφασίσει η παρούσα (προτείνουσα) Βουλή και τον πρόεδρο της ΝΔ να του διαμηνύει ότι η Βουλή που θα προκύψει μετά τις εκλογές θα μπορεί να προσδώσει νέο περιεχόμενο στις προς αναθεώρηση διατάξεις καθώς δεν δεσμεύεται από την προηγούμενη. Μάλιστα, και οι δύο επικαλέστηκαν έγκριτους συνταγματολόγους για να υποστηρίξουν τα επιχειρήματά τους, η ουσία των οποίων είναι ότι η όλη διαδικασία απειλείται εκ των προτέρων να αποβεί άκαρπη, με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει θεσμικά και πολιτικά.

ΟΧΙ ΣΤΗ «ΣΥΡΙΖΟΠΟΙΗΣΗ». «Τώρα καταλαβαίνω γιατί σας έχει πιάσει το άγχος και ο πανικός: γιατί επιθυμείτε να προχωρήσετε σε μια ιδεολογικά δική σας αναθεώρηση» είπε στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο πρόεδρος της ΝΔ χαρακτήρισε «ακραία μειοψηφική» την άποψή του και αντέτεινε ότι η επόμενη Βουλή μπορεί να προσδώσει νέο περιεχόμενο στην αναθεώρηση, καθώς εκείνη δεν δεσμεύεται από την προηγούμενη, κατά την οποία εκκίνησε η διαδικασία αναθεώρησης. Και ανέφερε στον Τσίπρα ότι εάν κινηθεί έτσι, στην ουσία τινάζει στον αέρα την αναθεώρηση, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι ως ΝΔ «ούτε τώρα ούτε στην επόμενη Βουλή θα δεχθούμε αυτή την ερμηνεία γιατί αντιβαίνει πλήρως στη συνταγματική τάξη και στις απόψεις κορυφαίων συνταγματολόγων» (σ.σ.: επικαλέστηκε τους Δημήτρη Τσάτσο και Αριστόβουλο Μάνεση).

Το σαφές μήνυμα πάντως που έστειλε ο πρόεδρος της ΝΔ είναι ότι το κόμμα του «δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συναινέσει σε μια εργαλειακή αναθεώρηση» και για αυτό, όπως είπε, «θα εμποδίσουμε την εξέλιξη αυτή με κάθε μέσο που η ίδια η έννομη τάξη και το ίδιο το Σύνταγμα μας παρέχει», αφήνοντας, σύμφωνα με ερμηνείες, ανοιχτό ακόμα και το ενδεχόμενο να μπλοκάρει η ΝΔ στην επόμενη Βουλή τη διαδικασία εφόσον κρίνει ότι δεν είναι τολμηρές οι αλλαγές που θα γίνουν. Γι’ αυτό και κάλεσε τον ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει τις προτάσεις της ΝΔ και εκείνη να ψηφίσει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και στις εκλογές να αποφασίσει ο λαός με την ψήφο του τι πρέπει να αλλάξει στο Σύνταγμα και σε ποια κατεύθυνση.

Kαταλόγισε δε στον Τσίπρα ότι θέλει μια σύντομη – εντός διμήνου – διαδικασία διότι δεν επιθυμεί μια τολμηρή αναθεώρηση αλλά μια «κουτσουρεμένη», όπως την αποκάλεσε, για τα ελάχιστα, προκειμένου να ακυρώσει για την επόμενη δεκαετία κάθε τολμηρό εκσυγχρονισμό που θα έφερνε στο Σύνταγμα η επόμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ομως δήλωσε ότι η ΝΔ δεν θα του επιτρέψει «να “συριζοποιήσει” ακόμη και το Σύνταγμα», τονίζοντας ότι «ο αναθεωρητικός λαϊκισμός δεν θα υπονομεύσει τη δημοκρατία». Η πρόταση που κατέθεσε ο πρόεδρος της ΝΔ περιλαμβάνει συνολικά 57 άρθρα από τα 120 του Συντάγματος (του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει 23 άρθρα), ενώ στα 13 από αυτά που προτείνουν και τα δύο κόμματα συμπίπτουν, παρά τις διαφορετικές προεκτάσεις που δίνουν.

ΣΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ. Πάντως η ΝΔ έκανε πίσω από την κατ’ αρχήν πρόταση της άμεσης εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό όταν η Βουλή αποτυγχάνει να αναδείξει τον ανώτατο πολιτειακό άρχοντα. Υστερα από ώριμη συζήτηση στην ΚΟ του κόμματος τελικά κατέληξαν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι ενδεδειγμένο και πρότειναν να αναζητηθούν εναλλακτικές προτάσεις, όπως εκλογή από διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα ή με απλή πλειοψηφία 151 βουλευτών.

Αποστάσεις πήρε ο Μητσοτάκης και από τη συμφωνία με την Εκκλησία, αν και αρχικά η ΝΔ είχε εκφράσει την ικανοποίησή της, κάτι που θύμισε ο Πρωθυπουργός χαρακτηρίζοντας «αλλοπρόσαλλες» και «ανερμάτιστες» τις προτάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μάλιστα, ο Τσίπρας επιχείρησε εξαρχής να καλλιεργήσει ένα θεσμικό και συναινετικό προφίλ, ενώ αν και προκλήθηκε από τον Μητσοτάκη, ο οποίος τον κατηγόρησε ότι προσπαθεί να μεταθέσει τη συζήτηση από «τα σκάνδαλα της κυβέρνησής του» (Ελ. Βενιζέλος, Θριάσιο, αμυντικός εξοπλισμός στη Σαουδική Αραβία, πόροι για Προσφυγικό και ΔΕΠΑ), απέφυγε να μπει στη συζήτηση αυτή. Ωστόσο, η αντιπαράθεση ανάμεσά τους κλιμακώθηκε μετά τη σφοδρή κριτική που άσκησε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος μάλιστα μίλησε πολύ περισσότερο από τον Πρωθυπουργό, ενώ ακολούθησε ένα «πινγκ – πονγκ» μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών που εξόργισε την πτέρυγα του Κινήματος Αλλαγής και τη Φώφη Γεννηματά. Ο Πρωθυπουργός κατηγόρησε τον πρόεδρο της ΝΔ για «λογική ρώσικης ρουλέτας» και «διαδικασία εκφυλισμού για την ίδια την αναθεωρητική διαδικασία», ενώ για τις προτάσεις του είπε ότι μοιάζουν με θέσεις τού πρώην αντιπροέδρου του Εδεσσαϊκού και όχι του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Σκληρή κριτική άσκησε ο Δημήτρης Κουτσούμπας (ΚΚΕ), λέγοντας ότι η αναθεώρηση υπηρετεί την «ανάγκη του σημερινού σάπιου πολιτικού συστήματος να εξασφαλίσει απρόσκοπτα την κυριαρχία του», ενώ για υποκρισία κατηγόρησε ο Σταύρος Θεοδωράκης (Το Ποτάμι) τον Τσίπρα επειδή αρνείται να θέσει προς αναθεώρηση το άρθρο 16, «παραγνωρίζοντας την πραγματικότητα». Ο Βασίλης Λεβέντης (Ενωση Κεντρώων) προέβλεψε ότι η διαδικασία αναθεώρησης θα πέσει στο κενό λόγω αδυναμίας συναίνεσης στην παρούσα Βουλή.