Δεκατέσσερα χρόνια μετά την οκταετή πρωθυπουργία του και έπειτα από μισό αιώνα ενεργού πολιτικής δράσης, ο Κώστας Σημίτης εξακολουθεί να αποτελεί στόχο. Ενας εσμός, πολιτικός, ιδεολογικός, ακόμη και πολιτισμικός, από δυνάμεις με διαφορετικές καταβολές και – υποτίθεται – διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις, τον έχει χρήσει διαχρονικό εχθρό. Αν δεν εμβαθύνει κάποιος στους λόγους των αντιδράσεων που προκαλεί, δύσκολα μπορεί να τους ερμηνεύσει.
Από τον Ομιλο Παπαναστασίου, τη Δημοκρατική Αμυνα, έως το ΠΑΣΟΚ και τη δική του διακυβέρνηση, ο πρώην πρωθυπουργός ενσαρκώνει το πνεύμα του Διαφωτισμού που δεν κατόρθωσε να αφομοιώσει η Ελλάδα. Είτε γιατί αυτοτοποθετούνταν στην Ανατολή. Είτε διότι αντιμετώπιζε τη Δύση με μειονεξία.Ολόκληρη η διαδρομή του ταυτίζεται με προοδευτικές αρχές και αξίες. Το πρόταγμα του εκσυγχρονισμού αντιπροσώπευε την άρνηση του συντηρητισμού. Η επαγγελία του υπερέβαινε παλιούς φορμαλισμούς και παρωχημένες διαιρέσεις. Αλλωστε, ο συντηρητισμός δεν είναι απλώς μια αντίληψη. Ούτε περιορίζεται σε μια παράταξη. Συνιστά βαθιά ριζωμένη «ιδεολογία» που μοιράζονται η Δεξιά και η Αριστερά. Στη μήτρα του γονιμοποιούνται η εσωστρέφεια και ο επαρχιωτισμός, η φοβικότητα και η εθνική ανασφάλεια. Τις βιωματικές αυτές νοοτροπίες αντιστρατεύτηκε με την πολιτική και διανοητική του προσφορά ο Κώστας Σημίτης. Αν οι αποσκευές του ήταν άδειες δεν θα απασχολούσε κανέναν. Αντιθέτως, το πολιτικό του βάθος, η ισχυρή επιστημονική του υποδομή, η εξωστρέφεια και ο κοσμοπολιτισμός του, το ήθος και ποιότητά του, ενοχλούν τις μετριότητες και τους ανεπαρκείς που κυριαρχούν. Τρανή απόδειξη τα δηλητηριώδη βέλη που δέχεται από τους φορείς ενός παρασιτικού συστήματος στο οποίο συνασπίζονται η συντήρηση, η υποκουλτούρα, ο εθνοκεντρισμός. Στην πραγματικότητα ο πρώην πρωθυπουργός είναι φυσικός αντίπαλος του γαλάζιου, του κόκκινου, ακόμη και του πράσινου λαϊκισμού. Οι διαχρονικές επιθέσεις εναντίον του δεν εδράζονται μόνο σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες ή σε κομματικούς ανταγωνισμούς. Ούτε περιορίζονται σε κοντόφθαλμες επιδιώξεις. Αντιθέτως, υπαγορεύονται από τον ανομολόγητο στρατηγικό στόχο όσων οφείλουν την πολιτική και κυβερνητική τους υπόσταση και παρουσία στον λαϊκισμό. Επενδύοντας σ’ αυτόν οι εκφραστές του, εύλογα στοχοποιούν τον Κώστα Σημίτη. Κι αυτό διότι στρατηγικά είναι απέναντί τους. Στην ουσία αν δεν υπήρχε, θα τον είχαν εφεύρει. Αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται εχθρό για να συγκαλύψουν τον πραγματικό τους εαυτό. Το πρόβλημά τους έχει βαθύτερες ρίζες. Συνδέεται με την κουλτούρα και την κοσμοθεωρία τους. Και βεβαίως πηγάζει από την ανάγκη τους να καλύψουν την ανεπάρκεια και την ανικανότητά τους. Ετσι εξηγείται η σύμπλευση της αποκαλούμενης Ριζοσπαστικής Αριστεράς με τη λαϊκή Δεξιά. Οι αντιστοιχίες Αλέξη Τσίπρα και Κώστα Καραμανλή είναι πασιφανείς.
Ο Κώστας Σημίτης, όπως εύστοχα υπογράμμισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, συνιστά το εμβληματικό πρόσωπο του ευρωπαϊκού κεκτημένου της χώρας. Η συμμετοχή μας στην ευρωζώνη, τα μεγάλα έργα υποδομής, οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν τη σφραγίδα του. Το πολιτικό, ιδεολογικό και κυβερνητικό του αποτύπωμα παραμένει ανεξίτηλο. Η αγριότητα του λαϊκισμού δεν μπορεί να πλήξει την αναμφισβήτητη αξία του.