Στην τελική ευθεία μπαίνει η επένδυση στο Ελληνικό, με τον διαγωνισμό για το καζίνο να βρίσκεται σε φάση προετοιμασίας και τις εκτιμήσεις του ΤΑΙΠΕΔ να θέλουν την πρώτη μπουλντόζα να μπαίνει στις αρχές του 2019.

H αξιοποίηση του πρώην Αεροδρομίου του Ελληνικού αφορά τη μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη, η οποία έχει σχεδιαστεί ώστε να προσθέσει σημαντικές νέες επενδύσεις και χρήσεις στους τομείς του τουρισμού, του πολιτισμού, της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας και του περιβάλλοντος, που αναμένεται να συνδράμουν θετικά όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, αλλά σε ολόκληρη τη χώρα.

Το επενδυτικό σχέδιο εκτελεί η κοινοπραξία Global Investment Group, η οποία αποτελείται από την κινεζική Fosun, την Eagle Hills με έδρα το Αμπου Ντάμπι και τον Ομιλο Λάτση.

Η σημασία της επένδυσης είναι μεγάλη και οι θετικές επιπτώσεις της πολλές, τόσο στην ελληνική οικονομία όσο και στο περιβάλλον και την κοινωνία.

Ειδικότερα, στους τομείς της οικονομίας, της απασχόλησης και τις προοπτικές ανάπτυξης απο την επένδυση – μαμούθ προκύπτουν σημαντικά οφέλη.

Η επένδυση είναι ύψους 8 δισ. ευρώ, μέρος των οποίων είναι τα 915 εκατ. ευρώ που θα καταβληθούν ως τίμημα για την απόκτηση των μετοχών της Ελληνικό ΑΕ, με το 51% αυτών (467 εκατ. ευρώ) να καταβάλλεται μέχρι το δεύτερο έτος από τη μεταβίβαση των εν λόγω μετοχών. Παράλληλα, και πλέον του ως άνω τιμήματος, στο Ελληνικό Δημόσιο θα αποδίδεται για 99 χρόνια το 30% των καθαρών κερδών, πέραν μιας ελάχιστης απόδοσης.

Το έργο αντιστοιχεί σε περίπου 2.000 τυπικές επενδύσεις του αναπτυξιακού νόμου με 5 έως 10 φορές μεγαλύτερη επίπτωση στην απασχόληση. Συγκεκριμένα αναμένεται να δημιουργηθούν 10.000 μόνιμες άμεσες θέσεις εργασίας κατά την περίοδο κατασκευής και 75.000 θέσεις εργασίας κατά την περίοδο λειτουργίας της επένδυσης, χωρίς να υπολογίζονται οι θέσεις εργασίας στις δευτερογενείς δραστηριότητες της οικονομίας που θα προκύψουν από τη λειτουργία της.

Η αξιοποίηση δεν προσομοιάζει σε μια τυπική αγοραπωλησία, καθώς οι συμβατικές επενδυτικές υποχρεώσεις ανέρχονται σε 4,6 δισ. ευρώ σε βάθος 15ετίας, εξασφαλιζόμενες με ποινικές ρήτρες που φτάνουν μέχρι και την αναστροφή της πώλησης. Στις επενδυτικές υποχρεώσεις περιλαμβάνονται και έργα υποδομών με εκτιμώμενο προϋπολογισμό της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ, έργα που θα υλοποιηθούν στα πρώτα στάδια της επένδυσης και θα αποδοθούν προς χρήση στο κοινό.

Επιπροσθέτως, η αξιοποίηση αναμένεται να συμβάλει ουσιαστικά στην επαναφορά της Αθήνας στους σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως, καθώς θα προσφέρει σημαντικό αριθμό νέων καταλυμάτων, αρχιτεκτονικών «τοποσήμων» και θεματικού τουρισμού, τα οποία αναμένεται να προσελκύσουν 1 εκατ. νέους τουρίστες μειώνοντας σημαντικά την εποχικότητα και αυξάνοντας παράλληλα σημαντικά τη μέση διάρκεια παραμονής και τη δαπάνη των τουριστών στην Αθήνα, όπως άλλωστε συνέβη και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης (Βαρκελώνη, Κάννες, Κωνσταντινούπολη) στις οποίες αυξήθηκε σημαντικά ο τουρισμός τα τελευταία χρόνια.

Εν κατακλείδι, η επένδυση του Ελληνικού αναμένεται να συμβάλει κατά 2,4% στο ΑΕΠ της χώρας στον ορίζοντα ολοκλήρωσης της ανάπτυξης, ενώ παράλληλα θα εισφέρει συνολικά πάνω από 14 δισ. ευρώ έσοδα σε φόρους στο κράτος στον ίδιο χρονικό ορίζοντα.

Σημειώνεται ότι το σύνολο όλων των λοιπών αναπτυξιακών έργων που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση με ορίζοντα το 2021 προσεγγίζει τα 9 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβάνοντας την επέκταση του μετρό της Αθήνας, τα ενεργειακά, τους οδικούς άξονες, την ΠΑΘΕ, το Αεροδρόμιο Καστελλίου κ.ά.

Σημαντικά είναι και τα οφέλη στο περιβάλλον αφού δημιουργούνται Μητροπολιτικό Πάρκο έκτασης 2.000.000 τ.μ. (2.000 στρέμματα) και επιπλέον κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου και ανοιχτών χώρων, συνολικής έκτασης 600.000 τ.μ., δηλαδή 20 φορές το μέγεθος του Εθνικού Κήπου.

Αναβαθμίζεται και αναδεικνύεται το παραλιακό μέτωπο με δημιουργία νέας παραλίας με ελεύθερη πρόσβαση, μήκους μεγαλύτερου του 1 χιλιομέτρου, δηλαδή μεγαλύτερου του μήκους της παραλίας της Βάρκιζας.

Βελτιώνεται το μικροκλίμα της περιοχής με φύτευση πλήθους νέων δέντρων και δημιουργία στοιχείων νερού με παράλληλη διαμόρφωση εκτεταμένου δικτύου διαδρομών πεζών και ποδηλάτων μήκους 50 χιλιομέτρων, σε άμεση συνδεσιμότητα με τα υφιστάμενα μέσα σταθερής τροχιάς.

Η συνολική δομήσιμη επιφάνεια είναι μικρότερη των 2,7 εκατ. τ.μ. έναντι της δυνατότητας που παρέχει ο νόμος για δόμηση μέχρι 3 εκατ. τ.μ. Η πρότυπη αυτή αστική πρόταση πολεοδόμησης οδηγεί σε δόμηση με πολύ χαμηλό μέσο συντελεστή δόμησης, μικρότερο του 0,5, ενώ οι γειτονικές περιοχές έχουν μέσο συντελεστή από 0,9 έως 1,0 αλλά και με συντελεστή κάλυψης μικρότερο του 30%, έναντι του από το νόμο ορίου 35%.

.