Θα ακολουθήσει η Ιταλία τα χνάρια της Ελλάδας μετά την «υπερήφανη διαπραγμάτευση» του 2015, όταν αναγκάστηκε να υποχωρήσει στις πιέσεις των Ευρωπαίων και των αγορών και να υπογράψει το τρίτο Μνημόνιο; Ή θα καταφέρει να συρθεί με όποιο κόστος μέχρι τις ευρωεκλογές όπου τα κυβερνώντα κόμματα των λαϊκιστών και της Ακροδεξιάς περιμένουν να μετρήσουν πάλι τις δυνάμεις τους πριν αρχίσουν να κάνουν υποχωρήσεις;  Κορυφαίοι αναλυτές βλέπουν τώρα τρία βασικά σενάρια για τις εξελίξεις στην Ιταλία καθώς κλιμακώνεται η σύγκρουση με την Κομισιόν για τον προϋπολογισμό του 2019, με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού συνεχώς να ανεβαίνει και η οικονομική κατάσταση στη χώρα να βρίσκεται στο μεταίχμιο.
Αυτό προκύπτει από ανάλυση του Λορένζο Κοντόνιο, ιδρυτή και επικεφαλής οικονομολόγου της εταιρείας συμβούλων LG Macro Advisors Limited, με τίτλο «Ιταλία: Μια κρίση που εξελίσσεται αργά ή ένα ατύχημα που περιμένει να συμβεί;», την οποία παρουσιάζουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ».
Ο Λορένζο Κοντόνιο αναλύσει τα τρία αυτά βασικά σενάρια ως εξής:
 
1. Η Ιταλία θα προχωρήσει με την υπάρχουσα κατάσταση μέχρι τις ευρωεκλογές (70% πιθανότητα). Με βάση αυτό το σενάριο, τα επιτόκια δανεισμού της χώρας θα συνεχίσουν να κινούνται σε όλο και πιο υψηλά επίπεδα εν μέσω μεγάλης μεταβλητότητας στις τιμές των ομολόγων. Σήμερα το βασικό επιτόκιο των κρατικών ομολόγων 10ετούς διάρκειας της Ιταλίας διαμορφώνεται στο επίπεδο του 3,50%, με το σπρεντ απέναντι στα γερμανικά ομόλογα αναφοράς (Bund) να φτάνει κοντά στις 380 μονάδες βάσης. Οπως σημειώνεται στην ανάλυση, με τα σπρεντ για τα 10ετή κρατικά ομόλογα της Ιταλίας να διαμορφώνονται από τις 300 έως τις 400 μονάδες βάσης, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μια βραδυφλεγή, όπως χαρακτηρίζεται, τραπεζική και οικονομική κρίση, αλλά όχι για να εκδηλωθεί μεγάλο ατύχημα. Με βάση το σενάριο αυτό, η κατάσταση θα πάει προς το χειρότερο πριν αρχίσει να βελτιώνεται, αλλά με την Ιταλία να αντέχει μέχρι τις εκλογές. Στο τέλος η κατάσταση θα βελτιωθεί. Μετά τις ευρωεκλογές η κυβέρνηση της Ιταλίας θα αρχίσει να υιοθετεί μια πιο εποικοδομητική στάση απέναντι στις απαιτήσεις των Βρυξελλών. Δεν είναι βέβαια τίποτε δεδομένο.
2. Η κρίση θα κλιμακωθεί (20% πιθανότητα). Εάν οι πιέσεις των αγορών κλιμακωθούν πριν να φτάσουμε στις ευρωεκλογές και η Ιταλία δεν έχει καμία επιλογή από το να ζητήσει οικονομική βοήθεια από την ΕΕ, τότε το τίμημα θα είναι πιθανή «αναδιάρθρωση του χρέους», όπως αποκαλείται στη μελέτη. Η Ιταλία είναι πολύ μεγάλη οικονομία για να σωθεί και επομένως οι ευρωπαίοι εταίροι θα ζητήσουν από τη χώρα μια εφάπαξ μείωση της καθαρής αξίας του χρέους (κούρεμα) πριν καν να σκεφτούν την παροχή οποιασδήποτε οικονομικής βοήθειας. Η Ιταλία θα πρέπει στη συνέχεια να υπογράψει το δικό της Μνημόνιο και να δεχτεί ένα πλήρες πρόγραμμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, φαίνεται ότι η κυβέρνηση της χώρας δεν θα δεχτεί ποτέ μια τέτοια μεγάλη ταπείνωση, αλλά τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν εάν επέλθουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, όπως είδαμε να γίνεται με την Ελλάδα, σημειώνεται στη μελέτη.
3. Εξοδος της Ιταλίας από το ευρώ (10% πιθανότητα). Η πιθανότητα ενός Italexit – όχι ως αποτέλεσμα μια συνειδητής πολιτικής, αλλά ως αποτέλεσμα λανθασμένης αντίδρασης σε μια κρίση που βαθαίνει συνεχώς – παραμένει σχετικά υψηλή. Θα αποτελέσει έναν τρόπο για να αποφευχθεί αυτό που θεωρείται ως ευρωπαϊκός ζουρλομανδύας και να αποκτηθεί ξανά εθνική κυριαρχία. Κάτι τέτοιο δεν αναμένεται να γίνει πριν από τις ευρωεκλογές, αλλά μπορεί οι εξελίξεις να είναι ραγδαίες σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος, συμπληρώνεται στην έκθεση της LG Macro Advisors.
Πώς μπορεί να συμβεί όμως ένα τέτοιο ατύχημα; Ενα μεγάλο ατύχημα με απροσδόκητες συνέπειες μπορούν να το προκαλέσουν, μαζί ή χωριστά, ένας ή περισσότεροι από τους ακόλουθους: οι παίκτες της αγοράς ομολόγων, οι οίκοι αξιολόγησης, οι τράπεζες, οι πολιτικοί ηγέτες, η ίδια η οικονομία.
Ο Λορένζο Κοντόνιο προειδοποιεί ότι δεν υπάρχει σήμερα άμεσος κίνδυνος κρίσης ρευστότητας, αλλά θα δημιουργηθεί μείζον θέμα ροών μέσα σε ορίζοντα από τρεις έως έξι μήνες, πιθανώς πριν από τις ευρωεκλογές. Ο κίνδυνος δεν προέρχεται μόνο από τη συνεχώς μειούμενη διεθνή ζήτηση για κρατικά ομόλογα της Ιταλίας, αλλά επίσης από τις συνεχείς εκροές κεφαλαίων.
Σημειώνεται επίσης ότι οι τράπεζες της Ιταλίας, από την πλευρά τους, βλέπουν τη φωτιά να σιγοκαίει, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει συστημικός κίνδυνος. Εάν όμως προκύψει χρεοκοπία τράπεζας πριν από τις ευρωεκλογές, θα εξελιχθεί σε μείζον πολιτικό ζήτημα, με την τρέχουσα κυβέρνηση να μην έχει στα χέρια της όλα τα εργαλεία για να αντιμετωπίσει μια τραπεζική κρίση. Στο παρελθόν τα δύο κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού είχαν ταχθεί κατά της παροχής βοήθειας στις τράπεζες και υπέρ της στήριξης προς τους καταθέτες.