Ρωγμή στην κλασική τελειότητα και στους κανόνες κομψότητας. Αποδόμηση του ιδανικού σώματος της κλασικής αρχαιότητας και των αναλογιών αρμονίας του. Το άσχημο που γίνεται μοντέρνο και επισκιάζει με την ένταση της υπερβολικής παραφωνίας του το όμορφο. Και εγένετο μόδα. Φορεμένη από πλούσιους ή διάσημους γόνους, ώστε να γίνει επιθυμητή. Και να φτάσει στη φούσκα της. Στο σημείο καυτής τάσης από όπου θα σημειωθεί η πτώση της. Στο μεταξύ, τα άσχημα, χωρίς γραμμή, εσκεμμένα φαρδιά και άκαμπτα ρούχα πάνω στα σώματα των παγονιών του Instagram μοιάζουν με παιχνίδια πολιτισμικής διάκρισης που προορίζονται αποκλειστικά για όσους έχουν τα μέσα γι’ αυτά.
Αυτή τη στιγμή όμως η τάση του «άσχημου ρούχου» παράγει το επόμενο βήμα της μόδας. Τη μετεξέλιξή της. Λειτουργεί ως ένα ισχυρό τράνταγμα για να την εξωθήσει από το σχεδιαστικό της τέλμα. Μια τέτοια ρήξη είναι απαραίτητη για να γίνει πάλι μια συζήτηση, για να ζωηρέψει το βλέμμα πάνω στο νέο ενδιαφέρον που παράγει η μόδα σήμερα. Είναι η ανακατανομή των σχέσεων ανάμεσα στις μορφές της υψηλής ραπτικής και στο «ό,τι να ‘ναι» του streetwear που συνυπάρχουν στις σελίδες των εντύπων ή στις αναρτήσεις στα κοινωνικά μέσα.
Στη διάρκεια της εικονογραφίας του 20ού αιώνα μπορεί κανείς να αναζητήσει πολλά παραδείγματα κοινωνικών ομάδων που εσκεμμένα χρησιμοποίησαν το επιθετικό ντύσιμο για να κάνουν αισθητή την αντίρρησή τους στο καθιερωμένο σύστημα αξιών. Από τις γυναίκες που πρώτες φόρεσαν παντελόνια μετά τη λήξη του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου ή τη ροκαμπίλι νεολαία του ’50 με τα στενά κοστούμια και τα μυτερά παπούτσια ή τα πανκ σκισμένα και πιασμένα με παραμάνες ρούχα των παιδιών της εργατικής τάξης στην Αγγλία της Θάτσερ. Αυτά τα στυλ δεν ήταν άσχημα. Ηταν επαναστατικά. Τώρα όμως βλέπουμε ρούχα που παραμορφώνουν το σώμα, λαμβάνοντας διαστάσεις μη πραγματικού, δημιουργώντας ένα στυλ χαοτικό και περίεργο, προσβάλλοντας την παράδοση του «γούστου», έτσι όπως τουλάχιστον το προσδιόριζε ο Διαφωτιστής Βολταίρος στο «Φιλοσοφικό Λεξικό του»: «Ο καλαίσθητος άνθρωπος έχει άλλα μάτια, άλλα αφτιά, άλλη λεπτότητα από τον χοντροκομμένο» (ελλ. Εκδ. Στάχυ, 2001).
Από τη στιγμή που υπάρχει η βιομηχανία της μόδας, το άσχημο εξυπηρετεί την τροφοδοσία της. Η αισθητική πρόκληση εμφανίζεται με τη χοντροκομμένη σόλα των αθλητικών παπουτσιών, με τα γερμανικά ανατομικά σανδάλια που συνδυάζονται με αθλητική κάλτσα και μακριά φλοράλ φορέματα, με μάλλινα πουλόβερ και παράταιρες στρώσεις ρούχων. Ωστόσο η άσχημη μόδα είναι προϊόν τής πολιτικά αναστατωμένης, άσχημης εποχής. Πιο άσχημη από ποτέ, έχει ξεπεράσει τη δυναμική που είχε το στυλ γκραντζ στη δεκαετία του ’90. Το «ό,τι να ‘ναι» συμβαδίζει με την επιθετικότητα της συμπεριφοράς ενάντια στα δικαιώματα των γυναικών. Η απορριπτική αντιμετώπιση των ανδρών της πολιτικής στις θυμωμένες γυναικείες φωνές φαίνεται ότι έφερε το άσχημο ντύσιμο σε αντάπαντησή τους. Και αν βγαίνει κάτι θετικό από αυτόν τον προβληματισμό για την άνοδο της άσχημης μόδας, ρωτήστε τις πατούσες σας: αν μη τι άλλο, οι ανατομικές σόλες κρατούν τα πόδια ξεκούραστα, χωρίς κακώσεις.