Μια ομάδα βιολόγων ζει σε πλήρη απομόνωση στα Νησιά Φάραλον, ένα σύμπλεγμα ακατοίκητων κατά τα άλλα βραχονησίδων στα ανοιχτά της Βόρειας Καλιφόρνιας. Είναι παθιασμένοι με το έργο τους, όπως τόσοι και τόσοι περιβαλλοντολόγοι, οπαδοί της άποψης ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να παρεμβαίνει στις φυσικές λειτουργίες, όσο σκληρές και ακατανόητες κι αν φαντάζουν αυτές στα μάτια μας. Ο οικότοπος των Φάραλον είναι προστατευόμενος νομοθετικά και απαγορεύονται οι παρεμβάσεις σ’ αυτόν, με εξαίρεση την επιστημονική έρευνα και παρατήρηση. Ο λόγος είναι ότι στο παρελθόν η φαλαινοθηρία, η εντατική αλιεία, το κυνήγι της φώκιας για τη γούνα της και η εντατική συλλογή αβγών από τις φωλιές των εκατομμυρίων θαλασσοπουλιών που παρεπιδημούν εδώ έθεσαν σε απειλή το οικοσύστημα. Και τα Νησιά Φάραλον δεν είναι ένα οποιοδήποτε οικοσύστημα. Παρά την αγριότητα του τοπίου (και ίσως εξαιτίας του), αποτελεί τον παράδεισο της αναπαραγωγής των θαλασσοπουλιών αλλά και της εποχικής σμίξης/φωλιάσματος θαλασσίων ελεφάντων και λεόντων, λευκών καρχαριών, και ποικίλων άλλων, λιγότερο γνωστών, ειδών.
Η Αμπι Τζίνι περιγράφει με ενάργεια, ακρίβεια και φωτογραφικό ενθουσιασμό το τοπίο, το φως, τις εποχές, τις αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση των διαφόρων ειδών, τις μεταναστεύσεις των φαλαινών και των πτηνών, τους ανέμους, τις παλιρροϊκές μεταπτώσεις του Ειρηνικού Ωκεανού και την τραχιά γεωλογία των νησιών. Φορέας άλλωστε της αφήγησης και κεντρική ηρωίδα της ιστορίας είναι μια 35χρονη φωτογράφος της άγριας φύσης, η Μιράντα, που έχει πάρει μέρος σε ποικίλες αποστολές στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και είναι επομένως δοσμένη στην παρατήρηση των ζώων και των τοπίων. Με εξαίρεση τον πρόλογο και τον επίλογο, το βιβλίο έχει τη μορφή επιστολικού μυθιστορήματος, καθώς η Μιράντα απευθύνεται εμμονικά προς τη νεκρή μητέρα της περιγράφοντας σε ανεπίδοτες επιστολές τις περιπέτειές της. Ετσι αιτιολογείται ο έντονος συναισθηματικός φόρτος της αφήγησης, καθώς η απώλεια της μητέρας βιώθηκε ως διά βίου τραύμα από την τότε 14χρονη Μιράντα, η οποία ως εκ τούτου επέλεξε τη νομαδική, αναχωρητικού τύπου ζωή, χωρίς πολλές δεσμεύσεις, πέραν του χήρου πατέρα της πίσω στην Ουάσιγκτον.
Χωρίς Internet
Η ζωή στα Φάραλον είναι μοναχική και λιτή. Ενα σκάφος φέρνει κάθε τόσο λίγες προμήθειες από το Σαν Φρανσίσκο, αλλά δεν υπάρχουν τηλέφωνο, Internet ή άλλου είδους επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Οι επτά ένοικοι του νησιού εκτείνονται σε όλο το ηλικιακό φάσμα, αλλά τους συνδέει η αμέριστη προσήλωση στο επιστημονικό τους έργο, ενδεδυμένο με μια μορφή φανατισμού ως ιδεολογικό πρόταγμα: απλώς παρατηρούμε και ουδέποτε επεμβαίνουμε στις φυσικές λειτουργίες. Ακόμη κι αν ένα μωρό φώκιας χάσει την αγέλη ή τη μάνα του, ακόμη κι αν ένας καρχαρίας επιτεθεί σε έναν θαλάσσιο ελέφαντα, απλώς παρακολουθούμε και καταγράφουμε το συμβάν. Οι δοσμένοι στο έργο τους βιολόγοι/αναχωρητές έχουν γίνει μέρος του φυσικού κύκλου, σε σημείο που η ανθρώπινη επαφή έχει εξοστρακιστεί. Δεν μιλούν καθόλου για το παρελθόν τους, σπανίως διασκεδάζουν, δεν πίνουν αλκοόλ, ενώ έχουν εξοικειωθεί με τα ατυχήματα, ακόμη και τους θανάτους συναδέλφων τους στις τραχιές ακτογραμμές και στα φαράγγια του νησιού. Ξυπνάνε μες στην άγρια νύχτα για κάποια παρατήρηση, ενώ αντιδρούν ελάχιστα στην επιθετικότητα ειδών, όπως κάποια σμήνη γλαροπουλιών που κάνουν θανατηφόρες επιθέσεις ακόμη και σε ανθρώπους. Σημασία έχει η προστασία του οικοσυστήματος, όση σκληρότητα κι αν ενέχουν οι φυσικές λειτουργίες. Η γοητεία της άγριας φύσης σ’ αυτό το άξενο τοπίο τούς έχει καταλάβει εξ ολοκλήρου.
Μάλιστα, ο επικεφαλής της ομάδας Γκέιλεν, ένας ρημαγμένος από τον πνιγμό της συζύγου του επιστήμονας, έχει αποφασίσει να μην επιστρέψει ποτέ στον πολιτισμό και θεωρεί τον άνθρωπο μέρος της τροφικής αλυσίδας – ένα ακόμη είδος δίπλα στα θεωρούμενα ως υποδεέστερα, που ο πολιτισμός δεν μπορεί να απομακρύνει από τα δεσμά της φυσικής του καταγωγής. Γι’ αυτό και ελάχιστα παρεμβαίνει όταν στο νησί έχουμε επεισόδια βίας μεταξύ των ενοίκων του. Γνωρίζει ότι η Μιράντα βιάζεται μια νύχτα από τον Αντριου, συμβίο της ορνιθολόγου Λούσι, ότι συλλαμβάνει παιδί, ότι ζει ένα εσωτερικό δράμα μέχρι να αποφασίσει να κρατήσει το προϊόν του βιασμού της ως ένα είδος μυστικιστικής ανταπόδοσης των νησιών και παράδοσης στους αιώνιους κύκλους της ζωής και του θανάτου. Γνωρίζει ακόμη τα αίτια του θανάτου του Αντριου, τα οποία έχει καταγράψει λεπτομερώς στο ημερολόγιό του. Δεν παρεμβαίνει ωστόσο παρά σε ελάχιστες στιγμές εκατέρωθεν εξομολογήσεων. Ξέρει ότι το καλό μπορεί να παραγάγει κακό και το αντίστροφο.
Χρονικό και θρίλερ
Τα όρια της ανθρώπινης γνώσης
Συμβαίνουν πολλά τραγικά πάνω στα νησιά Φάραλον δοσμένα σε μια μορφή οικολογικού θρίλερ που σπανίζει στα λογοτεχνικά χρονικά. Ηδη στις πρώτες σελίδες του βιβλίου η ατμόσφαιρα παραπέμπει στα «Πουλιά» του Χίτσκοκ, κι αν αργότερα παραδινόμαστε στην άγρια γοητεία της φύσης μαζί με την αφηγήτρια Μιράντα, το διάλειμμα μόνο πρόσκαιρο είναι. Γιατί η κλιμάκωση και αιτιολόγηση των συμβάντων έρχονται μόνο προς το τέλος, μαζί με τη λύτρωση της ηρωίδας από τις παραδεγμένες αντιλήψεις για το καλό και το κακό. Στο μεταξύ έχουμε μάθει πολλά για τις φυσικές λειτουργίες, για τις συγκρούσεις (επιστημονικές και πολιτικές) περί την προστασία της φύσης, για τα θαυμαστά πεπραγμένα της επιστήμης αλλά και για τα όρια των γνώσεών μας για τη συμπεριφορά των ειδών. Η συγγραφέας αναμειγνύει αρμονικά το ταξιδιωτικό χρονικό με το θρίλερ συμπλέκοντας την ανθρώπινη μοίρα με τους φυσικούς κύκλους.
Οι φύλακες του φωτός
Μτφ. Τόνια Κοβαλένκο, εκδ. Καστανιώτη 2018