Είναι γνωστό ότι η Δεξιά στην Ελλάδα κατατρύχεται από οξύ ενοχικό σύνδρομο. Παραμένει όμως άγνωστο το αν και πότε θα το ξεπεράσει. Ιδίως δε με κυβέρνηση της Αριστεράς ήδη επί τετραετία, έχει έρθει πλέον η στιγμή το σύνδρομο αυτό όχι απλώς να αναθεωρηθεί ιστορικά και πολιτικά, αλλά, κυρίως, να μεταβιβαστεί σε αυτήν.

Για να αρχίσει κανείς από τα τρέχοντα, η Δεξιά ουδέποτε έδωσε τον Λευκό Πύργο ή άλλα μνημεία για «αξιοποίηση», δηλαδή για πούλημα. Η Αριστερά το έπραξε. Επίσης, η Δεξιά ουδέποτε, ούτε καν στα χρόνια της πτώχευσης, υιοθέτησε πολιτικές τέτοιας πρωτοφανούς μαζικής νεοφιλελεύθερης ακρότητας, όπως εκείνες που εφαρμόζονται σήμερα επί των ημερών της Αριστεράς. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα. Οσο για τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, η Δεξιά έχει μείνει πολύ πίσω. Τέλος, σε ιδεολογικό επίπεδο, η Αριστερά συγκυβερνά με ένα κόμμα που τοποθετείται στο πιο ακραίο σημείο της ελληνικής Δεξιάς. Αλλο τώρα που από καθαρό οπορτουνισμό εξουσίας με αυτούς δεν βγάζεις άκρη για το τι πραγματικά είναι και τι πιστεύουν, αν φυσικά πιστεύουν σε οτιδήποτε. Τώρα τι Αριστερά είναι αυτή, εκείνη ξέρει.

Πάμε όμως λίγο και στο ιστορικό παρελθόν, εκείνο μέσα στον οποίο γεννήθηκαν δύο από τους πιο κυρίαρχους άξονες της ελληνικής πολιτικής ζωής των τελευταίων δεκαετιών: από τη μία πλευρά το ενοχικό σύνδρομο της Δεξιάς και, από την άλλη, το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς. Δεν θα ήταν σκόπιμο να φτάσει κανείς στον Εμφύλιο, στο πώς και το γιατί, και να ξύνει πληγές που μόνον κακό κάνουν. Πάντως, για να μπουν τα πράγματα στη θέση τους, δεν μπορεί παρά να σημειωθεί ότι στην τραγωδία του Εμφυλίου δεν υπήρξε μόνον η βία της Δεξιάς, υπήρξε και η βία της ΟΠΛΑ και άλλων Αριστερών. Το να ταυτίζει κανείς τη Δεξιά με τη βία, τον φασισμό και την Ακροδεξιά, είναι ακριβώς το ίδιο με το να ταυτίζει την Αριστερά με την ΟΠΛΑ. Μπορεί όμως να αναρωτηθεί κανείς για τη μετεμφυλιακή περίοδο: ποιος ήταν ο πιο σκληρός αντικομμουνιστικός χώρος στην ελληνική πολιτική ζωή; Ασφαλώς και ήταν το Κέντρο, το οποίο, η Αριστερά, ειδικά η σημερινή, μετά μανίας διεκδικεί. Από το επίπεδο της αντικομμουνιστικής νομοθεσίας (ήδη παλιότερα με το «Ιδιώνυμον έγκλημα» του Ελευθερίου Βενιζέλου) μέχρι την πρακτική των πολιτικών εκτελέσεων, το Κέντρο κρατά και ποιοτικά και ποσοτικά τα σκήπτρα. Εν προκειμένω υπήρχαν και άλλοι λόγοι πλην των προφανών: το Κέντρο είχε πάντοτε την αγωνία ότι η Αριστερά θα του «κλέψει» τα συνθήματα και την «πελατεία». Και ορθώς: του τα έκλεψε και τα δύο. Την ίδια ώρα, ήταν επί της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή (ο οποίος τερμάτισε οριστικά τις πολιτικές εκτελέσεις) που πλήθος μη δεξιοί έλαβαν θέσεις – κλειδιά στην πολιτική εξουσία στην Ελλάδα: Ζολώτας, Αβέρωφ κ.ο.κ.

Ας τελειώνουμε λοιπόν με τα παραμύθια. Και η Δεξιά ας κοιτάξει επιτέλους να παίξει σοβαρά τον ρόλο της όπως συμβαίνει παντού αντί να μαζεύει ό,τι βρει μπροστά της που ουδεμία με την ίδια και την ιστορία της σχέση έχει. Ας υπερασπιστεί όσα έχει προσφέρει στην Ελλάδα αντί να αγωνιά να αλλάξει ταυτότητα. Αυτό, το έχει ανάγκη η Αριστερά. Και προδίδει ενοχή και ανασφάλεια.