Γιατί έγινε τόσο πολύς θόρυβος για τον θάνατο του Σταν Λι, του σεναριογράφου που ευθύνεται για την εμψύχωση μερικών από τους πιο γνωστούς υπερήρωες των κόμικς; Πώς έφτασε να απασχολήσει τόσο εκτεταμένα τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη, αλλά και της Ελλάδας, ένα πρόσωπο που, ακόμα και λίγα χρόνια πριν, ήταν cult, είδωλο μόνο των μυημένων σε ένα αφηγηματικό ιδίωμα που πολλοί το περιφρονούσαν – ιδίως σε σχέση με την καθαρόαιμη λογοτεχνία; Και κατ’ επέκταση, πώς μια τόσο ταπεινή και, ακόμα και σήμερα που τροφοδοτεί με ιδέες και υλικό το Χόλιγουντ, περιφρονημένη τέχνη, η τέχνη των κόμικς, έφτασε να συζητιέται ευρύτατα ως τέχνη του υψηλού, πώς οι αφηγήσεις με εικόνες δεν αποκαλούνται πλέον κόμικς αλλά graphic novels;
Για να συμβούν όλα αυτά, ο Σταν Λι, που πέθανε στις 12 Νοεμβρίου σε νοσοκομείο του Λος Αντζελες, στο οποίο είχε εισαχθεί λίγες ώρες νωρίτερα, έπρεπε να δουλέψει σκληρά, σε ένα αντίξοο περιβάλλον, δεκαετίες σε καθεστώς αβεβαιότητας, στο καλλιτεχνικό και στο εκδοτικό περιθώριο. Και χωρίς να είναι θεός, να χτίσει από την αρχή ένα νέο σύμπαν – το σύμπαν των υπερηρώων της εκδοτικής εταιρείας Marvel. Υπερηρώων η διαφορά των οποίων από τους υπερήρωες άλλων εταιρειών, και κυρίως της ανταγωνιστικής DC, ήταν ότι δεν ήταν φανταστικά πρόσωπα πάνω από τις κοινωνίες, εκπρόσωποι ενός ανώτερου είδους που υπηρετούσαν την ανθρωπότητα (όπως ήταν ο Σούπερμαν ή ο Μπάτμαν). Αντίθετα, συνήθως ζούσαν μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες και συχνά, ακόμα κι όταν εμφανίζονταν ντυμένοι την μπέρτα του υπερήρωα, έμοιαζαν με τους υπόλοιπους ανθρώπους: τρωτοί, ευάλωτοι, ανασφαλείς. Επίσης συχνά, όλο και συχνότερα, οι καλοί δεν ήταν πάντα τόσο καλοί, το φωτοστέφανό τους ήταν τσαλακωμένο. Και οι κακοί, ούτε κι αυτοί ήταν τόσο κακοί – και πάντως δεν ήταν μονοδιάστατοι και αδιάφοροι χαρακτήρες. Κι όλοι οι άνθρωποι είναι ξεχωριστοί, ανεξαρτήτως ταυτότητας, θρησκείας, φύλου, φυλής. Χάρη στον Σταν Λι, μια ανυποψίαστη τέχνη άρχισε να ανατρέπει τα κλισέ της την ίδια στιγμή που τα δημιουργούσε.
Υπάρχει μια ζωή πριν απ’ τον θάνατο. Ο Σταν Λι άρχισε να τη διεκδικεί πολύ μικρός. Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1922, ως Στάνλεϊ Λίμπερ, παιδί ρουμανοεβραίων μεταναστών. Ο πατέρας του ήταν ράφτης, που μετά τη Μεγάλη Υφεση δεν έβρισκε δουλειά, με αποτέλεσμα ο μικρός Στάνλεϊ να χρειάζεται να συνεισφέρει στα οικογενειακά έσοδα. Κάπως έτσι, και ενώ ονειρευόταν ηρωισμούς τους οποίους αντέγραφε από τις ταινίες του Ερολ Φλιν, βρέθηκε στα 17 του παιδί για όλες τις δουλειές στη λιλιπούτεια εκδοτική εταιρεία Timely που ειδικευόταν στα κόμικς. Εκεί γνώρισε και τους εικονογράφους Τζόε Σάιμον και Τζακ Κίρμπι. Στην πορεία, η εταιρεία άλλαζε ονόματα, πρώτα μετονομάστηκε σε Atlas, αργότερα σε Marvel, αλλά ο μικρός Στάνλεϊ πρωτοέκανε δημιουργική δουλειά μόλις το 1942. Σε κάποια έκδοση, έλειπε μια σελίδα. Κάποιος του ζήτησε να κάνει το σενάριο μιας μονοσέλιδης ιστορίας, το διέπραξε άρον άρον, κάποιος εικονογράφος το ζωγράφισε – και κάπως έτσι ο Στάνλεϊ, Σταν Λι πλέον, μπήκε στον χώρο της δημιουργικής αφήγησης.
Χρειάστηκε όμως να περάσουν ακόμα σχεδόν είκοσι χρόνια, γεμάτα ανασφαλή και υποτιμημένη εργασία, ώσπου η τύχη να του χαμογελάσει. Κι αυτό δεν θα γινόταν πριν από τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Ηταν αρχές του 1961. Η αντίπαλη εταιρεία, η National Comics, που μόλις είχε μετονομαστεί σε DC (από τα αρχικά του πετυχημένου τίτλου της Detective Comics), έκανε μια φοβερή επίθεση στην αγορά, με ιστορίες του Σούπερμαν, του Μπάτμαν, αλλά για πρώτη φορά και μιας ομάδας υπερηρώων, της Justice League. Στη Marvel, την αντίπαλη εταιρεία, ζήτησαν από τον Σταν Λι να επινοήσει μια δική του ομάδα υπερηρώων, σε μια νέα σειρά που θα εικονογραφούσε ο Τζακ Κίρμπι. Προέκυψαν οι Τέσσερις Φανταστικοί, μια συντροφιά επιστημόνων που εκτέθηκαν σε «κοσμική» ακτινοβολία, εξαιτίας της οποίας απέκτησαν υπερδυνάμεις. Δεν τους γέμιζε χαρά η μεταμόρφωσή τους, και ιδίως τον έναν από τους τέσσερις, το Πράγμα, το δέρμα του οποίου αντικαταστάθηκε από σκληρές, πέτρινες στιβάδες, με αποτέλεσμα να γίνει αποκρουστικός στην όψη και, επί της ουσίας, να καταδικαστεί να ζει, εκτός της ομάδας του, στην απόλυτη μοναξιά. Ακολούθησαν κι άλλοι υπερήρωες. Ο Χουλκ, ο Θορ, ο Δρ Στρέιντζ, ο Iron Man, o Darevevil, ο Silver Surfer… Ορεξη να ‘χεις.
Την επόμενη χρονιά, όμως, ο Σταν Λι απέφυγε τον Κίρμπι και συνεργάστηκε με έναν άλλο εικονογράφο, τον Στιβ Ντίτκο, για να αφηγηθούν την ιστορία ενός ορφανού νεαρού, του Πίτερ Πάρκερ, που μένει στο σπίτι των θείων του, φοιτά σε κολέγιο, διαβάζει σαν σπασίκλας, είναι νωθρός και αδέξιος, αλλά έπειτα από το δάγκωμα μιας ραδιενεργού αράχνης αποκτά υπερδυνάμεις που του επιτρέπουν να σκαρφαλώνει σε τοίχους και, γενικώς, να κάνει αναλογικά πολλαπλάσια ό,τι κάνει η αράχνη. Η πρώτη ιστορία του Σπάιντερμαν τυπώθηκε στο περιοδικό «Amazing Fantasy» τον Αύγουστο του 1962. Για πρώτη φορά, το παιδί του διπλανού θρανίου, ένας δειλός έφηβος με σπυράκια που μαθαίνει σιγά σιγά να αναμετριέται με τις αμφιβολίες, τις αναστολές και τους φόβους του, γίνεται ο υπερήρωας της νέας εποχής. Δύο χρόνια μετά, σε έρευνα του περιοδικού «Esquire» ανάμεσα σε σπουδαστές κολεγίων, ο Ανθρωπος – Αράχνη ήταν πιο δημοφιλής ποπ εικόνα από εκείνες του Μπομπ Ντίλαν ή του Τσε Γκεβάρα. Και διατηρείται, χάρη και στις κινηματογραφικές μεταφορές των ιστοριών του, στον αφρό μέχρι σήμερα.
Και να φανταστεί κανείς ότι όλα άρχισαν μ’ ένα φτωχό αγόρι που έπρεπε να συμβάλει στο οικογενειακό εισόδημα, τα χρόνια μετά τη Μεγάλη Υφεση, στο Μανχάταν…