Η σιωπή παράγει θόρυβο, λέει ένα δοκιμασμένο θεατρικό εφέ, και πουθενά αλλού δεν βρίσκει τέλεια εφαρμογή όσο στα μετόπισθεν της πολιτικής ίντριγκας. Αν ο «νεοκαραμανλισμός» δεν θορυβήσει σιωπηλά σήμερα, πότε θα θορυβήσει; Οι κραυγές και οι ψίθυροι εντάθηκαν από τη στιγμή που ο αρχετυπικός αντίπαλος – Κώστας Σημίτης – μπήκε στο κάδρο. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στα πρωτοσέλιδα του μένους, με τα οποία υποδέχθηκε την «είδηση» το βαθύ μιντιακό κράτος. Ανεπάγγελτοι ωτακουστές, διαδρομιστές και φερέφωνα του αγέρωχου λαϊκισμού ανέλαβαν να μεταφέρουν το μήνυμα στην επικράτεια του αγέρωχου λαϊκισμού, που αναμένει από καιρό την απαξίωση των ελίτ. Το άνοιγμα των λογαριασμών του πρώην πρωθυπουργού, του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και του Βαγγέλη Μαλέσιου «δικαιώνει» το αταβιστικό σύμπλεγμα με το οποίο αντιμετωπίζουν οι νεοκαραμανλικοί την εποχή του εκσυγχρονισμού. Είναι η εκδίκηση των ανθρώπων που ήθελαν να επανιδρύσουν το κράτος διατηρώντας το πελατειακό, συμβασιολαγνικό και διογκωμένο.
Οι ίδιες πρωτοσέλιδες κραυγές αντήχησαν και για τις επιλογές Τατσόπουλου και Πανούτσου, οι οποίες θολώνουν, λέει, τις γραμμές στο κόμμα του ιδρυτή και των επιγόνων. Αντιθέτως, οι «συνιστώσες» του νεοκαραμανλισμού, που λειτουργούν σαν αμορτισέρ του συριζαϊκού συστήματος, συσπειρώνονται γύρω από τη φαντασίωση νομής της εξουσίας παίρνοντας για παράδειγμα την Κατερίνα Παπακώστα. Μία καταδικασμένη να είναι «πρώην», που δραπέτευσε με το σωσίβιο της Γεροβασίλη.
Από τι είναι φτιαγμένος, όμως, ο όψιμος «καραμανλισμός», έτσι ώστε να κατοχυρώνει μια αράδα στο αλμανάκ της πολιτικής ορολογίας; Γιατί στο όνομά του ομνύουν φίλοι και πολιτικοί συγγενείς; Αν ήταν μόνο ο Αντώναρος να τον εκπροσωπεί, θα είχαμε απομακρυνθεί από πλήξη. Περισσότερα ονόματα δεν λέμε και υπολήψεις δεν θίγουμε, αλλά πολλά από τα στελέχη που έχουν χρίσει τον εαυτό τους «ιδιοκτήτες του καραμανλισμού» συμπεριφέρονται σαν την eminence grise, που πρώτος δόξασε ο Φρανσουά Λεκλέρκ ντι Τρεμπλέ, δεξί χέρι του καρδινάλιου Ρισελιέ. Ενα παρασκηνιακό εργοτάξιο υποστελεχών που διαφημίζουν την τεχνογνωσία τους. Ενα πολιτικά λούμπεν ίζημα που δεν πέρασε ποτέ το στάδιο του πένθους για την απολεσθείσα εξουσία.
Πόση συνάφεια έχει, ωστόσο, αυτός ο καραμανλισμός με τον καραμανλισμό που εξέπεμψε ο ιδρυτής του; Πόσα από τα στελέχη του θιάσου έχουν συναίσθηση του όρου «homme d’État»; Πόσοι μπορούν να πείσουν ότι έχουν κόψει τους δεσμούς τους με την πελατειακή λογική, την ήσσονα προσπάθεια, τη νοοτροπία του κρατικισμού, την ανάγκη των συμβασιούχων ως εκλογική μαγιά;
Κι ύστερα εξαρτάται από τον αντίπαλο ποιον καραμανλισμό επιλέγει για τις οπορτουνιστικές του λυκοφιλίες. Προφανώς εκείνον που ομνύει στην αξία των 10.000 θέσεων εργασίας τις οποίες εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός μετά τη συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Ή εκείνον που νιώθει ότι συμμετέχει ακόμη στην παρτίδα με τον Παυλόπουλο και τον Παπαγγελόπουλο. Σίγουρα εκείνον που είναι άσπιλος, αμόλυντος και άφθορος χωρίς να έχει καμία ευθύνη για τα Μνημόνια. Ετσι κι αλλιώς, με τον Σημίτη πλέον στο κάδρο συμπληρώνεται το παζλ. Εφταιξαν όλοι τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά ορισμένοι περισσότερο απ’ τους άλλους. Απ’ τον λογαριασμό μάλιστα μπορούμε να αφαιρέσουμε την περίοδο 2004 – 2009. Τότε που, όπως έχει αναφέρει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός στη Βουλή, υπήρχε μια «σοβαρή Κεντροδεξιά», σε αντίθεση με την Κεντροδεξιά του Σαμαρά ή του Μητσοτάκη. Είναι η Κεντροδεξιά του τεχνητού παραδείσου, στον καθρέφτη της οποίας οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ βλέπουν το τέρας που τους μοιάζει: εκείνη που θα πορευόταν με δανεικά κι ελλείμματα, βολεμένη στη μεταφυσική του κρατισμού.