Κρίμα, μου λένε, που δεν ήταν κάμερες στη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου της Παρασκευής. Θα κατέγραφαν υπέροχες στιγμές, για το πόσο εκτιμούν οι ιεράρχες μας εαυτούς και αλλήλους και ιδιαίτερα ορισμένοι τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Οι εκφράσεις που ακούστηκαν απάδουν τόσο προς το αξίωμά του, όσο και προς το αξίωμα εκείνων που του απευθύνθηκαν με τις φράσεις που μου μεταφέρθηκαν, και με έκαναν να κοκκινίσω, παρότι δεν με λες και… σεμνότυφο!
Σε κάθε περίπτωση ό,τι συνέβη στην Ιεραρχία, στη συνεδρίαση της Παρασκευής, μπορεί νομίζω να λογισθεί ως άλλη μια «επιτυχία» ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Κατάφερε να διχάσει την Εκκλησία τόσο όσο κανείς άλλος προηγούμενα. Και πρέπει να τονιστεί ότι το χάσμα είναι τόσο μεγάλο που δύσκολα θα μπορέσει να αναπληρωθεί, ακόμη και αν η περίφημη «συμφωνία» Κράτους – Εκκλησίας μείνει στα χαρτιά…
Επίσης φίλος μου, μητροπολίτης, μου έλεγε χθες το μεσημέρι ότι αν τελικά η κυβέρνηση, όπως ανακοίνωσε, προχωρήσει με νομοσχέδιο στον απογαλακτισμό των κληρικών από το Δημόσιο, «θα δούμε πρωτοφανείς καταστάσεις. 8.500 φλογερούς αγωνιστές θα βρει απέναντί της η κυβέρνηση. Και η φωνή της Εκκλησίας είναι στεντορεία, δεν μπορεί κανείς να την καταπνίξει». Κατά τον ίδιο, αν κατατεθεί τελικά το νομοσχέδιο για τη διακοπή της μισθοδοσίας των κληρικών από την κυβέρνηση, «θα πρόκειται για έναν εκβιασμό από  πλευράς της πολιτείας, την οποία φυσικά και δεν θα δεχθούμε. Ο κορμός της Εκκλησίας δεν είμαστε εμείς οι δεσποτάδες, ο κορμός είναι οι ιερείς μας, που είναι δίπλα στο χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας του Χριστού»…
Γιορτή των «μπαχαλάκηδων»
Προφανώς αυτό που συνέβη το βράδυ του Σαββάτου δεν είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί σε αυτή την υπόθεση που φέρει τον τίτλο «εορτασμός της εξέγερσης του Πολυτεχνείου» και τελικά δεν είναι τίποτε περισσότερο από την ετήσια γιορτή των ανά τη χώρα (αλλά και εκτός αυτής) «μπαχαλάκηδων». Αλλά είναι ένα πραγματικό αίσχος. Για την πόλη, για τους κατοίκους της, για την ίδια τη χώρα. Που δυσφημείται παγκοσμίως από μερικές εκατοντάδες ή και χιλιάδες πικραμένους, που θεωρούν ότι μια φορά τον χρόνο, τέτοια μέρα, θα κάνουν την επανάσταση ενάντια στο σύστημα, στην αστική τάξη, στην κυβέρνηση – την εκάστοτε κυβέρνηση.
Κι από την άλλη τι έχουμε; Μια κυβέρνηση, που ως κόμμα της αντιπολίτευσης, ελάσσονος και αξιωματικής, όλους αυτούς τους αγκάλιασε, τους υιοθέτησε, τους χάιδεψε, ίσως και με τη στάση της, τους παρότρυνε. Και τώρα που βρήκε το τέρας απέναντί της, κλαψουρίζει σαν ανυπεράσπιστο παιδάκι, που κάνουν ακριβώς ό,τι έκαναν στους άλλους, τους αστούς, τους συστημικούς, τους εκπροσώπους του «σάπιου πολιτικού κατεστημένου».
Συγγνώμη, αλλά δεν θα τους λυπηθώ κιόλας. Θα αποδοκιμάσω τη φασιστική αντίληψη του «εσύ δεν έχεις το δικαίωμα να μιλάς, δεν έχεις δικαίωμα να τιμάς το Πολυτεχνείο» που αποπνέουν αυτές οι πρακτικές των «μπαχαλάκηδων», αλλά δεν θα κλάψω που τους προπηλάκισαν στο Πολυτεχνείο κατά την απόπειρα να καταθέσουν στεφάνι ή την άλλη μέρα στην πορεία…
Ο Τσίπρας του 2008
Επίσης ένα άλλο, που κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει, και κάτι μέρες σαν κι αυτές τις ημέρες πολύ περισσότερο: υπάρχει το 2008, ο Δεκέμβριος. Στο κάψιμο του ιστορικού κέντρου της Αθήνας είχαν ενεργό συμμετοχή δυνάμεις, κοντά, δίπλα, μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις εκείνες είχαν λειτουργήσει στα όρια της δημοκρατικής νομιμότητας και πολλές φορές – δεν είναι ψέμα – τα είχαν υπερβεί. Γιατί στα τρομακτικά επεισόδια εκείνων των ημερών δεν ήταν μόνο «μπαχαλάκηδες» της Πλατείας Εξαρχείων, που ως συνήθως για να σπάσουν την ανία τους, σπάνε και μερικές βιτρίνες, όχι. Ηταν και οι δυνάμεις που προανέφερα, και οι οποίες διείδαν πίσω από την ενεργό συμμετοχή τους στα γεγονότα την «ευκαιρία» του ΣΥΡΙΖΑ να βγει από το περιθώριο του 3%-4%.
Για πολλούς, έτσι τα «κατάφερε». Πρόεδρος του κόμματος, θυμίζω, ήταν ο Τσίπρας – είχε εκλεγεί τον Φεβρουάριο του 2008. Και ήταν η Αλέκα Παπαρήγα με την κοφτερή της ματιά που είχε πει τα πράγματα με το όνομά τους, στην κορύφωση της κρίσης: «Ο ΣΥΡΙΖΑ χαϊδεύει τα αφτιά των κουκουλοφόρων»!
Και δεν ήταν άλλος εκείνος που ζήτησε τον αφοπλισμό της Αστυνομίας, την κατάργηση των ΜΑΤ, την αλλαγή της κρατικής πολιτικής απέναντι στη νεολαία και άλλα τέτοια παραμύθια – ο Τσίπρας ήταν. Ο Τσίπρας εκείνων των ημερών…
Περί δικαιωμάτων…
Ανακεφαλαιώνω: ούτε εφιαλτικά ήταν τα επεισόδια, ούτε πρωτόφαντα, ούτε μοναδικά. Επεισόδια όπως πολλές φορές στην Αθήνα γίνονται, κάθε φορά που όλοι αυτοί αποφασίζουν να κάνουν την πόλη άνω-κάτω και τους νοικοκυραίους να φρίξουν, ήταν τα επεισόδια του Σαββάτου. Και θα επαναληφθούν. Και θα επαναλαμβάνονται κάθε φορά που εκείνοι το θέλουν, γιατί – το έχουμε ξαναπεί τόσες φορές – δεν υπάρχει μια σοβαρή αντιμετώπιση από την πλευρά της εκάστοτε κυβέρνησης. Η οποία εκάστοτε κυβέρνηση είναι έρμαιο και όμηρος του λαϊκισμού που διατρέχει  οριζοντίως και καθέτως την ελληνική κοινωνία. Η οποία  θέλει τον αστυνομικό «μπάτσο» και τα χέρια του δεμένα.
Τον θέλει μεν να επιβάλλει την τάξη, να περιφρουρεί την περιουσία του, να προλαμβάνει και να αποτρέπει την εγκληματικότητα, αλλά χωρίς τίποτε που να τον θωρακίζει απέναντι σε όλους αυτούς που δυνητικά επιβουλεύονται την ασφάλεια και την ησυχία του.
Συνοψίζω: η κοινωνία θέλει την ησυχία της, εξεγείρεται από τις τηλεοπτικές εικόνες της καταστροφής, αλλά όταν η Αστυνομία παρέμβει κατά κάποιον τρόπο, η κοινωνία θα προτάξει το δημοκρατικό δικαίωμα των «παιδιών». Ναι, αλλά υπάρχει και το δικαίωμα των πολλών που καταπατάται χωρίς έλεος…
Η λύση
Επειδή δε είμαι και γενικός «πολυτεχνειολόγος», θα επαναφέρω μια παλιά μου πρόταση (έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου, χρόνια τώρα, πολλά χρόνια) η οποία μπορεί να μην είναι η απόλυτη λύση, αλλά τουλάχιστον θα περιορίσει ώς έναν βαθμό όλο αυτό που συμβαίνει. Αναφέρομαι στην αλλαγή χρήσης του κτιρίου του ΕΜΠ. Ολοι γνωρίζουν ότι στο συγκρότημα των κτιρίων της οδού Πατησίων δεν λειτουργεί κάποια σοβαρή πολυτεχνική σχολή. Το συγκρότημα είναι παραδομένο σε ορισμένους καθηγητές της Αρχιτεκτονικής και της Σχολής Καλών Τεχνών, οι οποίοι αρνούνται να μετακινηθούν στην πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου – τους πέφτει μακριά.
 Παραδομένο στους καθηγητές και στους «μπαχαλάκηδες». Η Αστυνομία γνωρίζει ότι το περίφημο κτίριο Γκίνη είναι το εργαστήριο παρασκευής μολότοφ για τους «μπαχαλάκηδες». Το ξέρει και η σύγκλητος. Γιατί δεν κάνουν κάτι; Μα υπάρχει το πανεπιστημιακό άσυλο, σου λένε. Το οποίο προστατεύει – λέμε τώρα… – την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στα πανεπιστήμια. Το «εργαστήριο» προστατεύεται από το άσυλο. Για γέλια; Για γέλια, και για κλάματα.
Αυτό το συγκρότημα λοιπόν, είχα από πολύ παλιά τονίσει, πρέπει να δοθεί στο γειτονικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο ασφυκτιά από εκατοντάδες χιλιάδες αρχαιολογικά ευρήματα, και θα μπορούσε να ενωθεί μαζί του με υπόγεια σήραγγα. Χαίρομαι που άκουσα πριν από μήνες τον πρόεδρο Κυριάκο να υιοθετεί την πρόταση, και προ εβδομάδων τον υποψήφιο δήμαρχο Αθήνας Μπακογιάννη να κάνει το ίδιο. Είναι μια τεράστια ευκαιρία να λυθεί τώρα το θέμα. Αλλιώς, θα ξεχάσουμε και τα επεισόδια του Σαββάτου, και του χρόνου, τέτοιες ημέρες πάλι θα μιλάμε για το «εφιαλτικό» βράδυ που έζησε η Αθήνα, με επεισόδια και καταστροφές…