Ταινίες, εκθέσεις, αφιερώματα συζητήσεις για τον Βαν Γκογκ. Δεν μου κάνει εντύπωση. Ο ολλανδός ζωγράφος είναι από τους γνωστότερους ακόμη και σε αυτούς που έχουν από ανάλαφρη έως σχεδόν ανύπαρκτη σχέση με τη ζωγραφική. Μου φαίνεται σαν ένας καλλιτέχνης του 19ου αιώνα που έχει περάσει στη μαζική κουλτούρα του 20ού (και του 21ου) με όρους σταρ. Δηλαδή τον ξέρουν ακόμη και αυτοί που δεν ξέρουν παρά μόνο έναν πίνακα από τους 800 που λέγεται ότι έχει ζωγραφίσει μέσα σε μόνο δέκα χρόνια.
Δεν είναι παράξενο. Ο Βαν Γκογκ έζησε μια ροκ ζωή εκατό περίπου χρόνια πριν εφευρεθεί ο όρος. Με τη φάρσα της μοίρας που του επεφύλαξε την αναγνώριση μετά τον θάνατό του. Και περιτυλιγμένη με τον σπαραγμό ενός ανθρώπου που πάλευε με τους δαίμονες της ψυχής του, τους οποίους ποτέ δεν κατάφερε έστω να τιθασεύσει.
Είναι αυτοί οι δαίμονες της κατάθλιψης που όπλισαν το χέρι του για να αυτοκτονήσει σε ηλικία μόλις 37 ετών. Που εξαιτίας τους μπαινόβγαινε σε τρελοκομεία της εποχής, τα οποία έμοιαζαν περισσότερο με σωφρονιστήρια. Που τον έκαναν εριστικό, συγκρουσιακό. Ο αυτοτραυματισμός, όταν μετά από έναν ομηρικό καβγά με τον Γκογκέν έκοψε ένα κομμάτι από το αφτί του, θυμίζει τους cutters της εποχής μας. Και παρότι ανακάλυψε το ενδιαφέρον του για τη ζωγραφική λίγο πριν από τα 30 του, από τότε μέχρι τον πρόωρο θάνατό του ζωγράφιζε σαν να προσπαθούσε να εξιλεωθεί ή να ξεφύγει από κάτι.
Η κινηματογραφική ζωή του Βαν Γκογκ μπορεί να αποτελέσει υλικό για μια εξαιρετική ταινία. Ας μη γελιόμαστε όμως. Οσο επεισοδιακά και αν ζήσει ένας καλλιτέχνης, η φήμη του δεν εξαπλώνεται στο διηνεκές μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Μπορεί να αποτελέσει αφορμή να ασχοληθεί κάποιος νεότερος μαζί του, αλλά η σημαντικότητα του έργου θα κρατήσει το ενδιαφέρον ζωντανό. Ο Ρεμπό είναι σπουδαίος γι’ αυτά που έγραψε. Οχι γιατί πέθανε, όπως ο Βαν Γκογκ, 37 ετών.