Η τακτική χρήση αντισηπτικού χεριών, αντί του παραδοσιακού τρόπου καθαρισμού των χεριών που δεν είναι άλλος από το νερό και το σαπούνι, έχει προβληματίσει αρκετούς από εμάς. Το δίλημμα αφορά την καλύτερη προστασία μικρών και μεγάλων από ιώσεις, λοιμώξεις και μικρόβια, παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει επιστημονική οδηγία.
Υπό τα δεδομένα αυτά, πρόσφατη ισπανική μελέτη ήρθε να διαφωτίσει το σκιώδες αυτό πεδίο, όμως παρά τα θετικά αποτελέσματα που προέκυψαν ο John Ross, επίκουρος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Harvard, εντοπίζει τις αδυναμίες της εν λόγω έρευνας διατηρώντας επιφυλάξεις.
ΤΡΙΑ ΓΚΡΟΥΠ. Ειδικότερα, για τις ανάγκες της έρευνας οι επιστήμονες μελέτησαν 911 παιδιά ηλικίας έως τριών ετών σε 24 κέντρα ημερήσιας φροντίδας. Χώρισαν τα παιδιά, τις οικογένειές τους και τα ημερήσια κέντρα σε τρία γκρουπ, καθορίζοντας σε καθένα από αυτά τον τρόπο απολύμανσης των χεριών. Ετσι, το πρώτο γκρουπ χρησιμοποιούσε αντισηπτικό για να καθαρίζει τα χέρια του και το δεύτερο έπλενε τα χέρια του με σαπούνι και νερό. Και στις δύο περιπτώσεις τηρήθηκαν αυστηρά πρωτόκολλα υγιεινής – δηλαδή, απολύμανση των χεριών κατά την προσέλευση και την έξοδο από τον σταθμό, πριν από το φαγητό, μετά το παιχνίδι, έπειτα από κάθε φτέρνισμα κ.λπ.
Το τρίτο γκρουπ ήταν το γκρουπ ελέγχου, που συνέχισε τη συνηθισμένη ρουτίνα του όσον αφορά το πλύσιμο χεριών. Πριν από την έναρξη της έρευνας και οι τρεις ομάδες παρακολούθησαν σεμινάριο υγιεινής. Κατά τη διάρκεια της οκτάμηνης έρευνας, οι 911 μαθητές παρουσίασαν 5.211 λοιμώξεις του αναπνευστικού που τους έκαναν να χάσουν 5.186 ημέρες από τον παιδικό σταθμό. Το πρώτο γκρουπ που χρησιμοποιούσε αντισηπτικό έχασε το 3,25% των ημερών στο σχολείο, ενώ εκείνο που έπλενε τα χέρια με σαπούνι και νερό το 3,9%. Το τρίτο γκρουπ που ακολουθούσε τη συνηθισμένη ρουτίνα του έχασε το 4,2% των ημερών.
ΜΕΙΩΣΗ 23%. Διαπιστώθηκε επίσης 23% μείωση των λοιμώξεων αναπνευστικού στους μαθητές που χρησιμοποιούσαν αντισηπτικό σε σχέση με εκείνους του γκρουπ ελέγχου. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι το γκρουπ που χρησιμοποιούσε σαπούνι και νερό για να πλύνει τα χέρια του διέτρεχε 31% υψηλότερο κίνδυνο να χρειαστεί αντιβίωση συγκριτικά με το γκρουπ που χρησιμοποιούσε αντισηπτικό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα ίδια αποτελέσματα η πρώτη ομάδα κατανάλωσε 1.660 λίτρα αντισηπτικού χεριών κατά την οκτάμηνη έρευνα. Συνεπώς, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι κάθε παιδί χρησιμοποιούσε κατά μέσο όρο έξι με οκτώ φορές αντισηπτικό ημερησίως.
«Υπάρχουν λόγοι για τους οποίους πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με τα συμπεράσματα της συγκεκριμένης έρευνας. Κατά τη διάρκεια των οκτώ μηνών, οι ερευνητές επισκέπτονταν τακτικά τους παιδικούς σταθμούς, λέγοντας ιστορίες και τραγουδώντας παιδικά τραγούδια σχετικά με τα μικρόβια και τη σημασία των καθαρών χεριών. Η πρακτική αυτή πιθανόν να συνέβαλε στην τακτικότερη χρήση αντισηπτικού χεριών, συχνότητα που συνήθως δεν επαναλαμβάνεται υπό κανονικές συνθήκες», σημειώνει ο δρ Ross.
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Ο ίδιος επικαλείται παλαιότερες σχετικές μελέτες, οι οποίες εντούτοις δεν κατέληξαν σε τόσο θεαματικά αποτελέσματα σχετικά με την πρόληψη ιώσεων και γρίπης σε παιδιά προσχολικής ηλικίας.
«Επιπλέον, οι ερευνητές δεν αξιολόγησαν πόσο συχνά έπλενε το δεύτερο γκρουπ τα χέρια του με σαπούνι και νερό. Είναι πιθανόν τα θετικά αποτελέσματα του πρώτου γκρουπ να σχετίζονται με την ευκολότερη χρήση του αντισηπτικού, συγκριτικά με τον παραδοσιακό τρόπο πλυσίματος των χεριών – διαδικασία που συνήθως απαιτεί λίγο περισσότερο χρόνο και προσπάθεια».
Σε κάθε περίπτωση, ο δρ Ross υπογραμμίζει ότι για να είναι αποτελεσματικά τα αντισηπτικά χεριών απέναντι σε βακτήρια και ιούς η περιεκτικότητά τους σε αιθυλική αλκοόλη θα πρέπει να είναι 70%. «Παρότι δεν υπάρχουν αποδείξεις σχετικά με τα οφέλη των αντισηπτικών χεριών στην κοινότητα, η χρήση τους σε συνδυασμό με το τακτικό πλύσιμο των χεριών και τον αντιγριπικό εμβολιασμό αποτελούν συνετά μέτρα για τον πληθυσμό που αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο αναπνευστικών λοιμώξεων».